Fractal

Η Ασημίνα Ξηρογιάννη στο Εργαστήρι του συγγραφέα

 

 

[«Στο εργαστήρι της Φθοράς», κείμενο που εκφωνήθηκε στην εκδήλωση με τίτλο «Η τέχνη της συνύπαρξης», που συν-διοργάνωσαν ο λογοτεχνικός ιστότοπος varelaki και το «Επί λέξει» βιβλιοπωλείο, στις 29 Μαρτίου 2018]

 

Θέλω πολλά να εξομολογηθώ στον Καραγάτση, αλλά πού να τον βρω; Και τι δεν θα έδινα να  έκανα έναν περίπατο με τον Βιζυηνό και να μιλούσα για έρωτα με τον Καβάφη. Ακόμα, θα έβαζα τον Παπαδιαμάντη να μου γράψει ένα μονόλογο για τη «Φόνισσά» του για να το συμπεριλάβω στην ανθολογία μου. Σήμερα τα πράγματα είναι διαφορετικά. Οι αναγνώστες άνετα συναντούν τους συγγραφείς και τους ακούν να μιλούν για το έργο τους και τους υποβάλλουν ερωτήσεις και συναναστρέφονται μαζί τους.

Αισθάνομαι ότι το να μονολογεί κανείς σχετικά με κάτι που έχει δημιουργήσει έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τους αναγνώστες με την έννοια ότι τους βάζει μέσα στο εργαστήρι του, τους ξεναγεί  στο ναό της δικής του τέχνης. Το τελευταίο μου βιβλίο ποίησης με τίτλο «Λίγη Φθορά για Γούρι» είναι αφιερωμένο στους γονείς μου για τους οποίους δεν έχω γράψει ποτέ τίποτα, οπότε τιμής ένεκεν. Ενώ στο βιβλίο Εποχή μου είναι η ποίηση (μεταφρασμένο ολόκληρο στα γαλλικά από τον Μισέλ Βόλκοβιτς) ασχολούμαι με την κοινωνία, την θέση του δημιουργού μέσα σε αυτή, την Κρίση και πώς αυτή επηρεάζει την τέχνη, εδώ αλλάζω ύφος και ασχολούμαι με το Υποκείμενο που δημιουργεί και με το πώς αυτό ταλαντεύεται μαγικά και περνάει εύγλωττα υπαρξιακά ζητήματα στους στίχους του.

Το βιβλίο αποτελείται από τρεις ενότητες. Ο τίτλος της συλλογής έχει προκύψει από έναν στίχο από το ποίημα «Φόβος» που υπάρχει στην α’ ενότητα.

 

ΦΟΒΟΣ Πεθαίνουν ποτέ τ’ αστέρια; Φταίει ίσως που σχεδόν ασπρίσαν τα μαλλιά σου Μα εγώ θα πάρω μόνο δύο φέτες της φθοράς σου Ίσα που να τις βάλω μες στο ποίημα. Η μαγιά μου για την αναδιάρθρωση του κόσμου Λίγη φθορά για γούρι. Έτσι για να ‘μαι περήφανη που παντρεύτηκα το χάος, αλλά δεν αφανίστηκα απ’ αυτό, ωστόσο. “Ησύχασε… μια απλή γρίπη είναι μωρό μου”, είπες.
Η πρώτη ενότητα φέρει τον τίτλο «Κυτταρική μέθη», περιλαμβάνει μια σειρά από ερωτικά ποιήματα. H αγάπη, ο έρωτας, η συντροφικότητα, η απουσία, η έλλειψη, η αφοσίωση είναι κυρίαρχα θέματα που συναντάμε μέσα σε αυτήν την ενότητα. «Πού μου δίνεις αυτό το φιλί; Στο μάγουλο, πες μου, ή στο λαιμό;/ Τo ποίημά σου θα γράψεις ηχηρά ή αθόρυβα- ανάλογα. Εσύ ξέρεις. (Που;). Και στο ποίημα «Απλή αριθμητική»: Χρειάζομαι την απουσία των λέξεών σου/για να χτίσω το ποίημα μου/ Χρειάζομαι όμως και την παρουσία σου για να χτίσω τη ζωή μου.» Διάθεση εξομολογητική στα σημεία, τρυφερότητα διάχυτη, αλλά και η επιθυμητή απόσταση καθώς αλλού γράφω: «Ο έρωτας είναι υπόθεση ανθρώπων που δεν γνωρίζονται». Στον αστερισμό του έρωτα που δεν ερμηνεύεται όσο κατάματα κι αν τον κοιτάξεις εκεί ποντάρω τη ζωή μου. Κινητήριος δύναμη αλλά και φθορά. Φόβος και φθορά, αλλά και νέα ζωή. Ο έρωτας είναι πλουραλιστικός έχει πολλά πρόσωπα, φοράει πολλές μάσκες.

