Fractal

Η διαχρονικότητα του αρχαίου μύθου και η εκδοχή του Κοκτώ

Γράφει η Μαρία Γαβαλά  //

 

CocteauΈνα σημείωμα για το βιβλίο: «ΖΑΝ ΚΟΚΤΩ: ΚΑΤΑΧΘΟΝΙΑ ΜΗΧΑΝΗ», Μτφ. Γιάννης Θηβαίος. Εκδόσεις «ΔΩΔΩΝΗ» ΑΘΗΝΑ, 2014, 2η έκδοση αναθεωρημένη.

 

Τον μύθο του Οιδίποδα, τον σημαντικότερο από τους αρχαιότατους θηβαϊκούς μύθους, τον συναντούμε πολλές φορές στην αρχαιοελληνική παράδοση. Στους τρεις μεγάλους τραγικούς ποιητές Σοφοκλή, Ευριπίδη, Αισχύλο, στον Αριστοφάνη, στον Απολλόδωρο, στην Ιλιάδα, και στη Νέκυια της Οδύσσειας, στον Ησίοδο και στον Πίνδαρο… Είναι μια ιστορία που ενέπνευσε, από την αρχαιότητα μέχρι την Αναγέννηση, πολλούς δραματικούς ποιητές, οι οποίοι συνέθεσαν τα έργα τους, έχοντας ως πρότυπο τον σοφόκλειο ήρωα και αναγνωρίζοντας τον μύθο ως σύμβολο του τρόπου με τον οποίο το πεπρωμένο «εμπαίζει» τον άνθρωπο, τιμωρώντας τον για εγκλήματα που διέπραξε μέσα στην άγνοιά του. Το ενδιαφέρον για τη μοίρα του τραγικού βασιλιά, που σμίγει ερωτικά με τη μητέρα του, συνεχίζεται και στους νεότερους χρόνους (η άποψη του Νίτσε για το τραγικό/ηρωικό στοιχείο – η εθνολογική ανάλυση του Λέβι-Στρως – η χωλότητα ή ο σημαδεμένος, ο κουτσός βασιλιάς, στους J.P. Vernant και Vidal P. Naquet, Μύθος και τραγωδία στην Αρχαία Ελλάδα. κοκ).

Από τα έργα της αρχαιοελληνικής γραμματείας μέχρι τον Οιδίποδα του Ζαν Κοκτώ – ο οποίος, γράφοντας την Καταχθόνια Μηχανή (1934), δεν είναι η πρώτη φορά που ασχολείται με την αρχαία Ελλάδα αντλώντας έμπνευση από αυτήν. Τον έχει απασχολήσει ο μύθος του Ορφέα, ξανά ο μύθος του Οιδίποδα (το 1928), εκείνος της Αντιγόνης κι εκείνος του Βάκχου. Και να μην ξεχνάμε το ανάλογο πλουσιότατο εικαστικό έργο του–, έχουν λοιπόν μεσολαβήσει πολλά. Κυρίως η Ερμηνεία των Ονείρων του Φρόυντ, και η διατύπωση του οιδιπόδειου συμπλέγματος.

Ο Φρόυντ το διατύπωσε πολύ καθαρά:

«…Αν η μοίρα του μας συγκινεί, είναι επειδή θα μπορούσε να ήταν και δική μας μοίρα, επειδή το μαντείο έχει επιτάξει πριν από τη γέννησή μας την ίδια κατάρα για μας όπως γι’ αυτόν…

…Ο βασιλιάς Οιδίπους, που σκότωσε τον πατέρα του Λάιο και παντρεύτηκε τη μητέρα του Ιοκάστη, είναι απλώς η εκπλήρωση μιας επιθυμίας της παιδικής μας ηλικίας….. Ζούμε όπως ο Οιδίπους χωρίς επίγνωση των προσβλητικών για την ηθική επιθυμιών που μας επέβαλε η φύση. Μετά την αποκάλυψή τους, όλοι θα θέλαμε μάλλον να αποστρέψουμε το βλέμμα μας από τις σκηνές της παιδικής μας ηλικίας…

