Fractal

Δύο ποιήματα “Άτιτλο” & “Δον Κιχώτης”

Του Αντώνη Κηπουρού //  *

 

 

 

 

Ένας κοσμοκαλόγερος

Κρυμμένος στη βολή μου

Έκανα μοναστήρι μου

Την απομόνωσή μου

 

Στα δάχτυλα ενός χεριού

Μετρώ τους κολλητούς μου

Αυτούς που πια δεν με ρωτούν

Πως σέρνω τους καημούς μου

 

Φύλαγε τις αντίστασες

Ψυχή μου στην καβάντζα

Γιατί θα ‘ρθούνε δύσκολα

Τελειώσαν τα ρομάντζα

 

Ξόρκια, αρρώστιες, βήματα

Αντίξοες συνήθειες

Κόβουνε την ανάσα μου

Σκιάζουνε τις αλήθειες

 

Τα πρώτα μου τα ξέχασα

Τι τώρα δεν με παίρνει

Να παίζω με πρωθύστερα

Το γένι θέλει χτένι

 

Να ξεκολλήσω προσπαθώ

Από την πεπατημένη

Που ‘χει το περιθώριο

Για μένανε στρωμένη

 

Τα λερωμένα τα ‘πλυνα

Και άλλαξα τα μέτρα

Βαθειά στη λήθη τα ‘κλεισα

Με κλειδωνιά από πέτρα

 

Τους στίχους μου παρέθεσα

Λιτό αναγνωστάρι

Για όσα είδα κι έπαθα

Να μείνουν καλαντάρι.

 

 

ΔΟΝ ΚΙΧΩΤΗΣ

 

Μία περίεργη φιγούρα

Άλλου καιρού καρικατούρα

Εν πρώτοις να ένας ιππότης

Αν και χλωμή η ομοιότης

 

Στητός επάνω στο φαρί του

Τον Ροσινάντη, την ψυχή του

Το σχέδιό του καταστρώνει

Τ’ αερικά κατατροπώνει

 

Η θλίψη και το μεγαλείο

Αντάμα ντύνουν τον ιππότη

Με ντενεκέδες και λεκάνες

Σκουπόξυλα και άλλα ράκη

 

Αγέρωχος τροπαιοφόρος

Της ιπποσύνης τους κανόνες

Είχε πυξίδα στην καρδιά του

Χωρίς φανφάρες και κορώνες

 

Ένιωθε χρέος να φροντίζει

Δεν μοιραζόταν τη ευθύνη

Δικό του μέλημα τα λάθη

Έτσι έβλεπε τη ντομπροσύνη

 

Μέσ’ το ρομάντσο της ψυχής του

Έπλασε στ’ όνειρο μια νέα

Αιθέρια ύπαρξη κι ωραία

Την μία δόνα Δουλτσινέα

 

Ταγμένος με ψυχή και σώμα

Στη δούλεψη της αφεντιάς της

Ποτέ δεν πέρασε απ’ το νου του

Ότι δεν θα ‘ναι η σκιά της

 

Εξιδανίκευσε την νέα

Την ντελικάτη σαν ιδέα

Ένιωθε χρέος του πως ήταν

Να ‘ναι φρουρός της και σημαία

 

Το κοκκαλιάρικο κορμί του

Γέρικο μα πεισματωμένο

Στ’ άλογο ολόρθο με καμάρι

Γερά κρατώντας το κοντάρι

 

Πίσω του πάντα αγκομαχώντας

Πάνω στο γάϊδαρό του ο Πάντσα

Άγχος, φροντίδα φορτωμένος

Πάντα πιστή του ορντινάτσα

 

Φουριόζος ρίχτηκε στη μάχη

Σε μία από όλες του πολέμου

Πιάστηκε στον ιστό αράχνης

Έγινε ιστίο του ανέμου

 

Χέρια κουνώντας μα και πόδια

Στ’ ανάποδά του κρεμασμένος

Είδε τα όνειρά του σκόρπια

Πέφτοντας γκρεμοτσακισμένος

 

Πληγή βαθειά χαράχθη μέσα

Στον λαβωμένο εγωισμό του

Ο ανεκπλήρωτός σκοπός του

Έγινε εντέλει ο χαμός του

 

Ανέφικτο το ιδανικό του

Ένα καλούπι γι άλλο κόσμο

Η ωραιότητα, το πάθος

Κανέλλα, ρίγανη και δυόσμο.

 

 

* Ο Αντώνης Κηπουρός του Εμμανουήλ γεννήθηκε στη Θεσ/νίκη 29 Μαίου 1950, μεγάλωσε στις Σέρρες, πήρε πτυχίο Ιατρικής από το Α.Π.Θ, ειδικότητα Ουρολογίας, παντρεύτηκε την Μαρία Ζαχάκη, απέκτησαν τρία παιδιά την Βασιλική, την Ηλέκτρα και τον Μανώλη, συνταξιοδοτήθηκε το 2012 και έκτοτε γράφει.

 

 

Ετικέτες:
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top