 

ΝΕΑ ΖΩΗ

 

Τώρα πια δεν είναι εύθραυστη η ζωή σου

Γέμισε αντρικά σώματα

κραυγές οδύνης νυχτερινές

και τραχιά αγγίγματα

ώρα πια η ζωή σου προχωράει

χωρίς την αύρα εκείνη του ανείπωτου

χωρίς την θλίψη εκείνη των πρωινών.

 

Η ΓΟΡΓΟΝΑ ΚΑΙ Ο ΒΑΣΙΛΙΑΣ

 

Λυσσομανούσε ο άνεμος

Η θάλασσα ανταριασμένη

Η γοργόνα πάλευε με τα κύματα

Η τρίαινά της έσπασε στα βράχια,

την ώρα που η ψυχή της γκρεμιζόταν στον Άδη.

Και ο βασιλιάς ποιήματα έγραφε πλάι στο αναμμένο τζάκι

για γοργόνες που μάγευαν ναύτες γοργοτάξιδων καραβιών

και τους μάθαιναν τραγούδια για τον έρωτα.

 

Κάτι το ανεκπλήρωτο, κάτι ελλιπές, κάτι  που όλο διαφεύγει, αλλά όλο επιστρέφει ως «Ποίημα που ζητά να του δοθεί υπόσταση». Το ποίημα με τίτλο «Με τον τρόπο του Μπρεχτ» είναι εμπνευσμένο από τον Κύκλο με την Κιμωλία του Μπρέχτ και περιλαμβάνεται στην ανθολογία που έχω εκπονήσει με θέμα: «Το θέατρο στην Ποίηση» (Μοmentum 2017)

 

Στη δεύτερη ενότητα με τίτλο «Μπρος στο αρχικό ερέθισμα» επανέρχομαι σε ένα θέμα -εμμονή θα έλεγα -που αγαπώ πολύ! Γράφω ποιήματα ποιητικής. Το πώς γράφεται το ποίημα με απασχολεί άλλωστε και σε  προηγούμενο βιβλίο μου με τίτλο «23 μέρες» και πραγματεύεται ακριβώς αυτό. Πώς από ένα αρχικό ερέθισμα μπορείς να φτάσεις στο ποίημα. Χρειάζεται φιλτράρισμα, ειδική επεξεργασία ώστε μια αρχική ισχυρή εντύπωση να μετατραπεί σε τέχνη, σε ποιητική τέχνη. Γράφω στην «Υπέρβαση»: «Το αρχικό ερέθισμα/ Το σώμα που έχασα/ Έγινε τώρα η φωνή μου./Και αφηγούμαι την ιστορία του/για να  μη χάσω την ψυχή μου/ Το σώμα έγινε νουβέλα/ Για όλες τις μέσα διαδρομές, Τις σκιές / Τις ρήξεις/ Πώς μεταφράζεται η ζωή σε λόγο ποιητικό, αυτό πρέπει να δείξεις.»

 

ΓΙΑ ΝΑ ΓΡΑΨΕΙΣ ΠΟΙΗΣΗ

 

Για να γράψεις ποίηση

χρειάζεται να καίγεσαι μέσα σου

Να βάζεις φωτιά στα παγόβουνα

Το βλέμμα σου ν’ αρπάζεται

Να διαδίδεται σαν σπίρτο

Ραγδαία

Οι λέξεις σου να εκπλήσσονται

και να εκπλήσσουν

Μοιραία.

