Fractal

Κατάβαση στην κόλαση του Λος Άντζελες

Γράφει ο Διονύσης Μαρίνος //

 

elroy-dahlia«Μαύρη Ντάλια» του Τζέιμς Ελρόι, εκδ. Κλειδάριθμος, σελ. 496

 

Το σκαμπρόζικο Λος Άνχελες του Τσαρλς Μπουκόφκσι με τα περιφανή μεθύσια, τις λαγαρές γυναίκες, τα σκληρά αντράκια του περιθωρίου. Η σκοτεινή, λαβυρινθώδης πόλη του μάστορα Ρέιμοντ Τσάντλερ – του Φίλιπ Μάρλοου η μονιά. Ω, το τραχύ, φιδογυριστό Λος Άντζελες του Τρούμαν Καπότε, μια γωνία από σκληρές παιδικές μνήμες και εκτυφλωτικά φώτα από πάρτι, glossy περιοδικά και στάρλετ της μιας βραδιάς. Μα, κι εκείνη η προσφώνηση- πρόκληση στον θεό Πάνα Τζιμ Μόρισον: «From Los Angeles California, The Doors», με τον Lizard King να ψέλνει την καντάτα του ζευγαρώματος με την «L.A. Woman». Η πόλη και οι άνθρωποί της. Ένας από αυτούς είναι λίγο διαφορετικός. Πρώην ναρκομανής, πρώην άστεγος, ένα χαμίνι που είδε το φως στις λέξεις, που άφησε τις προτάσεις να ξεσκονίζουν τα σκοτάδια του, που είδε τα βιβλία του να γίνονται όπλα απέναντι στους δαίμονές τους. Ο «Λευκός Πρίγκιπας», ο πολύς Τζέιμς Ελρόι. Δεν είναι ένας ακόμη συγγραφέας, ούτε ένας άξιος συνεχιστής της παράδοσης του Τσάντλερ και του Χάμετ. Μήτε ένας «καλός γιος» που πήρε
την κουλτούρα του νουάρ και της πέρασε ένα καλό λούστρο για τωρινή κατανάλωση. Ο Ελρόι είναι ένας Ντοστογιέφσκι της αστυνομικής λογοτεχνίας, ένας Σαίξπηρ που τα σονέτα του είναι σκληρά σαν το ατσάλι του όπλου και κόκκινα σαν της ανοιχτής φλέβας το λουλούδι. Τον αγαπάς ή τον εχθρεύεσαι: άλλη λύση δεν υπάρχει με την περίπτωσή του. Όπως και να ’χει δεν σου περνάει αδιάφορος, δεν γίνεται να συμβεί.

Ομοίως, η «Μαύρη Ντάλια», τούτο το σκοτεινό, πυκνοραμμένο magnum opus δεν είναι μόνο η λογοτεχνική μεταφορά της ειδεχθούς δολοφονίας (μια από τις πλέον πολυσυζητημένες στα αστυνομικά χρονικά των ΗΠΑ) της νεαρής Ελίσαμπεθ Σορτ, εκεί στα 1947, αλλά μια κατάβαση στην κόλαση των ενστίκτων, του αβαθούς τραύματος της παιδικής ηλικίας, των μυχών μιας ψυχής που δεν μπορεί να βρει ηρεμία. Είναι το βιβλίο που καταξίωσε και καταδίωξε περισσότερο από όλα τον Ελρόι διότι μέσω αυτού δεν αναμετρήθηκε μόνο με την «Μαύρη Ντάλια», αλλά και με τη δολοφονία της μητέρας του. Γεγονός που στιγμάτισε αναπόδραστα τη ζωή του μικρού Ελρόι και μετέπειτα άνδρα που κουβαλούσε με τη σειρά του τις δικές του αλυσίδες.

Ένα βράδυ του 1947, γωνία 38ης Οδού και Σάουθ Νόρτον Άβενιου, βρέθηκε κατακρεουργημένη η νεαρή Ελίσαμπεθ Σορτ που ο Τύπος της κόλλησε το προσωνύμιο «Μαύρη Ντάλια» λόγω του μαύρου φορέματος και της μαύρης περούκας που φορούσε. Μια κοπέλα που είχε πάθος με την ηθοποιία, τους στρατιώτες, τις απολαύσεις, τον κίνδυνο του άγνωστου, της νύχτας τις κρυφές απολήξεις, τις σεξουαλικές παρεκτροπές, μα και μια κοπέλα ανόθευτη, άπειρη, ονειροπόλα: κάτι σαν πρόβατο επί σφαγή.

