Fractal

Μια ενδιαφέρουσα τεχνική γραφής

Γράφει η Διώνη Δημητριάδου //

 

«Αύγουστος» του John Williams, σε μετάφραση της Μαρίας Αγγελίδου από τις Εκδόσεις Gutenberg (σειρά Aldina)

 

[…] στη ζωή του καθενός, αργά ή γρήγορα, έρχεται μια στιγμή που αντιλαμβάνεται (πέρα και πάνω απ’ οτιδήποτε άλλο έχει αντιληφθεί ή ίσως αντιληφθεί στο μέλλον, και είτε μπορεί είτε όχι να εκφράσει αυτή την αντίληψη) το τρομακτικό γεγονός ότι είναι μόνος, ολομόναχος, και ότι δεν μπορεί ποτέ να είναι κάτι άλλο από το δύσμοιρο πράγμα που είναι ο εαυτός του.

Μια από τις αλήθειες που φθάνουν στην επιφάνεια της συνείδησης μόνον όταν έχει παρέλθει ικανός χρόνος βιωμένης σοφίας, όταν έχει αντιληφθεί ακόμη και ο πλέον σημαντικός άνθρωπος των αξιωμάτων και της πολυκοσμίας ότι η μοναξιά του αποτελεί μια αναπόφευκτη συνθήκη. Ο έξοχος John Williams -που μετά τον «Στόουνερ», έστω και αργά αγαπήθηκε πολύ από το ελληνικό αναγνωστικό κοινό- μας δίνει εδώ με τον «Αύγουστο» την προσωπικότητα του μέγιστου Ρωμαίου αυτοκράτορα, όπως δεν την έχουμε σκεφθεί ή φανταστεί, όσες ιστορικές πηγές κι αν έχουμε διαβάσει. Ανοιχτό, οπωσδήποτε, πάντοτε το θέμα της λογοτεχνικής προσέγγισης ενός ιστορικού προσώπου ως προς την αλήθεια των χαρακτηριστικών που του προσδίδονται. Και, φυσικά, δεν υπάρχει καμία περίπτωση να θεωρηθεί ποτέ η λογοτεχνική γραφή ισοδύναμη της ιστορικής. Ας μην ξεχνάμε, όμως, ότι συχνά χρησιμοποιήθηκε κάποιο λογοτεχνικό έργο ως πηγή για την ιστορική έρευνα, στον βαθμό που μέσα του ανιχνεύθηκαν στοιχεία αληθινά. Ο «Αύγουστος» δεν φιλοδοξεί να πάρει την ταυτότητα της ιστορικής πηγής, αν και αρκετά από τα γραφόμενα μέσα του ανταποκρίνονται στην αλήθεια των γεγονότων. Όχι, όμως. Πρόκειται για ένα εξαιρετικό μυθιστόρημα (αυτή η ταυτότητα αρκεί και περισσεύει)  και μάλιστα γραμμένο με μια τεχνική που αξίζει να προσέξουμε.

Ο συγγραφέας έχει επιλέξει κυρίως την πολυπρόσωπη επιστολική μορφή (παράλληλα με τα απομνημονεύματα, τα ημερολόγια, τα πρακτικά). Αυτή είναι και η πρώτη του καινοτομία, μια που προτιμά να διαβαστεί η γνώμη περισσότερων προσώπων, ώστε να αποδοθεί κατά το δυνατόν η ακριβέστερη εικόνα του Οκταβιανού. Δύσκολη η τεχνική μιας τέτοιας γραφής, γιατί θα πρέπει να τροποποιείται το ύφος και η εκφραστική ικανότητα ανάλογα με το πρόσωπο το οποίο κάθε φορά γράφει. Όπως δηλώνει ο ίδιος:

[…] Ήθελα να διακρίνεται το βιβλίο μου από μια αμεσότητα, αλλά δεν ήξερα πώς ακριβώς θα την πετύχαινα. Γνώριζα ότι όλοι οι καλλιεργημένοι Ρωμαίοι ήταν σπουδαίοι επιστολογράφοι. […] Ήθελα να μας συστήνονται οι χαρακτήρες μόνοι τους κι όχι να προσπαθώ εγώ να τους εξηγήσω. Στόχος μου δεν ήταν μια περιγραφή της Ρωμαϊκής εποχής υπό το πρίσμα του 20ου αιώνα. Η επιστολική μορφή, λοιπόν, επιτρέπει στους ήρωες να μιλούν οι ίδιοι για τον εαυτό τους.

