Fractal

Τρία ποιήματα

Του Χρήστου Κουκουσούρη // *

 

 

f3

 

[από την ανέκδοτη συλλογή «Στη Στενωπό της κρίσης»]

 

 

Κρυμμένη ελπίδα. 11/06/2015

 

Πληρωμένοι από μας, βιαστές τεχνοκράτες,

τις ζωές μας κρατούν στα λερά τους τα χέρια,

………………………τάχα ότι είναι προστάτες

ακονίζουν με πάθος τα μεγάλα μαχαίρια

και η τιβί, μας πουλάει αυταπάτες.

 

Σαν θεριά που μυρίζουν των θυμάτων το αίμα

και τα σάλια να τρέχουν στην οσμή των φιλέτων

…………………………όλα μοιάζουν με ψέμα

σαν σολίστ σε παράσταση νέων μπαλέτων

δίνουν τόνο και χρώμα στο θέμα.

 

Δεν μπορείς ω! Ελλάδα να σηκώσεις κεφάλι

των μεγάλων τζακιών η καπνιά σε τυφλώνει

…………………….μοιάζεις σάπιο Ποστάλι

τα φορτία πληγές που η πλάτη σηκώνει

σ’ έχουν κάνει παγκόσμιο χαμάλη.

 

Ω! Ελλάδα, της Γης ομορφότερη χώρα

ω! πατρίδα που κρύβεις πλούτο, ύλη, ψυχή,

………………………πως κατάντησες τώρα

σε φροντίζουν σπουδαίοι με φροντίδα ρηχή,

καθρεφτάκια και χάντρες για δώρα.

 

Ο λαός γερασμένος δεν αντέχει την πάλη

η ψυχή του αντάρτη στα βουνά είναι θαμμένη

……………………στο σημάδι έχουν βάλει

μια φωτίτσα μικρή η ελπίδα, κρυμμένη,

τον καιρό περιμένει να ξεθάψει τ’ ατσάλι.

 

 

Ξεπουλάμε.

 

Απόντες στης ζωής μας τα καλέσματα,

εικόνα μικρομάγαζου έχει η χώρα,

πωλούνται όλα, ευκαιρία μην τη χάσετε,

δεν θα την ξαναβρείτε, πάρτε τώρα.

 

Πωλούνται οικογενειακά κειμήλια,

γεμάτα συναισθήματα, αναμνήσεις,

φωτογραφίες δίχως κάδρα ασπρόμαυρες,

εκπτώσεις φοβερές, στις συνειδήσεις.

 

Οι ιστορίες των προγόνων προσφορά

τα έργα τους πακέτο μ’ άλλα δώρα,

κουπόνια σουπερ μάρκετ για φασόλια

και άλλα όσπρια που δεν παράγει η χώρα.

 

Κεντήματα κιτρινισμένα από το χρόνο,

μάτια μανάδων που τα νότισαν με δάκρυ

στην προσφορά και δυο cd γεμάτα πόνο,

και μια βόλτα για καφέ στη Νέα Μάκρη.

 

Πωλούνται κάποια ακίνητα που σώθηκαν,

από τις προηγούμενες εκπτώσεις της πατρίδας,

κι αυτά μ’ εκπτώσεις και διαγωνισμούς,

όλο και θα βρεθεί να τα’ αγοράσει κάποιος Μήδας.

 

Μας μείναν κάτι υπόλοιπα απ’ αγάλματα

κάτι κουτσά, κουλά κι ακέφαλα κομμάτια

θα βρείτε στας Ευρώπας τα υπόλοιπα

σήμερα η Ελλάς έχει κεσάτια.

 

Σουβλάκι με τζατζίκι κι από απέναντι

μας κλείνει πονηρά η Ακρόπολη το μάτι

μη και βρεθεί κανείς να ενδιαφέρεται

και γίνει και με κείνη έστω κάτι.

 

Τα σπίτια μας ντουβάρια δίχως νόημα

που η εφορία τα μετρά με το κομμάτι

σε ξένους θα τα δώσει έχει πρόβλημα

πρέπει να βγάλει τέλος πάντων κι αυτή κάτι.

 

Βραχονησίδες σκορπισμένες στου Αιγαίου

τα γαλανά νερά, μποδίζουν τα καράβια,

ας τις πουλήσουμε μια ώρα αρχύτερα

για να ‘ναι φωτισμένες τ’ άγρια βράδια.

 

Το κλείνουμε το μαγαζί και κάτι όνειρα

κι ελπίδες, που μας μείνανε στους πάγκους

θα τα χαρίσουμε μαζί με τα χαρτόκουτα,

σε κάποιους, της Πλατείας Σαλτιμπάγκους.

 

Εμείς να τα’ αγοράσουμε δεν γίνεται

φτωχύναμε απ’ τη μια στιγμή στην άλλη,

κρατάμε μ’ αυταπάρνηση στους ώμους μας,

εκείνο, το αδειανό μας το κεφάλι….

 

 

Ύστατη ώρα. 30/11/2015

 

Δεν λέει την αλήθεια

η εικόνα που κρύβεις με ‘στον ψεύτη καθρέφτη,

κραυγάζει η σιωπή σου

σε κοιτάζει με μάτια φοβισμένα, του κλέφτη,

μια παλιά είναι συνήθεια,

να καλύπτεις τα ίχνη της πορείας που χαράζεις

να ξεχνιέται η μορφή σου

να την παίρνεις μαζί σου, δεν διστάζεις.

 

Δεν ξέρεις που πάνε,

τραίνα μ’ άδεια βαγόνια από άδειους σταθμούς,

μόν’ ψυχές κουβαλάνε,

μοιάζει έγκλημα μνήμης που αγγίζει θεούς

μον’ ψυχές που πονάνε,

τιποτένιες ανάσες από ανάλγητα χέρια

το κουράγιο σου λείπει,

απ’ τα μάτια σου κρύβουν τα καρφιά, τα μαχαίρια.

 

Και στο τίποτα που είχες,

αποκούμπι πολύτιμο τώρα στήνουν χορό

το σακούλι του γέροντα,

που με απίστευτη στέρηση έχει λίγα ευρώ

για την ώρα την ύστατη

το ταξίδι που χάραξε, η ακριβή του ζωή

ένα πένθιμο σάβανο,

μια φτηνή αξιοπρέπεια, είναι τώρα λειψή.

 

 

 

* O Χρήστος  Κουκουσούρης  γεννήθηκε το 1952 στις Σέρρες. Δεν έχει να παρουσιάσει πτυχία, διδακτορικά και άλλες περγαμηνές πέραν ενός ταπεινού πτυχίου Εργοδηγών Σχεδιαστών και την αγάπη του για την ποίηση. Υπάρχουν στο συρτάρι του ποιητικές συλλογές, αλλά καμία δεν έφθασε στο τυπογραφείο.

 

 

Ετικέτες:
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top