 

James Ellroy

James Ellroy

 

Στην υπόθεση εμπλέκονται δύο πρώην μποξέρ, αντίπαλοι στα ρινγκ και εν συνεχεία φίλοι και τελικά συνεργάτες ως ντετέκτιβ της αστυνομίας. Ο Μπάκι Μπλάιχερτ και ο Λη Μπλανσάρ: ο πάγος και η φωτιά. Δύο πόλοι αντίθετοι, αλλά και αλληλοσυμπληρούμενοι. Δύο άνδρες που εισχωρούν τόσο βαθιά στην υπόθεση που τους γίνεται εμμονή. Η Μαύρη Ντάλια, η Ελίσαμπεθ (και όλα τα διαφορετικά ονόματα που την ακολουθούν) θα μετατραπεί σε σπείρα και θα τους αιχμαλωτίσει, θα καταλήξει μια ρουφήχτρα και θα τους καταπιεί. Στην πραγματικότητα, το συγκεκριμένο έγκλημα δεν εξιχνιάστηκε ποτέ. Στο βιβλίο, η λύση που δίνεται δημιουργεί την αίσθηση ενός μη τετελεσμένου. Οι δαίμονες αντί να κατασιγάσουν, έχουν βγει από το πιθάρι και λικνίζονται. Τριγύρω από την υπόθεση οι αρμοί είναι άλλοτε λασκαρισμένοι και άλλοτε πάλλονται σαν πιστόνια. Σκληροτράχηλοι μπάτσοι, αλλά και εξωνημένοι συνάδελφοί τους παζαρεύουν ένα κομμάτι εξουσίας και χρημάτων. Μαστροποί, προαγωγοί, φρενοβλαβείς, τυχοκυνηγοί, σκοτεινές φιγούρες της νύχτας, κορίτσια που χάνουν την αγνότητά τους πληρώνοντας βαρύ τίμημα, σεξ σε όλες τις μορφές και με πολλές δόσεις, δολοφόνοι και λογής… ανατόμοι. Ένας υπόγειος κόσμος σε μια πόλη, το Λος Άντζελες, που ξέρει να εγκολπώνεται τις δυο διαφορετικές εκδοχές του: τη φωτεινή με τους κινηματογραφικούς αστέρες, τα φώτα και τη δημοσιότητα, αλλά και τη σκοτεινή που μοιάζει με την κόλαση του Δάντη. Ο Ελρόι αποτυπώνει αυτή την αναδίπλωση της πόλης με τρόπο τραχύ και συνάμα ποιητικό.

Ο κεντρικός αφηγητής, ο Μπάκυ Μπλάιχερτ, το alter ego του συγγραφέα όπως ο ίδιος παραδέχεται, ταυτίζεται σε σημείο διάρρηξης της προσωπικότητάς του με την Μπέτυ. Του γίνεται έμμονη ιδέα, ονειροπόλημα, ιδεατή σύντροφος, αλλά και εφιάλτης. Κάθε προχώρημα της υπόθεσης από μέρους του είναι και ένα σκαλοπάτι πιο κοντά στην προσωπική του άβυσσο. Δεν είναι μόνο τα ηθικά διλήμματα με τα οποία καλείται να αντιπαραταχθεί, αλλά και μια αμφιλεγόμενη λύτρωση που αναζητάει μέσω αυτής της άτυχης κοπέλας. Το Λος Άντζελες γίνεται γι’ αυτόν μια κοιλάδα του Ιωσάφατ: ένα συμβολικό μέρος όπου θα τελεστεί η Δευτέρα Παρουσία της ζωής του.

Σαράντα χρόνια μετά τη δολοφονία της μητέρας του, μιας γυναίκας που προσπάθησε να κερδίσει την ανεξαρτησία της από τον σκληροτράχηλο άνδρας της και το πλήρωσε με τη ζωή της, ο Ελρόι της αφιερώνει το βιβλίο και παραδέχεται πως δύο γυναίκες κουράρισαν τόσα χρόνια τα φαντάσματά του: η Μαύρη Ντάλια και η μητέρα του.

Η «Μαύρη Ντάλια» δεν είναι απλώς η επιτομή του νέου-νουάρ, δεν είναι ό,τι καλύτερο γράφτηκε τα τελευταία 25 χρόνια στην αστυνομική λογοτεχνία, είναι ένα μαύρο σύννεφο που δεν τελειώνει, είναι ένα βιβλίο για τη γλυκιά και δολερή μνημοσύνη που έλεγε και ο Ναμπόκοφ. Είναι ένα βιβλίο παραφοράς, τραυματικής απώλειας, απαραγνώριστου πόνου και αναζήτησης του λυτρωμού.

Εννέα χρόνια μετά, ο μεταφραστής Ανδρέας Αποστολίδης ξαναπιάνει το βιβλίο στα χέρια του και δίνει νέα πνοή στην ήδη πολύ καλή μετάφραση που είχε κάνει το 1996 για τις εκδόσεις Άγρα.

Στην παρούσα έκδοση υπάρχει και ως αναγκαίο και καταδηλωτικό προσάρτημα το δοκίμιο που έγραψε ο Ελρόι για το βιβλίο, στο οποίο εξηγεί επακριβώς την προσωπική του ιστορία και το πώς μέσω της Μαύρης Ντάλιας προσπάθησε να πλησιάσει τη νεκρή μητέρα του και να βρει εκείνες τις απαντήσεις που θα ησυχάσουν τις εσωτερικές φουρτούνες του. Το παρόν δοκίμιο είχε εκδοθεί ως ξεχωριστό βιβλίο (μόλις 25 σελίδων) από τις εκδόσεις Άγρα υπό τον τίτλο «Οι Χίλλικερς». Ήταν η αφορμή που είχε δώσει στον συγγραφέα η κινηματογραφική εκδοχή του μυθιστορήματος από τον αμερικανό μετρ του είδους, Μπράιαν ΝτεΠάλμα για να ανοίξει το κουτί της Πανδώρας. Και το άνοιξε.

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top