Έτσι, ασχολήθηκε με τον πανίσχυρο αυτοκράτορα της Ρωμαϊκής εποχής, προσφέροντας σε μας ένα μυθιστόρημα με την αληθοφάνεια στον μέγιστο βαθμό, αλλά και με την ενδιαφέρουσα άποψη του μυθιστοριογράφου να το καθιστά ακόμα πιο γοητευτικό για τους βιβλιόφιλους του είδους. Δεν είναι, όμως, μόνο αυτή η καινοτομία του στη γραφή της μεγάλης αφήγησης, του μυθιστορήματος. Επιλέγει να χωρίσει σε τρία μέρη το βιβλίο με κριτήριο την οπτική γωνία, μέσα από την οποία προσλαμβάνει ο αναγνώστης τα ιστορούμενα. Με πρώτη εστίαση στους ανθρώπους γύρω από τον Αύγουστο, ώστε να δοθεί η άποψή τους, στην ουσία το εκτόπισμα που είχε πάνω τους η προσωπικότητα αυτού του ευνοούμενου του Ιούλιου Καίσαρα, που βρέθηκε να εξουσιάζει μετατρέποντας τη Ρωμαϊκή Δημοκρατία σε Αυτοκρατορία. Χωρίς να ακούμε ή να βλέπουμε απευθείας (με τα μάτια της γραφής)  τον ίδιο, έχουμε θέα στο πρόσωπό του μέσω των άλλων, του Μαικήνα του Αγρίππα, του Αθηνόδωρου, του Νικόλαου Δαμασκηνού, του Στράβωνα,  του Βιργίλιου, του Κικέρωνα, του Βρούτου, του Κάσιου, του Μάρκου Αντώνιου.

Ως αργά τη νύχτα το μόνο που ακουγόταν ήταν ο παφλασμός του νερού και το σφύριγμα  των ξύλων που ακόμα καίγονταν και τα σιγανά βογγητά των πληγωμένων· η αναλαμπή από τις φωτιές συνέχισε να κρέμεται πάνω από το λιμάνι· και ο Καίσαρας Αύγουστος, με το πρόσωπο σφιγμένο και κόκκινο σ’ αυτή τη λάμψη, στεκόταν στην πλώρη του καραβιού του και κοίταζε αυτή τη θάλασσα, που είχε πάρει τα κορμιά τόσων γενναίων αντρών, φίλων κι εχθρών, σαν να μην υπήρχε διαφορά ανάμεσά τους.

(ο Μάρκος Αγρίππας αφηγείται τα της ναυμαχίας του Άκτιου)

Στο δεύτερο μέρος η εστίαση γίνεται στο πιο κοντινό του περιβάλλον, με το πρόσωπο της κόρης του Ιουλίας να δεσπόζει στα κείμενα και στις επιστολές.

Όπως είπα, σπάνια τον έβλεπα· αλλά ακόμα και τώρα μου φαίνεται πως ήταν διαρκώς κοντά μου. Κλείνω τα μάτια  και νιώθω τα χέρια του να με πετούν ψηλά στον αέρα, ακούω τα εκστατικά γέλια του παιδικού μου τρόμου και της παιδικής μου σιγουριάς· νιώθω τα χέρια του να με ξαναπιάνουν από το κενό όπου με είχαν τινάξει.

