Fractal

«Εδώ Δεν Υπάρχει Άσυλο». Πράξη ένατη. Τα φώτα να «πέσουν» στον σκηνοθέτη της ταινίας Μιχάλη Καφαντάρη.

Συνέντευξη στον Γιάννη Παναγόπουλο //

 


Asylo_logoO ψηλός, σχεδόν δύο μέτρα, τύπος με το μαύρο δερμάτινο μπουφάν, το μαύρο πουκάμισο, το μαύρο παντελόνι, τις μαύρες μπότες, που καθόμαστε δίπλα ο ένας στον άλλο, θυμίζει περισσότερο ροκ σταρ που, μετά από γερό μεθύσι, έχει μυαλό μόνο για το επόμενο, παρά σκηνοθέτη με αληθινές ευθύνες. Για τον Μιχάλη Καφαντάρη θα έβαζα χέρι στη φωτιά  πως το ροκ, από το «ροκ – σταρ», το έχει σε γερές δόσεις.  Έχω καλούς λόγους να το λέω αυτό. Πέρασαν ήδη τέσσερα χρόνια από την ημέρα που συμφώνησε πως θα σκηνοθετούσε το φιλμ «Εδώ Δεν Υπάρχει Άσυλο» (ντοκιμαντέρ με μυθοπλασία αφιερωμένο στα συγκροτήματα της Ελληνικής «ανεξάρτητης» μουσικής σκηνής της δεκαετίας του ’80). Από το πρώτο γύρισμα, μεσημέρι καλοκαιριού σε κλαμπ στο Γκάζι, που όλα πήγαν στραβά και το καστ τσακώθηκε ως το τελευταίο  -που έγινε πριν 3 εβδομάδες-  η ταινία που μπλέχτηκε ο Μιχάλης είναι σχεδόν έτοιμη. Το μοντάζ  ολοκληρώθηκε. Και την εβδομάδα που τρέχει θα τελειώσει  η ηχητική της επεξεργασία. Ξέχωρα από τα παραπάνω, εκείνα που θα ονόμαζες «δουλειά γραφείου» για μια ταινία, ο Μιχάλης έχει να πει δυο – τρία πράγματα γύρω από το «Εδώ Δεν Υπάρχει Άσυλο», που δεν μπορεί να αφηγηθεί άλλος. Οι λέξεις του πακετάρονται και ως μανιφέστο ασύμβατου Αθηναίου που ζει την πόλη λες και είναι ο παράδεισος της εναλλακτικής κουλτούρας. Έχω λόγους να λέω πως αυτός ο ψηλός τύπος με το μαύρο δερμάτινο μπουφάν, το μαύρο πουκάμισο,  τις μαύρες μπότες, το μαύρο παντελόνι θεωρεί το μέρος  που ζει ακατέργαστο διαμάντι που λάμπει με ευκαιρίες δημιουργίας για εκείνους που πιστεύουν πως η τέχνη είναι πράξη επανάστασης και όχι αναζήτησης  προσεγμένου μπάτζετ, ψαγμένης διαφημιστικής καμπάνιας.

 

mkafandaris1

 

-Η ταινία «Εδώ Δεν Υπάρχει Άσυλο» είναι ο ορισμός της D.I.Y. λογικής;

