Fractal

Η μεγάλη πλημύρα του Μισισιπή του 1927. Ένα αφιέρωμα στα μπλουζ του «νότου». (Μέρος 3ο)

Του Γεωργίου Νικ. Σχορετσανίτη //

 

O μεγάλος Τεξανός μπλουζίστας, Blind Lemon Jefferson (1893-1929), ο ονομαζόμενος και πατέρας των μπλουζ του Τέξας, εντυπωσίαζε λευκούς και μαύρους μουσικούς και όλα τα ακροατήρια. Η  δημοτικότητά του το 1926 κινητοποίησε τους ανιχνευτές ταλέντων και αποκάλυψε στις δισκογραφικές εταιρείες μια ανατέλλουσα αγορά που είχε ως υπόβαθρο  τα νέγρικα μπλουζ. Αν και τα χρήματα ποτέ δεν έκαναν ένα μαύρο καλλιτέχνη των μπλουζ πλούσιο, τα μπλουζ της πρώιμης εκείνης  εποχής προσέφεραν σε αυτούς έναν τρόπο ζωής που ήταν πολύ πιο άνετος από ότι εκείνος  του αγρότη και εργάτη στις φυτείες  του νότου κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου και κάποιες φορές να αποφασίσουν μόνοι για τη πορεία στη ζωή τους. Έτσι λοιπόν, τον Μάιο του  1927, την ώρα που η μεγάλη καταστροφή βρισκόταν σε εξέλιξη στον δυστυχή αμερικάνικο νότο, ο Blind Lemon Jefferson ηχογραφούσε στο Σικάγο το τραγούδι ‘Rising High Water Blues’.

 

Ο τραγουδιστής μας λέει ότι τα λασπόνερα ολοένα και αυξάνονται, ο κόσμος στο Νότο δεν μπορεί να κάνει τίποτα, και δεν μπορεί να μάθει κάτι για το κορίτσι του κάτω στο Μέμφις. Το Αρκάνσας γέμισε νερό, κι οι άνθρωποι ουρλιάζουν στο Τεννεσί. Επειδή έβρεχε μέρες και νύχτες, χιλιάδες άνθρωποι έμεναν πάνω στους λόφους κοιτάζοντας προς τα κάτω εκεί, στα σπίτια όπου έμεναν. Τα παιδιά στέκονται εκεί ουρλιάζοντας στη μαμά τους, ότι τα νερά τους πήραν το σπίτι, κι ο μπαμπάς τους ότι τα λασπόνερα τους άφησαν ολομόναχους. Τα νερά αυξάνουν σε ύψος, έρχονται στην πόρτα και τα παράθυρά του, και ο τραγουδιστής μας φεύγει με μια προσευχή στην καρδιά του. Να μην υψωθούν άλλο τα νερά!

(Backwater rising, Southern peoples can’t make no time/And I can’t get no hearing from that Memphis girl of mine/ Water in Arkansas, people screaming in Tennessee/ If I don’t leave Memphis, backwater spill all over poor me/ People, since its raining, it has been for nights and days/Thousands people stands on the hill, looking down were they used to stay/children stand there screaming: mama, we ain’t got no home/Papa says to the children, ‘Backwater left us all alone’/The backwater rising, come in my windows and door/I leave with a prayer in my heart, backwater won’t rise no more).

Ο Robert Hicks, καλύτερα γνωστός ως Barbecue Bob (1902-1931) ήταν ένας πρόωρα χαμένος μουσικός του μπλουζ. Το ψευδώνυμό του προήλθε από το γεγονός ότι ήταν μάγειρας σε ένα εστιατόριο μπάρμπεκιου. Η μία από τις δύο σωζόμενες φωτογραφίες του, τον δείχνουν να παίζει την κιθάρα του, ενώ φοράει μεγάλου μήκους λευκή ποδιά και καπέλο μάγειρα.

 

Ο Barbecue Bob με την ποδιά του σεφ, αλλά και με την κιθάρα!

Ο Barbecue Bob με την ποδιά του σεφ, αλλά και με την κιθάρα!

 

