Fractal

Ανιδιοτελής προσφορά – Απροϋπόθετη αγάπη

Γράφει η Δήμητρα Γ. Νικολοπούλου // *

 

aristos_coverΓια το βιβλίο της Εύας Μ. Μαθιουδάκη “Αυτός ο ένας, ο Αρίστος”, Εκδόσεις Γαβριηλίδης

 

Αυτός ο ένας, ο Αρίστος που στον τίτλο γράφεται με κεφαλαία, κερδίζοντας διπλή ανάγνωση…

Ποιος είναι όμως “Αυτός, ο Ένας, ο Αρίστος”; Καταρχάς δεν είναι Ένας! Ο ίδιος νιώθει ότι δεν είναι Κανένας. Αναζητά την ταυτότητά του σε μια εναγώνια περιπλάνηση, τόσο εξωτερική όσο και εσωτερική. Αλλά τελικά αυτός, ο Ένας, που νιώθει Κανένας, είναι ήδη Πολλοί!

Στην Κρήτη είναι «ο Αθηναίος» και στην Αθήνα ο επαρχιώτης. Στη Γερμανία είναι ο μετανάστης και στην Ελλάδα ο Ευρωπαίος. Για τη μητέρα του είναι ο ανερχόμενος επιστήμονας, για τη γραφειοκρατία ο ενοχλητικός αγρότης. Για τους μεγαλύτερους είναι ο ανώριμος μετέφηβος, για τους νεότερους ο υπεύθυνος άντρας. Για τις ερωμένες του προστατευόμενος μαζί και προστάτης. Για τους φίλους του είναι πολύτιμο στήριγμα, ενώ ο ίδιος γυρεύει στήριγμα, ζώντας για χρόνια σ’ ένα ανελέητο ψυχικό μετεωρισμό!

Τελικά ο 25χρονος Αρίστος Προκοπίου, είμαστε από λίγο όλοι. Όλοι οι σύγχρονοι Έλληνες που αγωνίζονται μέσα στη σύγχυση για… προκοπή! Γόνος φιλόδοξης αστικής οικογένειας με ρίζες από την Κρήτη και προικισμένος με ομορφιά και ευφυΐα , έχει την ατυχία να γεννηθεί σε μια εποχή και περιοχή παρακμής, στην Ελλάδα του σήμερα.

Η νουβέλα της Εύας Μ. Μαθιουδάκη είναι μια σύγχρονη μικρή Οδύσσεια, όπου ο πρωταγωνιστής, αμήχανος στην αρχή και όχι πολυμήχανος, οδυσσείται, δηλ. περιπλανάται στην πορεία για μια Ιθάκη που δε γνωρίζει, παρά μόνο όταν τη συναντήσει. Φεύγει από κάθε σταθμό, κυνηγημένος απ’ τον εαυτό του, όπως ο Ξένος του Αλμπέρ Καμύ. Αλλά αυτός θα πιάσει λιμάνι, θα βρει στο τέλος σκοπό ζωής. Ιθάκη του θα είναι η ανιδιοτελής προσφορά και η απροϋπόθετη αγάπη. Αγάπη ανυποχώρητη, που περιφρονεί τις κοινωνικές ταμπέλες και τα στερεότυπα και υπερίπταται των συνόρων.

Στις 128 σελίδες του βιβλίου θίγονται με δωρική λιτότητα και υπαινικτική λεπτότητα όλα σχεδόν τα μεγάλα προβλήματα της ζωής, διαχρονικά και επίκαιρα:

-Η σχέση με την πατρίδα και την ιδιαίτερη πατρίδα ως δεσμός ιερός αλλά και ως δεσμωτήριο.

-Ο γάμος και η οικογένεια ως καταφύγιο αλλά και ως φυλακή

-Ο έρωτας ως ολοκλήρωση αλλά και ακρωτηριασμός, ως μαγεία και όνειρο αλλά και ως εφιάλτης

– Η ιδεολογία ως ορμητήριο και καθαρτήριο αλλά και ως μαρτύριο

-Η αμαρτία ως όνειδος αλλά και ως κοινή μας μοίρα

-Η μετανάστευση κι η ξενιτιά ως επιλογή αλλά και ως νοσταλγία και… ρετσινιά

-Ο ρατσισμός και οι Καιάδες κάθε λογής

– Η οικονομική κρίση ως καταλύτης ηθών ,ψυχών και αξιών
– Ο πόλεμος, που κάνει στο βιβλίο τα κουταλάκια να τρατάρουν θάνατο, πιο αιχμηρά από τα κρητικά μαχαίρια

-Η φιλία ως αγώνισμα και αγίασμα ζωής

Και μέσα σε όλα αυτά και για όλα αυτά η αιώνια πανανθρώπινη αγωνία για «ενσωμάτωση», η ορμέμφυτη ανάγκη του ανήκειν, που συντρίβει το ωμοφάγο τέρας της μοναξιάς!