Τώρα τι θέλεις να σου πω; Πως είναι; Κάποια στιγμή πρέπει να ξεκαθαρίσουμε τι είναι D.I.Y.; Βλέπω τύπισσες που φτιάχνουν κοσμήματα, τύπους που φτιάχνουν έπιπλα, μπάντες που ανεβάζουν τραγούδια τους στο ίντερνετ. Ποζάρουν D.I.Y. (Do It Yourself). Ποζάρουν αποστασιοποιημένοι από τη νόρμα της εποχής την ίδια στιγμή που την αποθεώνουν, επικοινωνώντας με μέινστριμ ιντερνετικά εργαλεία με τον κόσμο. Δεν ξέρω πόσο αουτσάιντερ είναι αυτό. Το λέω έτσι γιατί στην περίπτωση των συγκροτημάτων που προβάλει η ταινία, έχω να πω πως το D.I.Y. δεν ήταν το έτοιμο να απλωθεί βούτυρο πάνω σε ζεστό αφράτο ψωμάκι. Ήταν νομοτέλεια. Ο Νίκος ο Αγγελής για παράδειγμα. Είναι ένας τύπος με «αρχίδια». Έβγαινε με τους «Χωρίς Περιδέραιο» (την μπάντα που τραγουδούσε, έπαιζε πλήκτρα, έγραφε τραγούδια τη δεκαετία του ‘80) και οι μαλάκες από κάτω του πέταγαν γιαούρτια. Για ‘μενα ο Αγγελής και οι «Χωρίς Περιδέραιο» ήταν πολύ μπροστά από την εποχή τους. Είχαν τα πάντα. Μουσική. Σουρεάλ στίχους. Τσαμπουκά. Για μένα μπάντες σαν τους Χωρίς Περιδέραιο λειτούργησαν κάτω από το καθεστώς της ανάγκης για έκφραση. Ήταν D.I.Y. μια εποχή που ο όρος δεν είχε καν επινοηθεί. Στα γυρίσματα της ταινίας μας έλεγαν πως είχαν χτυπήσει πολλές πόρτες δισκογραφικών εταιρειών για να κυκλοφορήσουν τη μουσική τους. Τις βρήκαν όλες κλειστές. Και όμως δεν μάσησαν. Συνέχιζαν να κάνουν αυτό που ήθελαν. Σίγουρα τότε και ίσως σήμερα η ζωή στην Ελλάδα είναι ένα κρύο αστείο. Παντού οι δισκογραφικές εταιρείες έβρισκαν και βρίσκουν τρόπους να κυκλοφορήσουν δουλειές ανθρώπων που δεν καταλαβαίνουν. Στην περίπτωση των ελληνικών συγκροτημάτων της δεκαετίας του ‘80 αυτό δεν έγινε ποτέ. Θυμάμαι μια κουβέντα που είχα με τους Stress. Πριν ένα χρόνο εμφανίστηκαν στο Gagarin. Δεν το πίστευαν και οι ίδιοι αυτό που έγινε. Το κλαμπ ήταν ασφυκτικά γεμάτο. Και υπήρξε πολύς κόσμος που δεν μπορούσε να μπει μέσα να τους δει. Η ίδια μπάντα τη δεκαετία του ‘80 έπαιζε για πενήντα άτομα. Και διένεμε τη μουσική της μέσα από κασέτα. Μια γαμημένη κασέτα που πέρναγε από χέρι σε χέρι ήταν αρκετή να κάνει όλη τη δουλειά. Να ενώσει τους εφήβους της εποχής. Να περάσει το μήνυμα του Punk –Rock. Η ιστορία αυτής της μπάντας είναι καταπληκτική.

 

-Η ταινία σας, τελικά, τι είναι;