…Ο μύθος περιλαμβάνει στο περιεχόμενό του τον τρόμο και την αυτοτιμωρία…»

Και αναφερόμενος στον Άμλετ του Σαίξπηρ:

«… Στο ίδιο έδαφος, όπως ο Οιδίπους, έχει τις ρίζες του και ένα άλλο μεγάλο δημιούργημα της τραγικής ποίησης, ο Άμλετ του Shakespeare. Στον Οιδίποδα, η θεμελιωτική ευκτική φαντασίωση του παιδιού βγαίνει όπως στο όνειρο στην επιφάνεια και πραγματοποιείται. Στον Άμλετ, αυτή παραμένει απωθημένη και η ύπαρξή της μας γίνεται γνωστή – παρόμοια όπως η κατάσταση πραγμάτων σε μια νεύρωση – μόνο από τα ανασταλτικά της αποτελέσματα….. Ο Άμλετ είναι ικανός για όλα, μόνο που δεν μπορεί να εκδικηθεί αυτόν που έβγαλε από τη μέση τον πατέρα του και πήρε τη θέση του κοντά στη μητέρα του, τον άντρα που του δείχνει την υλοποίηση των δικών του απωθημένων επιθυμιών της παιδικής ηλικίας». (Τα αποσπάσματα είναι από την Ερμηνεία των Ονείρων, εκδόσεις «Επίκουρος», σε μετάφραση του Λευτέρη Αναγνώστου).

Η αρχή της πρώτης πράξης της Καταχθόνιας Μηχανής του Κοκτώ (με τους στρατιώτες στον δρόμο γύρω απ’ τις επάλξεις της Θήβας) θυμίζει πολύ την πρώτη σκηνή της πρώτης πράξης του Άμλετ (με τους φρουρούς στις επάλξεις του κάστρου της Δανίας). Και στα δύο έργα γίνεται λόγος (μεταξύ των φρουρών και των στρατιωτών) για την εμφάνιση του φαντάσματος (του νεκρού, δολοφονημένου, βασιλιά Άμλετ, στο έργο του Σαίξπηρ – του νεκρού, δολοφονημένου, βασιλιά Λάιου, στο έργο του Κοκτώ). Και στις δύο περιπτώσεις, τα φαντάσματα μιλούν και εκλιπαρούν τη συνδρομή των ζωντανών, απαιτώντας εκδίκηση ή επιθυμώντας να κρούσουν τον κώδωνα του κινδύνου για τις επερχόμενες συμφορές. Στον Κοκτώ, το φάντασμα είναι ορατό (αντιληπτό, ακόμα και απτό) μόνο από τους στρατιώτες, η Ιοκάστη και ο Τειρεσίας δεν μπορούν να το δουν ούτε να το ακούσουν, η πρώτη όντας απασχολημένη να ναρκισσεύεται και να σαχλαμαρίζει πάνω στις επάλξεις, κι ο δεύτερος να τρέχει ξοπίσω της, ένας σχεδόν τυφλός κρονόληρος που ακούει στη γελοία προσφώνηση Ζιζί. Ο Άμλετ όμως μπορεί να συνομιλήσει, στην πέμπτη σκηνή της πρώτης πράξης, με το φάντασμα του πατέρα του.

Να σκεφτούμε λοιπόν κι εμείς το αυτονόητο: πως ανάμεσα στον Οιδίποδα του Σοφοκλή και στον Άμλετ του Σαίξπηρ από τη μια, και στον Οιδίποδα του Κοκτώ από την άλλη, ο συνδετικός κρίκος υπήρξε ο Φρόυντ. Ο Πιερ-Πάολο Παζολίνι, πάντως, για τον δικό του κινηματογραφικό Οιδίποδα (1967), στο κείμενο «Γιατί η ιστορία του Οιδίποδα είναι μια ιστορία» (εισαγωγή στο βιβλίο Edipo Re) ισχυρίστηκε πως «τώρα, στα 45 μου χρόνια, είμαι έξω απ’ αυτόν τον φροϋδικό-μαρξιστικό κυκεώνα… Ή, έστω, στο αυθαίρετο μίγμα επιδράσεών μου απ’ τον Φρόυντ και τον Σοφοκλή, κερδίζει ο δεύτερος».