Η πλοκή της ιστορίας είναι καθηλωτική και οι χαρακτήρες σπαρακτικά ζωντανοί. Δομημένοι σε αντιθετικά ζεύγη οι περισσότεροι, πλέκουν σταδιακά γύρω από τον Αρίστο έναν άγριο ιστό που τείνει να γίνει θηλιά και να τον πνίξει. Οι επιδεικτικά αστοί γονείς στα Βριλήσσια και τα πεθερικά, αγρότες στο Ηράκλειο Κρήτης, τόσο πολύ διαφορετικοί ως προς τις συνήθειες και τόσο όμοια παραδομένοι στη συμβατικότητα, στην κούραση και την ανομολόγητη παρακμή… H Γκίζελα, η πρώτη αγάπη στο Μόναχο και η Μαρία, η ονειροπόλα αρραβωνιαστικιά στην Κρήτη. Από άλλο σύμπαν η καθεμιά αλλά καθορίζουν τελικά την πορεία του Αρίστου, που από θήραμα γίνεται άθυρμα σχεδόν στα χέρια τους. Ο Μάρτιν ,ο νεαρός καλόκαρδος και φιλόξενος Γερμανός και πίσω του το φάντασμα του ναζιστή παππού του στη μάχη της Κρήτης…. Η Αυγή, «γυαλιστερή» ζωντοχήρα, σειρήνα και έρμαιο ταυτόχρονα. Και το Γιωργή, αχ, το πεντάχρονο Γιωργή, ο απροσδόκητος δύσβατος δρόμος για την Ιθάκη!

Ανάμεσά τους ο Αρίστος, αυτός ο ένας, να επωμίζεται αυθορμήτως όλων τα αμαρτήματα, να παλεύει με τα αταίριαστα, να εναρμονίζει, να συγχωρεί και να προχωρεί, με μόνο όπλο το ελληνικό φιλότιμο, για να κάνει το δίχτυ από θηλιά δουλειά. Και παρηγοριά.

Οι δευτερεύοντες χαρακτήρες, επίσης αληθοφανείς και οικείοι, συμβάλλουν στη λιτή αλλά εύγλωττη σκηνοθεσία της πλοκής. Ο Αλβανός βοσκός στις προβατίνες της Αυγής, ο γέρο -Μανώλης στα λιόδεντρα και τα αμπέλια τα πατρογονικά του Αρίστου, ο Μάκης, ο Έλληνας σερβιτόρος στο Μόναχο, ο κοσμοπολίτης επιβλέπων καθηγητής στο επιφανέστατο Πανεπιστήμιο, οι θαμώνες των καφενείων ανάμεσα στις ρακές και οι παρέες των φοιτητών ανάμεσα σε έρωτες και εξεταστικές…

Η σκηνογραφία του μύθου δίνεται σε περιγραφές λιτές σε έκφραση και περιορισμένες σε έκταση αλλά ισχυρότατες σε ένταση. Ακολουθώντας τα ταξίδια του Αρίστου, τόσο μέσα απ την εξέλιξη της πλοκής όσο κι απ τις συνειρμικές αναδρομές του, βρισκόμαστε πότε στην ύπαιθρο ή το Ηράκλειο της Κρήτης, πότε στην Αθήνα και άλλοτε στο Μόναχο. Κρήτη, Ελλάδα, Γερμανία, παρουσιάζονται άλλοτε στον λαμπρό ήλιο κι άλλοτε στις σκιές, καθώς διαγράφονται και όπως είναι και όπως οι άνθρωποι τις βλέπουν από τις διάφορες οπτικές γωνίες αλλά και όπως θα μπορούσαν και θα έπρεπε να είναι. Από τη μια η Κρήτη και κατ’ επέκταση η ελληνική περιφέρεια της κοινωνικής υποκρισίας και του κουτσομπολιού, που καταπίνει τους ανθρώπους της κι από την άλλη η λεβεντογέννα πατρίδα του Ψηλορείτη, του πάναστρου ουρανού και του ευλογημένου καρπού. Από τη μια η Ελλάδα της χρόνιας κρίσης, της ματαιοδοξίας και του ατομισμού κι από την άλλη η Ελλάδα που αντιστέκεται, η γενέτειρα του Πίνδαρου και του ανθρωπισμού. Και η Γερμανία, από τη μια φορέας βιωμάτων μίσους, η χώρα της τεχνοκρατίας και του ψυχρού υπολογισμού και από την άλλη τόπος προόδου, καταξίωσης και εκσυγχρονισμού. Κρήτη, Ελλάδα, Γερμανία, όλες γένους θηλυκού, όπως η κοινή μάνα γη, σαγηνευτική και σκληρή με τον Αρίστο, σαν τις γυναίκες της ζωής του.