Πριν σου απαντήσω αυτό που ρωτάς θέλω να περιγράψω το περιβάλλον της δουλειάς μας. Ξεκινήσαμε χωρίς να έχουμε μία. Στα γυρίσματα μας καίγονταν τα φώτα. Και συχνά κάναμε αναγκαστικά διαλείμματα γιατί οι κάμερες υπερθερμαίνονταν. Είπαμε, όμως, πως όταν το «Εδώ Δεν Υπάρχει Άσυλο» ολοκληρωθεί, ανεξάρτητα από όσα τραβήξαμε, θα πρέπει να προβληθεί σε πραγματικό σινεμά. Πως πρέπει να το δουν πραγματικοί θεατές. Μιλώ για όλους εκείνους που πληρώνουν εισιτήριο όταν πάνε κινηματογράφο που, πριν μπουν σε σκοτεινή αίθουσα, αγοράζουν ποπ – κορν και κόκα κόλα. Θέλω αυτή η δουλειά να ιδωθεί χωρίς προκαταλήψεις. Να κριθεί με τον ίδιο τρόπο που θα κρίνονταν μια οποιαδήποτε άλλη ταινία με αληθινό μπατζετ. Το «Εδώ Δεν Υπάρχει Άσυλο» ξεκίνησε D.I.Y., όχι από άποψη αλλά από ανάγκη. Θυμάμαι πως, πριν ξεκινήσουμε τα γυρίσματα, τρέχαμε μαζί με τον παραγωγό του φιλμ, σε εταιρείες παραγωγής κινηματογραφικών ταινιών εξηγώντας στους ανθρώπους τους τί θέλαμε να κάνουμε. Ο καθένας τους έλεγε το μακρύ του και το κοντό του. Τελικά, αποφασίσαμε να προχωρήσουμε χωρίς να λογαριάσουμε κανέναν. Έχουμε μόνο μια αξίωση. Η ταινία μας να παίξει σε κινηματογράφο με πανί. Δεν πάμε να πουλήσουμε την προχειρότητα ως άποψη ανεξαρτησίας. Σήμερα μπορώ να πω πως, τελικά, βρήκαμε τρόπους να την γυρίσουμε σωστά. Λέω, επίσης, πως η δουλειά μας δεν θα ολοκληρώνονταν αν τα συγκροτήματα που εμφανίζονται στο «Εδώ Δεν Υπάρχει Άσυλο» δεν ξαναμαζεύονταν δίνοντας sold – out συναυλία στο «Gagarin» (τον περασμένο Μάρτη) όπου τα έσοδα της έφεραν τα απαραίτητα χρήματα να το ολοκληρώσουμε. Το φιλμ που γυρίσαμε είναι ένα αφιέρωμα στα συγκροτήματα της δεκαετίας του ‘80. Δεν θα ολοκληρωνόταν αν εκείνα δεν μας βοηθούσαν.

 

-Τη δεκαετία του ‘80, όταν τηνέϊτζερ ρωτούσε άλλο τηνέιτζερ «Τι μουσική ακούς;», ήταν σα να τον ρώταγε «Τι ομάδα αίματος έχεις;» Αν είχαν την ίδια, δεν θα υπήρχε πρόβλημα. Αν διαφωνούσαν, μπορεί να έπαιζαν σφαλιάρες. Εσύ αυτή την περίοδο την έχεις ζήσει;

Και εγώ παιδί της δεκαετίας του ‘80 είμαι. Μόνο που είμαι λίγο μικρότερος από την εποχή που οι Stress έπαιζαν σε τρύπες των πενήντα ατόμων στην Πλάκα. Για μένα η μουσική είναι η μόνη από τις τέχνες που η κατανόηση της είναι αποτέλεσμα μέθεξης και όχι βιώματος. Αν, για παράδειγμα, πιάσω κουβέντα με Τσέχο ποιητή, είναι πιθανό το έργο του να μην μου πει τίποτε απλά και μόνο γιατί τα βιώματα του είναι εντελώς διαφορετικά από τα δικά μου. Στη μουσική αυτό δεν συμβαίνει. Ένας Έλληνας μπορεί να καταλάβει ένα μπλουζ του Μισισιπή. Και μου φαίνεται ευκολότερο ένας τύπος από τη Νέα Γουινέα να νοιώσει κάτι ό,τι κι αν είναι, τελικά, είναι αυτό ακούγοντας Ηπειρώτικα. Η μουσική είναι παγκόσμια γλώσσα. Στη δεκαετία του ‘80 νιώσαμε την απόλυτη παράνοια γύρω από τη μουσική. Τα συγκροτήματα της εποχής κυκλοφορούσαν κυριολεκτικά με την πλάτη στον τοίχο. Τα μέλη τους ήταν εντελώς απροστάτευτα. Δεν είχαν δικαίωμά να φορούν τα ρούχα που τους άρεσαν. Τους έκοβαν το ρεύμα στις συναυλίες. Κι, όμως, την ίδια περίοδο την Ελλάδα κυβερνούσε σοσιαλιστική κυβέρνηση. Το ΠΑ.ΣΟ.Κ. ανέβηκε στα πράγματα προβάλλοντας το σύνθημα «Αλλαγή». Μαλακίες, δηλαδή. Ήταν η Μελίνα (Μερκούρη) που έκλεισε τα ροκ στέκια της Πλάκας πετώντας στο δρόμο την ροκ κουλτούρα ή υποκουλτούρα της εποχής. Μπορείς να το φανταστείς αυτό; Οι πανκ – ροκ μπάντες της Αθήνας δεν είχαν κλαμπ να εμφανιστούν την ίδια στιγμή που έβλεπαν την υπουργό πολιτισμού της χώρας να χώνει εκατομμύρια σε Γάλλους διοργανωτές για να φέρουν στην Αθήνα τους Clash και τη Νίνα Χάγκεν. Θυμάσαι τη Μερκούρη και τη Χάγκεν; Κυκλοφορούσαν αγκαλιασμένες στα παρασκήνια του «Rock In Athens» (τριήμερο ροκ φεστιβάλ που έγινε το 1985 στο Καλλιμάρμαρο). Την καλωσόριζε στις κάμερες της τηλεόρασης ως πρέσβειρα μιας νέας ανατρεπτικής μουσικής. Χριστέ μου! Ήταν η Μελίνα που λίγα χρόνια πριν είχε εκδιώξει τους Έλληνες μουσικούς που έπαιζαν ίδια μουσική με την τύπισσα που έλεγε πως θαύμαζε! Το είπα και το πιστεύω η δεκαετία του ‘80 ήταν παρανοϊκή. Οι Δεξιοί αποκαλούσαν τα πανκ και new wave συγκροτήματα της εποχής «αλήτες» . Και οι αριστεροί βολεύονταν στην σταλινική άποψη πως είναι «ξενόφερτα φρούτα». Τα παιδιά που παρουσιάζει η ταινία είναι οι ίδιοι τύποι που κάποτε δοκίμασαν να πείσουν την ελληνική κοινωνία πως η μουσική δεν είναι ιδιοκτησία κρατών. Λίγοι κατάλαβαν την αυτονόητη απαίτηση τους. Να παίξουν τη μουσική που ήθελαν.