Καταγόταν από την Πολιτεία της Georgia, κι έμαθε να παίζει κιθάρα μαζί με τον αδελφό του, Charlie Hicks, και τον Curley Weaver, από τη μητέρα του τελευταίου, Savannah ‘Dip’ Weaver. Ο Bob γρήγορα μετακινήθηκε προς την Ατλάντα, κι έγινε ένας από τους σπουδαιότερους ερμηνευτές του νέου στυλ του μπλουζ, αυτό της Ατλάντα. Στην Ατλάντα, εργάστηκε σε διάφορες δουλειές, ενώ παράλληλα έπαιζε κιθάρα. Κατά τη διάρκεια όμως της εργασίας του σε ένα εστιατόριο σε ένα βόρειο προάστιο της Ατλάντα, τον ανακάλυψαν οι ανιχνευτές ταλέντων και συγκεκριμένα ο Dan Hornsby της Columbia Records. Ο τελευταίος σκέφτηκε να ηχογραφήσει τη δουλειά του και να χρησιμοποιήσει τη δουλειά του ως εμπορικό κόλπο δημοσιεύοντας τη φωτογραφία του με λευκή ποδιά και καπέλο και δίνοντάς του το όνομα Barbecue Bob. Μία από τις πρώτες του ηχογραφήσεις, ήταν το ‘Barbecue Blues’, το Μάρτιο του 1927, καθιερώνοντάς τον ως δημοφιλή και εμπορικό καλλιτέχνη της Columbia. Παρά την αρχική αυτή επιτυχία του, κάποια άλλη ηχογράφηση θα του χάριζε την πολυπόθητη εδραίωση στην αγορά των δίσκων, κι αυτή δεν ήταν άλλη από την ηχογράφηση του ‘Mississippi Heavy Water Blues’ στη Νέα Υόρκη τον Ιούνιο του 1927, τραγούδι βεβαίως σαφώς εμπνευσμένο από τις μεγάλες πλημμύρες που ελάμβαναν χώρα στο Μισισιπή εκείνη τη χρονική στιγμή. Αυτό το τραγούδι, καθώς και κάποιες άλλες κυκλοφορίες του, απέκτησαν μεγάλη δημοτικότητα, καθώς οι δίσκοι του πωλούσαν πολύ καλύτερα από ότι πολλοί άλλοι μουσικοί του μπλουζ. Μετά από συνεργασίες με άλλους και ηχογραφήσεις, πέθανε δυστυχώς από ένα συνδυασμό φυματίωσης και πνευμονίας, σε ηλικία 29 ετών, στις 21 Οκτωβρίου 1931. Πριν τον θάψουν οι φίλοι του έπαιξαν το ‘Mississippi Heavy Water Blues’!

Μέσα σε αυτό, ο τραγουδιστής μας αφηγείται ότι βάδιζε κάτω στα αναχώματα με το κεφάλι σκυφτό, ψάχνοντας τη μάνα του. Βλέπει αυτά που συμβαίνουν γύρω του, το νερά, τις λάσπες, το σπίτι του εξαφανίστηκε, το κορίτσι του χάθηκε, κι ελπίζει ότι κάποια όμορφη μέρα θα έρθει πίσω γιατί, όπως εξομολογείται, κανένας δεν την αγαπάει τόσο όσο αυτός. Βρίσκεται στο Μισισιπή, με λάσπη στα παπούτσια του, όπως και ολόγυρά του, ενώ η καλή του στη Λουιζιάνα. Ακόμα απευθύνεται στους άντρες, και τους λέει ότι όλες οι γυναίκες πνίγηκαν μέσα στο βούρκο και τα νερά! Προς το τέλος του τραγουδιού στρέφεται προς το Θεό, και του λέει: ‘Κύριε, ο Μισισιπής πνίγεται, η Λουιζιάνα βυθίζεται, όλες οι πόλεις πνίγονται, ο Robert Hicks πνίγεται (εδώ θυμάται το όνομα με το οποίο γεννήθηκε), κι αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο τραγουδάω το μπλουζ των πολλών νερών του Μισισιπή’’.

(I was walking down the Levee with my head hanging low/ Looking for my sweet mama but she ain’t here no more/That’s why I’m crying Mississippi heavy water blues/Lord, Lord, Lord, I’m so blue, my house got washed away/And I’m crying “how long for another pay day”/That’s why I’m crying Mississippi heavy water blues/I’m sitting here looking, at all of this mud/And my girl got washed away in that Mississippi flood/That’s why I’m crying Mississippi heavy water blues/I hope she come back, some day kind and true/Ain’t no one satisfy her like her sweet papa do…/I’m in Mississippi, with mud all in my shoes/My girl in Louisiana with those high water blues…/ Listen here you men, one more thing I’d like to say/Ain’t no womens out here, for they all got washed away/The whole towns a shrinkin’/Robert Hicks is Singin’/That’s why I’m crying Mississippi heavy water blues).

Η κατασκευή των αναχωμάτων άρχισε τον 19ο αιώνα στις ΗΠΑ, στις όχθες του ποταμού Μισισιπή και σε κάποια άλλα μικρότερα ποτάμια, όπως τους Red και Brazos. Από εκείνη την εποχή και μετά, έως το 1920, λίγα έγιναν. Στη δεκαετία του 1920 και ιδιαίτερα στη δεκαετία του ’30, οι κυβερνητικοί εργολάβοι έφεραν εργάτες σε στρατόπεδα για να χτίσουν αναχώματα και να κάνουν τα υπάρχοντα κάπως ψηλότερα. Αυτά τα στρατόπεδα, το συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, ήταν άγρια μέρη κυριολεκτικά, όπου ο μόνος νόμος ήταν το αφεντικό, πέρα από το γεγονός ότι οι δολοφονίες και άλλα εγκλήματα ήταν συνήθη. Ήταν μια κατάσταση όπου οι μαύρες εργάτες δούλευαν σκληρά, για λίγα χρήματα και εκμεταλλεύονταν βάναυσα με κάθε τρόπο.

