Fractal

Τέσσερα ποιήματα

Του Χάρη Γαρουνιάτη // *

 

 

f1

 

 

Μια απάντηση στο credo του Ρόμπινσον Τζέφερς

Σομόν κάτω απ’ το μαβί, γαλάζιο
κάτω από το μπλε, κι όλες οι ανταύγειες σβήνουν
στο εκπληκτικό σφουμάτο του απογεύματος.

Απόψε ο ουρανός δεν είναι καν ουρανός.
Ανεπίδεκτος μεταφορών, μία μονάχα λέξη έμαθε
στο σχολείο των ουρανών,

και την παπαγαλίζει μέρα νύχτα
σε μια μονότονη επανάληψη,
αγνοώντας εμάς και τις υποθέσεις μας.

Αλλά τι σπατάλη χρώματος όταν στρέφω αλλού το βλέμμα.
Τι σπατάλη αν δεν είμαι εγώ εκεί για να πω
σομόν κάτω απ’ το μαβί, γαλάζιο

κάτω από το μπλε … Λένε ότι τα πράγματα
γεννήθηκαν πριν από τα μάτια. Αλήθεια είναι.
Αλλά σε αντίθεση με ό,τι πίστευε ο Τζέφερς,

η σπαρακτική ομορφιά των πραγμάτων
δεν θα παραμείνει κι όταν δεν θα υπάρχει πια καρδιά
να σπαράζει γι’ αυτήν.

 

 

Περιμένοντας το ασανσέρ

Η τελευταία μνήμη που έχω από εκείνον,
είναι να στέκει στο μπαλκόνι του τετάρτου ορόφου
και να χαζεύει την πανσέληνο.
Αν και το δέρμα του ήταν τσαλακωμένο,

τα μάτια του την είχανε γλιτώσει
κι έμειναν να κοιτάζουν το ίδιο απορημένα
όπως ογδόντα χρόνια πριν: το φεγγάρι
το ίδιο απροσπέλαστο, ο ουρανός

ένα σουρωτήρι που στραγγίζοντας φως
διέγραψε τον αστερισμό
του Πόσο-λίγο-μάθαμε-αυτό-τον-κόσμο.
Σήμερα κείται πέντε ορόφους χαμηλότερα,

και το φεγγάρι είναι στη χάση του.
Καθώς περνάει πάνω από τ’ απορημένα μας μπαλκόνια,
μας υπενθυμίζει πως, αργά ή γρήγορα,
όλα τα υψηλά ερωτήματα θα κατεβούν

στο βάθος των απουσιών τους.

 

 

 Hotel Ναφθαλίνη

Μειλίχιε ταξιδιώτη, ναυτικέ της βορειότερης
κι άγνωστης σε μένα θάλασσας,
ποιο έτος χριστουγέννων ήταν που ξεχάστηκες
στην κάτασπρη καμπίνα, έχοντας εμπιστευτεί
το πιο αργό από τα ρολόγια;

Και μήπως τελικά θυμήθηκες
να φέρεις έναν πατέρα για το γιο σου;

 

 

 Πράσινος πρόξενος

Ο πόλεμος τελείωσε.
Οι ανταποκριτές τρέχουν σε νέες συρράξεις.
Οι φωνές που ενσάρκωσαν το λόγο του ηγέτη σώπασαν μονομιάς,
όπως η μουσική πάει τραγουδώντας στη σιωπή.

Τι ακριβώς διαπράχθηκε εκεί, δεν πρόκειται να σας πω.
Αυτό που είμαι πρόθυμος ν’ αποκαλύψω με οδύνη μα και αίσθηση καθήκοντος,
είναι ότι στα καμένα ερείπια είδαμε τη σκοτεινή πλευρά της δημιουργίας,
που είναι του ολέθρου η αποκρουστική ομορφιά.

Σιγά σιγά η τάξη αποκαθίσταται, ο ύπνος και το ψωμί
γυρίσανε στα σπίτια, κι όλοι οι μηχανισμοί της πολιτείας
εργάζονται πυρετωδώς για τη δημιουργία μιας Κυριακής,
που ένα κορίτσι θα ξυπνήσει αργά το μεσημέρι

και θ’ αναφωνήσει η ζωή είναι ωραία.

 

 

 

* Ο Χάρης Γαρουνιάτης γεννήθηκε το 1987 στην Αθήνα, όπου ζει κι εργάζεται. Ποιήματα και μεταφράσεις του έχουν δημοσιευθεί σε διάφορα έντυπα και διαδικτυακά περιοδικά.

 

 

Ετικέτες:
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top