 

-Εκτός των άλλων, θα θυμάμαι τη δεκαετία του ‘80, κυρίως στο φινάλε της, ως την περίοδο που θεοποιήθηκε η ύλη. Η κατανάλωση έγινε ευαγγέλιο. Το πλαστικό χρήμα έκανε ντου στη ζωή μας….

Αν θυμάμαι καλά την ίδια περίοδο η Ελλάδα πλασαρίστηκε ως μαζικός τουριστικός προορισμός. Το έπαιζε γκόμενα της Μεσογείου. Το φως του ηλίου της αντικαταστάθηκε απ’ εκείνο που σηματοδοτούσε ο ήλιος του ΠΑ.ΣΟ.Κ. Ήταν η περίοδος που οι Έλληνες έκαναν το δικό τους ρεμίξ στο Αμερικάνικό όνειρο. Οι κυβερνώντες είχαν πάρει την εξουσία φωνάζοντας το σύνθημα «Έξω οι Αμερικάνοι» την ίδια στιγμή που προωθούσαν τον αμερικάνικό τρόπο ζωής στο μάξιμουμ. Εννοείται πως υπήρχαν και εξαιρέσεις. Το Ελληνικό ροκ εν ρολ ήταν μια από αυτές. Θυμάμαι πως κάποια στιγμή, αν δεν κάνω λάθος επί δημαρχίας Έβερτ, είχε οργανωθεί ένα φεστιβάλ στο «Πεδίο του Άρεως». Την βραδιά θα έκλειναν οι P.I.L.. Το τότε συγκρότημα του Τζόνι Ρόττεν. Έδιναν φράγκα για να φέρουν ένα διάσημο πανκ – ροκερ, κάτω από ελεγχόμενες συνθήκες. Τι καταλαβαίνω απ’ αυτό; Πως η πολιτεία πάντα ήθελε τη νεολαία με το μέρος της. Την ήθελε, όμως, ελεγχόμενη. Όταν αναζητούσε να γίνει κάτι παραπάνω από ακροατής ή θεατής, η δουλειά στράβωνε.