Κάτι που κάνει εντύπωση στην ιστορία είναι εξάλλου ακριβώς ο ρόλος αυτών των γυναικών. Για την Εριέττα, τη μητέρα του, ο γιος είναι ένα στοίχημα. Για την Αυγή ο γιος ένα ατύχημα. Για τη Μαρία ο Αρίστος ευτύχημα. Για όλες αυτός, ο ένας, πατερίτσα στα δύσκολα ή εφαλτήριο… Καμία όμως δεν τον αγάπησε αληθινά, όπως η γιαγιά του, η Αριστούλα, που του χάρισε το όνομα, τα γαλαζοπράσινα μάτια και το βάθος τους και την αγάπη της για τα παραμύθια…

 

Το αγόρι, του Αμεντέο Μοντιλιάνι, 1884-1920

Το αγόρι, του Αμεντέο Μοντιλιάνι, 1884-1920

 

Παραμύθι για μεγάλους κι η ιστορία του Αρίστου, ένα παραμύθι όπου κι οι άντρες κλαίνε, είναι γραμμένη σε γλώσσα απλή και καθημερινή, σα να μας την ψιθυρίζουν στο αυτί. Σύντομες και κοφτές φράσεις, όπου ο ευθύς κι ο πλάγιος λόγος συγχέονται, όπως κι η κοινή ελληνική με τους κρητικούς ιδιωματισμούς, δημιουργούν ένα ύφος γρήγορο και ελκυστικό, όσο και επιμελημένα αστόλιστο και λιτό. Και εκεί ακριβώς κρύβεται η μεγαλύτερη γοητεία του βιβλίου! Το διαπνέει ένας υφέρπων ρομαντισμός, που όμως η συγγραφέας δεν αφήνει ούτε στιγμή να ξεφύγει ανάμεσα από τις γραμμές. Με τεχνική αντίστροφης έμφασης όσο ισχυρότερο το συναίσθημα τόσο πιο χαμηλόφωνος ο τρόπος που εκφράζεται! Ο Αρίστος ερωτεύεται, προδίδεται, θυμώνει, πικραίνεται, ανακαλύπτει, εκπλήσσεται, απογοητεύεται, φοβάται, συγκινείται και θυμάται, όπως κι οι υπόλοιποι χαρακτήρες, χωρίς ποτέ το κείμενο να ξεφεύγει στο λυρισμό, χωρίς ποτέ να κραυγάζει…

Έτσι ο αναγνώστης οδηγείται στην κάθαρση σχεδόν… ανεπαισθήτως, καθώς ο Αρίστος παραιτείται διαδοχικά από όλους τους παραπαίοντες στόχους που κατά καιρούς έβαλε, βαδίζοντας προς την οδυνηρή αλλά πολύτιμη ωριμότητα. Παραιτείται αλλά «αφήνει πίσω του λουλούδια να ανθίσουν», όπως διαπιστώνει ο Γερμανός φίλος του πια. Φίλος, γιατί η περιπλάνηση κι η περιδίνηση του πρωταγωνιστή τον οδηγούν τελικά στη συμφιλίωση! Συμφιλίωση με το παρελθόν, με τα τραύματά του, με το Γερμανό αντίζηλο και τους κατακτητές προγόνους του, συμφιλίωση με την ανθρώπινη μοίρα! « Πάμε να πιούμε μια μπύρα, κωλοέλληνα…» τον προσκαλεί λίγο πριν το τέλος ο Μάρτιν, κλείνοντας το μάτι στον αναγνώστη.

Το τέλος της ιστορίας δεν είναι μάλλον ούτε αισιόδοξο ούτε απαισιόδοξο. Είναι βαθιά ρεαλιστικό. Ο αριστούχος Αρίστος, αναζητώντας σκοπό για τη δική του ζωή ανακαλύπτει πως ο μέγιστος σκοπός είναι η προσφορά στη ζωή των άλλων. Προσπαθώντας να υπερνικήσει τις απώλειες, μαθαίνει ότι μόνο χάνοντας κερδίζεις. Κι αν οι μεγάλες του αγάπες μένουν ανανταπόδοτες, δε μένουν όμως ανεκπλήρωτες. Γιατί σκοπός της αγάπης είναι να κάνεις καλό σ’ αυτόν που αγαπάς… Κι όχι μόνο να δίνεις αλλά να δίνεσαι, όπως έγραψε κάποτε ο Ραούλ Φολερώ. Υπό αυτή την έννοια ο Αρίστος δικαιώνει το όνομά του, που συνδέεται ετυμολογικά με την αρετή. Και δείχνει στην ανερμάτιστη σήμερα Ευρώπη το δρόμο της επιστροφής στα κλασικά ιδανικά του ανθρωπισμού.

Δεν παίρνει αριστεία ο Αρίστος ακαδημαϊκά. Ούτε ερωτικά ή επαγγελματικά. Αλλά βρίσκει μέσα μας δικαίωση, γιατί μας διδάσκει ότι η ευτυχία είναι το μόνο πράγμα που μπορείς να δώσεις χωρίς να το έχεις!

 

* Η Δήμητρα Γ. Νικολοπούλου είναι Φιλόλογος

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top