(σελ 35)

 

H μορφή ενός άντρα Ποιητή ως εύρημα υπάρχει και σε αυτό το βιβλίο, υπήρχε και στις «23 μέρες» αποτελώντας μάλιστα μέρος της πλοκής του. Όπως εκεί η νεαρή ποιήτρια Σοφί, έτσι κι εδώ η αφηγήτρια επικαλείται την μορφή του Ποιητή (Μούσα) ως  δημιουργού, αλλά και ως άντρα που θα της δώσει έμπνευση, θα τη βοηθήσει να κάνει ένα προχώρημα στην τέχνη της και τη ζωή της συνάμα. Με την έννοια ότι σε ό,τι αφορά τους δημιουργούς η τέχνη δεν μπορεί παρά να είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τη ζωή.

Η δεύτερη είναι μια ενότητα για την ώρα της ποίησης, που δεν είναι μια κοινή ώρα του 24ώρου, αλλά ξεφεύγει στο άπειρο, που τολμά να κάνει ορατό το αόρατο που προσπαθεί να αγγίξει τις ευαίσθητες χορδές της ανθρώπινης ύπαρξης. (βλ. ποίημα «Η ώρα της ποίησης», σελ 48)

Η διακειμενικότητα δε λείπει, πάντα παρούσα και στο δικό μου έργο, αφού διαβάζω και γράφω, οπότε πως θα μπορούσα να μείνω ανεπηρέαστη από εκλεκτικές συγγένειες με ποιητές των οποίων το έργο αγαπώ! Εδώ υπάρχουν δύο εκτενή ποιήματα με αναφορά στον Καβάφη («Καβάφης» και «Αναλογία»), καθώς και ένα ειρωνικό ποίημα σε διασύνδεση με το βιβλίο του Κωνσταντίνου Μελισσά «Αθώων λογοκλοπών εγκώμιον».

 

ΚΑΒΑΦΗΣ

 

Πέταξαν τις στάχτες σου στη θάλασσα;
Ή σάπισες κι εσύ μ’ όλους τους άλλους
Θα συνάντησες πολλούς σ’ εκείνο το μακρινό σου ταξίδι
που δε είχαν καν ακούσει το όνομά σου.
Θα συνάντησες κι άλλους που έπιναν νερό στ’ όνομά σου.
Τι κι αν δεν πήρες Νόμπελ.
Πήρες όμως αγάπη από τους ανθρώπους
Και που δεν μεταφράστηκες
Κι από ποιόν δεν διαβάστηκες.
Και σίγουρα θα κουραζόσουν από τις ατέρμονες αναλύσεις τους
τις ενδελεχείς αποτιμήσεις της Τέχνης σου
τις ευρηματικές διδακτορικές διατριβές όλων των ”ειδημόνων”.
Αποσυναρμολογούν και συναρμολογούν τους στίχους σου
οι κάθε λογής καβαφιστές και καβαφολόγοι.
Σε βάλαν χειρουργείο κανονικά καημένε μου Καβάφη.
Χωρίς περίσκεψη
Χωρίς αιδώ.
Χωρίς καν να έχουν νιώσει το άρωμα που η ποίησή σου
αποπνέει.
Με την κρυφή ελπίδα να ξεψυχήσεις στα δικά τους χέρια την
ώρα της εγχείρισης
(για να ‘χουν έπειτα να καυχιούνται πως γνώριζαν μόνοι αυτοί
καλά τον ένδοξο νεκρό)
Και τώρα βρέθηκε και κάποιος να πει δημόσια πως δεν άξιζες.
Επιστρατεύοντας πλήθος επιχειρημάτων
Για να καταρρίψει τον μύθο
Για να αποδείξει περίτρανα πως ”ποικίλη δράσι των
στοχαστικών προσαρμογών”
είναι τελικά μια ουτοπία.
Πως όλα σχετικά με σένα ήταν πολύ κακό για το τίποτα.
Ξέρω πως αν τον είχες απέναντί σου,
θα τον κοιτούσες βαθιά μέσα στα μάτια.
Θα του έκλεινες έπειτα πονηρά το μάτι
χτυπώντας τον ελαφρά στον ώμο
και με γενναιόδωρη διάθεση θα του ψιθύριζες:
”Είναι κι αυτή μια στάσις. Νιώθεται”.
Και θα το εννοούσες.