 

-Όταν στράβωνε έπιαναν δουλειά τα Μ.Α.Τ.;

Ακόμα και αν έπιαναν, σκέφτομαι πως, τελικά, τα παιδιά της δεκαετίας του ‘80 ήταν τυχερά. Έδωσαν τις δικές τους μάχες. Δεν ξέρω αν κέρδισαν ή έχασαν. Δεν με νοιάζει αυτό. Με νοιάζει ότι έχουν να διηγηθούν στην επόμενη κάτι που σπινθηροβολούσε ζωή. Αυτό που σήμερα με φοβίζει είναι το ότι οι πιτσιρικάδες δεν έχουν τη διάθεση να δώσουν μάχες. Αν δεν το κάνουν τι, τελικά, θα διηγηθούν σ’ αυτούς που θ’ ακολουθήσουν; Ξέρεις, μου προκαλεί θλίψη όταν βλέπω κοπέλες 16 ή 17 χρονών να ψωνίζουν ίδια παπούτσια με τις μητέρες τους. Δεν ξέρω τι θα έχει να πει για τη νεότητα του ο δεκαοκτάρης που καπνίζει πούρα σαν τον Τσόρτσιλ όταν βγαίνει έξω. Νομίζω πως όλα αυτά δεν έχουν κανένα νόημα. Όλα αυτά τα παιδιά, όταν κάνουν τα δικά τους παιδιά τι θα τους διηγηθούν; Την μίμηση των ενηλίκων ως επαναστατική δράση;

 

-Τα γυρίσματα του «Εδώ Δεν Υπάρχει Άσυλο» κράτησαν τέσσερα χρόνια. Ποιό σου έμεινε αξέχαστο;

Εκείνο που κάναμε στο Gagarin. Τη βραδιά που έπαιξαν όλες εκείνες οι μπάντες της δεκαετίας του ‘80. Η συναυλία κράτησε 8 ώρες. Και εμείς έπρεπε να κάνουμε ισόποσου χρόνου γύρισμα. Στο χώρο υπήρχαν τρείς κάμερες. Δεν είχαμε ενδοσυνεννόηση. Ήταν σαν να ήμουν τροχονόμος στη ζούγκλα. Έκανα νοήματα στους οπερατέρ τί ήθελα να τραβήξουν. Σκληρή φάση. Στο φινάλε της βραδιάς ήμασταν λιώμα. Δεν είχαμε ακολουθήσει κανένα πρωτόκολλο κινηματογράφησης, δεν είχαμε τα μέσα να το κάνουμε αυτό και, όμως, όταν είδα το υλικό τρελάθηκα. Ήταν αυτό ακριβώς που έπρεπε να έχει μια ταινία σαν τη δική μας.

 

* Ο Μιχάλης Καφαντάρης γεννήθηκε το 1974 στην Αθήνα.Σπούδασε εικαστικά και  2D – 3D Animation . Εργάστηκε σαν Υπεύθυνος Δημιουργικού outdoor προώθησης προϊόντων Red Bull και σαν σχεδιαστής στον Pierre Cardin. Έχει σκηνοθετήσει το ντοκιμαντέρ Greeceland ( Ροκ&ρολλ και αμερικάνικο όνειρο στην Ελλάδα της δεκαετίας του 80) καθώς και την ταινία animation με τίτλο Dragana. Εκτός από το δραματοποιημένο ντοκιμαντέρ με τίτλο «Εδώ Δεν Υπάρχει Άσυλο» που βρίσκεται πλέον στο στάδιο της τεχνικής επεξεργασίας, εργάζεται παράλληλα για την ολοκλήρωση των γυρισμάτων της ταινίας μεγάλου μήκους «Ποιος Είναι Επιτέλους Αυτός Ο Τέλης Στεφανής» στις ιστορικές εγκαταστάσεις της ΦΙΝΟΣ ΦΙΛΜΣ. Ο Μιχάλης Καφαντάρης από το 2008 δημοσιεύει τα κείμενά του στο blog Το Ένοχο Παρελθόν (http://orneo.blogspot.com/) ενώ σε λίγο θα κυκλοφορήσει το βιβλίο του με τίτλο «Πλεϊμομπιλένιο» από τις εκδόσεις «ΕΝΔΥΜΙΩΝ».

 

Το Fractal και οι δημιουργοί του «Εδώ Δεν Υπάρχει Άσυλο», θα πορευτούν μαζί ως τη στιγμή που το φιλμ τους κάνει πρεμιέρα σε αίθουσες. Αυτή την εβδομάδα το fractal περιγράφει την εμπειρία του από το τελευταίο γύρισμα της ταινίας.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top