Fractal

«Όταν μιλούσες για τον χρόνο/ τον περιέγραφες εσταυρωμένο…»

Γράφει η Ελένη Χωρεάνθη //

 

«Οδός βράχων ανατολικά», Αχιλλέας Κατσαρός ποίηση, Θράκα, 2015

 

15 «Όταν ο πατέρας συμβαίνει να είναι και αθόρυβος δάσκαλος» και η μοίρα του στάθηκε τόσο άδικη ώστε να του στερήσει το φως της ζωής πάνω στη γονιμότερη ώρα της προσφοράς, η απώλεια είναι πιο οδυνηρή, δυσβάστακτη. Και ο πόνος του Αχιλλέα γίνεται τρυφερό ελεγείο και κατάθεση ψυχής στη μνήμη του, όχι μοιρολόι, τα μοιρολόγια δεν ταιριάζουν στους εκλεκτούς της ψυχής μας.

      Ως «επιτάφια ωδή» θα μπορούσε να χαρακτηριστεί η σύντομη λυρική σύνθεση «Οδός βράχων ανατολικά», μέσα από την οποία ο γιος Αχιλλέας Κατσαρός αφηγείται με ουσιαστικό ποιητικό λόγο την ξαφνική όσο και σύντομη πονεμένη, μη ανατρέψιμη πορεία της επάρατης ασθένειας του πατέρα ίσαμε την κατάληξη..

      Με στίχους σιβυλλικούς, βαθιά φιλοσοφημένους παρακολουθεί την εξέλιξη και καταγράφει τις λεπτομέρειες έτσι που να προβληματίζει, να θέτει ερωτηματικά, ίσως στον ίδιο τον εαυτό του, που δεν μπορεί να αιτιολογήσει και περισσότερο να αποδεχτεί το γεγονός και επιλέγει να εκφράσει την οδύνη του δημιουργώντας εικόνες υποβλητικές: «Αν ήσουν σχήμα/ θα ήσουν κάτι σαν τρίγωνο/ ένα κομμάτι πυραμίδας/ γεμάτο ρωγμές και επίπεδα…». Και με πόση λιτότητα ζωγραφεί τα συντρίμμια που αφήνει πίσω της η συμφορά: «…τα ξύλα της γνώσης πεταμένα / δωμάτιο βομβαρδισμένο/… είχες κόκκινο σώμα/ αγαπούσες την έρημο…». Τώρα έρημος μοιάζει το σπίτι.

Αλλού στήνει σκηνές ποιητικές που παραπέμπουν στην Αποκάλυψη: «δυο γυναίκες η χώρα μέσα σου…/ τους νεκρούς τους φανταζόσουν /να χορεύουν/ στον ελάχιστο χώρο/ γιατί κι αυτό το λίγο/ ίσως δεν τους ανήκει…/ όταν μιλούσες για τον χρόνο/ τον περιέγραφες εσταυρωμένο…»

Τον βλέπει ηρωικό τον πατέρα, ετοιμοπόλεμο μπροστά στον «φοβερό εχθρό»: «Όταν σε πλησίασε ο θάνατος/ του σήκωσες κόκκινο πανί / λες και ήταν ταύρος/… αυτή είναι η Ελλάδα του είπες/ και του έκοψες το χαμόγελο…»

Δεν μπορεί να ξεφύγει από τη βιωμένη πραγματικότητα, η τρυφερή σχέση με τον πατέρα δονεί την καρδιά του νέου ποιητή και η λύπη μετουσιώνεται σε συγκρατημένα παραπονεμένους στίχους. Πώς να μπορέσει να χωνέψει ότι οι ώρες οι θαυμάσιες, η ανεπανάληπτη  ζωή, η αγαπητική σχέση με τον πατέρα κάπου εκεί στο μεσοδιάστημα της ωραίας, της δημιουργικής πορείας του δασκάλου το νήμα κόπηκε σχεδόν απότομα. Μπαίνει σε αμφισβήτηση, δοκιμάζεται ακόμα και η πίστη. Εμπειρία οδυνηρά αποκαλυπτική: «αφρός ξυρίσματος κι ο θεός / τι να προλάβεις ν’ αγγίξεις…/ η οδός του μαρτυρίου έλεγες / ξεκίνησε με αργοναυτική εκστρατεία…».

Ο Αχιλλέας Κατσαρός κατάφερε μέσα σε λίγους στίχους να μετουσιώσει την οδύνη και τη λύπη, τη θλίψη και τον σπαραγμό, τον συγκρατημένο γόο και τους λυγμικούς φθόγγους σε ποίηση. Να συνθέσει ένα τρυφερό, ουσιαστικό ελεγείο  χωρίς θεαματικές εξάρσεις και χωρίς στιχουργικούς ακροβατισμούς. Με αληθινά στοιχεία, πορισμένα από τη δημιουργική επίγεια περιπέτεια της ζωής και των πονεμένων ωρών του  πατέρα, έπλεξε ένα αμάραντο στεφάνι στη μνήμη του για την αιωνιότητα που του ανήκει.

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top