 

Στο  τρίτο μέρος «Ονείρων γειωμένη νάρκη» συγκεντρώνω  ποιήματα ποικίλου περιεχομένου.

Μεταξύ άλλων, και 2 ποιήματα αυτοβιογραφικά που αναφέρονται στα παιδιά μου (Αριάδνη και Ονοματοθεσία), καθώς και ένα σε σύνδεση και ανταπόκριση με την Ιλιάδα του Ομήρου. Ακόμα, Στο ποίημα «Ταξίδια» για πρώτη φορά… γράφω σε παραδοσιακό στίχο! (σελ 77) κάτι πρωτόγνωρο για μένα και τον τρόπο εργασίας μου.

 

AΡΙΑΔΝΗ

«Μαμά, σ’ αρέσουν τα βιβλία;», είπες.

«Ναι, μωρό μου,», είπα.

«Και μένα μ’ αρέσει να γλείφω τα λεμόνια»

Μετά από μικρή παύση, «….και τα βιβλία ρε,» είπες.

Και πήρες ένα βιβλίο και το έσκισες μπροστά μου.

Φύλλο και φτερό το έκανες.

Άρχισες από τώρα τις αποδομήσεις

Πέντε χρονών

Λερώνεις τη ζωή

Γράφεις το πρώτο σου ποίημα

Χωρίς τίτλο

Απλώς

 

Γενικότερα στο βιβλίο με απασχολούν ζητήματα της ύπαρξης και πώς αυτή διασώζεται μέσα στην καθημερινότητα. Η γυναίκα που γράφει και δημιουργεί στο σήμερα, προσπαθώντας να διασωθεί μέσα από πολλαπλούς ρόλους. Της μαμάς, της γυναίκας, της δημιουργού. Ποια είναι η θέση της μέσα σε όλα αυτά; Ορίζει τη θέση της; Είναι σε θέση να ζήσει τον αληθινό έρωτα; Έχουν δύναμη οι γραφές της; Μπορεί η ποίηση να διασωθεί μέσα στη δυσκοίλια καθημερινότητα ή μέσα σε αυτήν μοιάζει μια ουτοπία; Και εν τέλει πια οι θέση των λέξεων μέσα στη ζωή μιας γυναίκας δημιουργού ζει μέσα σε μια χαοτική κοινωνία; Θα μπορέσει να κάνει τον απολογισμό της για να δει πώς θα πορευθεί; H ιστορία της Φθοράς μου που με δυναμώνει όλο και πιο πολύ γιατί εισχωρεί παντού ακόμα και στην τέχνη μου δίνοντάς της το θέμα και το ύφος. Η φιλοσοφική διάθεση, η καταβύθιση στον εαυτό, η ψηλάφηση της ποιητικής φωνής, η ύπαρξη και η διάσωση αυτού που δεν θέλω να χαθεί, ο διάλογος με άλλους ποιητές και ο στοχασμός περί ποιητικής είναι θέματα που ξεδιπλώνονται στο βιβλίο.

 

ΠΕΡΙΜΕΝΟΝΤΑΣ ΤΟ ΠΟΙΗΜΑ

 

Σε περιβάλλω με μια μεγάλη αναμονή

                                 Μάτση Χατζηλαζάρου

 

Χάθηκε από καιρό η μουσική των λέξεων

και τώρα πρέπει να διασχίσεις το τοπίο στη σιωπή.

Αυτό δεν είναι απαραίτητα κακό.

Αφέσου λοιπόν και απόλαυσε

το ασπρόμαυρο μιας νεκρής φύσης.

Μόνο μην μπεις στον πειρασμό να φας το μήλο.

Μόνο μην κάνεις το μαύρο ή το άσπρο τρόπο ζωής.

Απλά στάσου και κοίτα τον πίνακα

μισοκλείνοντας τα μάτια,

Εναρμονίσου-έστω για μια στιγμή- με το ανείπωτο.

Και ετοιμάσου για το ποίημα που πλησιάζει.

-Ακούς τα βήματά του;

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top