Στον Κοκτώ –έναν τόσο πολύπλευρο καλλιτέχνη του 20ου αιώνα, έναν ποιητή με ιδιαίτερα εκκεντρική για την εποχή του συμπεριφορά και πολυποίκιλες επιρροές –, ο ήρωας επικρατεί της Σφίγγας κατ’ επίφαση, και το ίδιο το τέρας είναι κατά το ήμισυ νεαρή κοπέλα που έχει βαρεθεί να σκοτώνει και να σκορπάει τον θάνατο. Θα πέσει νεκρή, «όμως αισθάνεται αδύναμη να υπακούσει στις απάνθρωπες διαταγές των θεών… Μια πράξη ενάντια στους ουράνιους νόμους, βάζει σε ενέργεια την καταχθόνια μηχανή» (απ’ το προλογικό σημείωμα της έκδοσης). Χαρακτηριστική επίσης είναι η φράση του θεού Άνουβι, την οποία απευθύνει στη Σφίγγα, στη δεύτερη πράξη του έργου: «Το μυστήριο έχει τα μυστήριά του. Οι θεοί γνωρίζουν καλά τους θεούς τους. Εμείς έχουμε τους δικούς μας. Αυτοί έχουν τους δικούς τους».

Τα ερωτήματα της Σφίγγας τίθενται ακατάπαυστα: Τι δουλειά έχει ένας θεός της Αιγύπτου στην Ελλάδα; Και γιατί ο θεός Άνουβις έχει πάρει σκυλίσιο κεφάλι; Από την άλλη, γιατί η Σφίγγα παίρνει γυναικείο κεφάλι, όταν θέτει ερωτήσεις; Ερωτήματα στα οποία θα μπορούσε να απαντήσει, θαυμάσια, η ερμηνεία των ονείρων, ο σουρεαλισμός, η ψυχανάλυση. Η Σφίγγα όμως είναι κατηγορηματική: «Δεν υπάρχει απάντηση».

Να δεχτούμε πως ο Κοκτώ γοητεύτηκε κυρίως από τη σοφόκλεια ειρωνεία και τη μεγάλη σκληρότητα με την οποία ο αρχαίος τραγικός ποιητής αντιμετωπίζει τη μοίρα του βασιλιά της Θήβας. «Να πώς κατασκευάζεται μια μεγαλόπρεπη καταστροφή!», αναφωνεί ο Οιδίποδας, λίγο πριν το τέλος της τέταρτης πράξης. «Ας με κυνηγήσουν, ας με αποτελειώσουν, ας με λιθοβολήσουν, να το σκοτώσουν το αποτρόπαιο κτήνος». Επίσης, να επισημάνουμε τον διάχυτο πικρό αυτοσαρκασμό του Κοκτώ, ως αντιστάθμισμα στην αλαζονεία μιας αβάν-γκαρντ ματιάς και, οπωσδήποτε, την προσωπική αγωνία του καλλιτέχνη, του 20ου αιώνα, στοιχεία που διαφαίνονται σε όλο το θεατρικό κείμενο.

Ο Γιάννης Θηβαίος μεταφράζει, εδώ και πολλά χρόνια, με αμείωτο πάντα κέφι και με μεγάλη αγάπη και προσοχή για το εκάστοτε αντικείμενό του, θεατρικά κείμενα: (Αλμπέρ Καμύ, Φρανκ Βέντεκιντ, Ρομαίν Βενγκαρτέν, Μπερνάρ-Μαρί Κολτές, Φρανσουάζ Σαγκάν….) Έργο άξιο ολόθερμων συγχαρητηρίων, το οποίο μακάρι να συνεχιστεί όπως είναι η ευχή όλων μας.

 

Ζαν Κοκτώ (Jean Cocteau, 1889 - 1963)

Ζαν Κοκτώ (Jean Cocteau, 1889 – 1963)

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top