 

image006

 

Ο τραγουδιστής του Τέξας, Gene Campbell, είπε την ιστορία, όταν ηχογράφησε το ‘Levee Camp Man’, το 1930. Τίποτα δεν είναι γνωστό για τη ζωή του κιθαρίστα και τραγουδιστή των μπλουζ, Gene Campbell. Δεδομένων των στυλιστικών τάσεών του, είχε μια φωνητική προσέγγιση κάπως παρόμοια με τον Texas Alexander, συνήθως αναφερόταν ως Τεξανός, αλλά κι αυτή η πληροφορία, παραμένει εικασία. Έκανε τις πρώτες ηχογραφήσεις του στο Ντάλας, με δύο τραγούδια για την Brunswick Records το 1929. Δέκα ακόμα τραγούδια ηχογραφήθηκαν για την Brunswick στο Σικάγο, τον Μάιο του 1930, κι ακόμα άλλα τέσσερα στο Ντάλας τον Νοέμβριο του ίδιου έτους.

‘Αυτοί οι εργολάβοι, δεν μου φαίνονται τόσο σοβαροί. Θα σας δώσουν τα μισά χρήματα και θα κρατήσουν τα άλλα μισά’, λέει ο τραγουδιστής στην αρχή του τραγουδιού. Αναφέρεται σε έναν υψηλόβαθμο υπάλληλο και το αφεντικό του. Εκεί στα στρατόπεδα των αναχωμάτων, ο κάθε εργάτης έχει το μουλάρι του, μαζί με το οποίο εργάζονται δίπλα-δίπλα, όπως ακριβώς ο άνθρωπος για τον άλλο άνθρωπο. Ο άνθρωπος όμως, κι εδώ αυτοσαρκάζεται λίγο, έχει δύο πόδια και πρέπει να μετακινηθεί και να κάνει όσα το μουλάρι με τα τέσσερα. Στο τέλος αναφέρεται στις φωνές των εργατών μέσα στα αναχώματα και τις απαντήσεις των γυναικών διανθισμένες με κάποιο ερωτικό βεβαίως περιεχόμενο…).

(These contractors, they are getting so slack/They’ll pay you half of your money and hold the other half back/There ain’t but two men that get paid off/That’s the commissary clerk and the walking boss/I see somebody coming down to the water trough/I know it ain’t the contractor, it’s that doggone walking boss/A levee camp mule and a levee camp man/They work side by side, and it sure is man for man/A levee camp man ain’t got but two legs you know/But he puts in the same hours that a mule do on four/I wouldn’t drive no four-mule team/For no doggone contractor I’ve ever seen/Men on the levee hollering “Whoa Haw Gee”/And the women on the levee camp hollering “Who wants me?).

Στο τέλος του προηγούμενου τραγουδιού, τα επιφωνήματα Whoa, Haw και Gee, είναι κλήσεις για κατεύθυνση ή κάποια αλλαγή της, σε μια ομάδα μουλαριών. Οι γυναίκες που ούρλιαζαν ‘who wants me’ προφανώς θα ήταν πόρνες οι οποίες απευθύνονταν σε άντρες. Οι γυναίκες στα στρατόπεδα και στα αναχώματα, περιελάμβαναν και πόρνες, καθώς και συζύγους και φίλες των ανδρών.

 

image008

 

Το 1927, η Lucille Bogan, η οποία ηχογραφούσε ως Bessie Jackson, τραγούδησε για το πόσο δύσκολο ήταν να βρίσκεται ένα κορίτσι εκεί στα αναχώματα, μεταξύ πολλών αντρών, στο ‘Levee Blues’:

Κάτω στο ανάχωμα, στο στρατόπεδο νούμερο εννέα, αν περάσεις απ’ το σπίτι μου, γλύκα, θα μ’ ακούσεις να κλαίω, λέει η τραγουδίστρια. Μας εξομολογείται ότι δεν είχε ποτέ πριν κάποια φασαρία, έως ότου έρθει εδώ, και θα φύγει από αυτό το στρατόπεδο, αφού δεν μπορεί να κάνει τίποτα εδώ. Η αδελφή της, τα ίδια, ο αδελφός της επίσης, όλοι είναι στενοχωρημένοι στα στρατόπεδα και στα αναχώματα, και δεν βρήκε κανένα γιατρό σε όλο αυτόν τον κόσμο τριγύρω για να θεραπεύσει τη στενοχώρια της, τη στενοχώρια ενός μοναχικού κοριτσιού στα αναχώματα και τα στρατόπεδα.

(Down on the levee, Camp Number Nine/You can pass my house, honey you can hear me cry/ I never had no blues, until I come by here/I’m going to leave this camp, you can’t start in here/My sister got the, brother got them too/ We all got the levee camp blues/I ain’t found no doctor, ain’t no doctor in this whole round world/Just to cure the blues, the blues of a levee camp girl).

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top