(από το ημερολόγιο της Ιουλίας, κόρης του Αύγουστου)

Ο αναγνώστης αντιλαμβάνεται τη σταδιακή προσέγγιση στο κεντρικό πρόσωπο και αδημονεί να ακούσει τη φωνή του. Αυτό θα γίνει στο τρίτο μέρος, εκεί που τη θέση των επιστολών, των απομνημονευμάτων,  των πρακτικών, των ημερολογίων, θα πάρει η εκμυστήρευση εκ βαθέων του ίδιου του Αύγουστου, σε μια πρωτοπρόσωπη αφήγηση που αποκαλύπτει το ανθρώπινο εσωτερικό τοπίο μιας παντοδύναμης εξουσιαστικής μορφής.

[…] οι ερωμένες γερνούν ή φεύγουν· η σάρκα εξασθενεί· οι φίλοι πεθαίνουν· και τα παιδιά γίνονται αυτό που ήταν γραφτό τους να γίνουν, προδίνοντας έτσι το άπειρο των δυνατοτήτων που μας μάγεψε σ’ αυτά όταν τα πρωτοείδαμε.

(ο ίδιος ο Αύγουστος)

 

John Williams

 

Σαν να βρισκόμαστε μπροστά σε διαδοχικές πόρτες, οι οποίες ανοίγουν, ώστε να φωτίζεται όλο και περισσότερο η ουσία των γεγονότων και η αλήθεια των προσώπων. Με τη φαινομενική απόσταση από τα ιστορούμενα του παντογνώστη συγγραφέα (όχι όμως και αφηγητή), που εγκαταλείπει την προσφιλή στους μυθιστοριογράφους (ιδιαίτερα των ιστορικών μυθιστορημάτων) τριτοπρόσωπη αφήγηση. Και μόνον αυτό να είχε πετύχει ο John Williams, θα είχαμε ένα πολύ ξεχωριστό μυθιστόρημα, μια πολύ ενδιαφέρουσα πρόταση γραφής.

Ωστόσο, οι αρετές του βιβλίου δεν σταματούν σ’ αυτή την έμπνευση. Για όποιον έχει ήδη διαβάσει τον «Στόουνερ» είναι αναμενόμενη η απόλαυση που προσφέρει ο τρόπος που ο συγγραφέας παρουσιάζει τους χαρακτήρες του βιβλίου του. Μια διαρκής περιδίνηση προσώπων γύρω από τον κεντρικό χαρακτήρα, ώστε ταυτόχρονα να προβάλλεται το καθένα με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του (πολύ σημαντικό αυτό για τη συγκεκριμένη εποχή που εδώ παρουσιάζεται, με τις συνωμοσίες και τις δολοπλοκίες, τις συμμαχίες, τις έχθρες κ. λπ.) χωρίς ούτε λεπτό να βρίσκεται στη σκιά ο κεντρικός ήρωας. Τα πρόσωπα, οι χαρακτήρες, όλοι με το βάρος που αναλογεί στον καθένα, μετρώντας και την προσωπικότητά τους αλλά και τις ενέργειές τους, που επηρεάζουν τον κεντρικό ήρωα και δρομολογούν τις εξελίξεις.

Η έκδοση (στη σειρά Aldina), όπως πάντα επιμελημένη με προσοχή, η μετάφραση της Μαρίας Αγγελίδου σε μια γλώσσα ρέουσα και αρμόζουσα στο ύφος του προσώπου που κάθε φορά μιλά, αλλά και μια κατατοπιστική εισαγωγή από τον John McGahern. Σε μια εποχή που το μυθιστόρημα αμφισβητείται ως προς τις προθέσεις του, την αποτελεσματικότητα της αληθοφάνειάς του, ίσως ακόμα και ως προς την αυθεντικότητά του ως είδους, έρχεται ο John Williams να προτείνει -ας είναι και μετά από τόσα χρόνια από τη συγγραφή του, το μακρινό 1973- την επανασύνδεση του αναγνωστικού κοινού με τη συναρπαστική μεγάλη αφήγηση. Πρώτα με τον «Στόουνερ» και τώρα με τον «Αύγουστο».

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top