Fractal

Απόκρημνο Βερολίνο

Γράφει ο Διονύσης Μαρίνος //

 

«Απόκρυφο Βερολίνο» του Φραντς Χέσελ, μτφ: Απόστολος Στραγαλινός, σελ. 160, Εκδ. Κριτική

 

Ο Χανς Φάλαντα, ο Γιόζεφ Ροτ, ο Αλφρεντ Ντέμπλιν, ο Βόλφγκανγκ Κέπεν και τώρα ο Φραντς Χέσελ. Δεν είναι ίδιοι, δεν κινήθηκαν σε παρόμοιο μήκος κύματος. Οι διαφορές τους είναι διακριτές: καθένας εξ αυτών (και κάμποσοι άλλοι) περπάτησαν από τη Νέα Αντικειμενικότητα έως τον ρομαντισμό και την ελλειπτικότητα. Κι όμως, όλοι τους τα τελευταία χρόνια έχουν τραβήξει το ελληνικό αναγνωστικό κοινό για το γεγονός ότι τα βιβλία τους αποτελούν ένα οξυδερκές σχόλιο για τον Μεσοπόλεμο, την αποτυχημένη Δημοκρατία της Βαϊμάρης και τη ραγδαία άνοδο του Χίτλερ και της δράκας των δολοφόνων του. Να είναι, άραγε, κάποιες ομοειδείς καταστάσεις της σήμερον που κινητοποιούν τα αναγνωστικά ένστικτα και ζητούν απαντήσεις από το παρελθόν;

Από την άλλη, δεν θα πρέπει να παραγνωρίζουμε πως οι δύσκολες εποχές φέρνουν στην επιφάνεια δυνάμεις που μόνο η τέχνη μπορεί να μεταμορφώσει σε έργα αιχμής. Η λογοτεχνία της Γερμανίας τη συγκεκριμένη περίοδο έχει να επιδείξει θαυμαστά έργα, τα οποία λόγω της ανόθευτης δυναμικής τους διαβάζονται δεκαετίες μετά με την ίδια ζέση δίχως να εγείρεται ο δισταγμός ενός κάποιου αναχρονισμού.

Ο Χέσελ, εν προκειμένω, δεν είναι πολύ γνωστός στη χώρα μας. Σε αντίθεση με τη Γερμανία που διακρίθηκε κάτω από πολλές ιδιότητες (εξαιρετικός μεταφραστής, ποιητής και χρονικογράφος), ενώ ανήκε και στην κλειστή παρέα του Βάλτερ Μπένγιαμιν. Για ένα πράγμα αποδείχθηκε τυχερός: πέθανε εξόριστος στη Νότια Γαλλία το 1941 και έτσι δεν αντίκρισε ποτέ τις ολέθριες πράξεις των ναζί. Φαίνεται, όμως, πως τις διαισθανόταν και κατά ένα τρόπο τις προέβλεπε όπως πολλοί συγκαιρινοί του διανοούμενοι που βρέθηκαν αμέσως στο στόχαστρο των φαιών ταγμάτων του Φύρερ.

Η νουβέλα «Απόκρυφο Βερολίνο» αναφέρεται σε μια ημέρα από το Βερολίνο της εποχής. Θα έλεγε κανείς πως πρόκειται για ένα τυπικό 24ωρο της «απόκρημνης» πρωτεύουσας της τότε Γερμανίας. Μιας πόλης που ζούσε κάτω από την παραφορά των διασκεδάσεων, των φωταψιών, των ποτών και της ερωτικής παραζάλης και ταυτόχρονα, στα ενδότερά της, το πανηδονικό άνθισμα έδινε τη θέση του στον κοινωνικό μαρασμό, το άγχος της επιβίωσης, τον πολιτικό αναβρασμό και την επικίνδυνη άνοδο των ορδών του μίσους και του φασισμού.

Αυτό το ετερόκλιτο σμάρι ανθρώπων συνέθετε τον ζόφο, αλλά και το έκπαγλο πάθος του Βερολίνου. Την ίδια στιγμή που στηνόταν ένα ξέφρενο πανηγύρι λες και δεν υπήρχε αύριο, κάποιοι έχαναν το έδαφος κάτω από τα πόδια τους. Περιουσίες χάνονταν αυτοστιγμεί, άνθρωποι στιγματίζονταν, τα πολιτικά πάθη οξύνονταν σε ακραίο σημείο.

Μέσα σε αυτή την παραφροσύνη, αναπτύσσεται το ερωτικό τρίο του βιβλίου. Ο βασικός ήρωας είναι ο νεαρός Βέντελιν που αν και προέρχεται από αριστοκρατική οικογένεια, αδυνατεί να γευτεί τα κλέη των γονιών του, και μη μπορώντας να βρει ένα επάγγελμα της αρεσκείας του, δέχεται να επιστρέψει στα πατρώα εδάφη. Έχουμε να κάνουμε με έναν άκρως γοητευτικό νέο, για τα θέλγητρα του οποίου άνδρες και γυναίκες της καλής κοινωνίας και των σαλονιών του Βερολίνου έχουν κονταροχτυπηθεί.

 

Franz Hessel

 

Ο ίδιος θέλγεται από την παρουσία της Καρόλα, της γυναίκας του επιστήθιου φίλου του, του καθηγητή φιλολογίας, Κλέμενς Κέστνερ. Η Καρόλα, με τη σειρά της, είναι μια γυναίκα παθιασμένη που θέλει να ξεφύγει παντί τρόπω από τα στενά όρια του γάμου της. Το παιδί της μεγαλώνει με την επίβλεψη της αδελφής της, ενώ δεν διστάζει να επιδεικνύει τα ερωτικά της θύματα στον άνδρα της, ο οποίος με στωικότητα και μιαν κάποια καρτερία την δέχεται όπως είναι. Η Καρόλα πιστεύει ακράδαντα πως ένα ταξίδι κάπου μακριά θα είναι η τέλεια απόδραση από τον οικογενειακό κλοιό κι έτσι το σχεδιάζει με τον εύπιστο, αλλά αφελή, Βέντελιν.

Το βιβλίο ανασύρθηκε από τη λήθη λόγω της ταινίας «Ζιλ και Τζιμ» του Φρανσουά Τρυφώ, το 1962, ταινία που θεωρείται επιτομή της λεγόμενης νουβέρ βαγκ. Μπορεί η ταινία να προέρχεται από το βιβλίο του Ανρί-Πιέρ Ροσέ, εντούτοις, δεν είναι τίποτα άλλο από την περιπετειώδη ζωή του Χέσελ (ο Ζιλ της ταινίας). Για την ιστορία: ο Τζιμ είναι ο Ροσέ και η σύζυγος του Χέσελ είναι η κινηματογραφική Κατρίν.

Ναι, κόντρα στο σκότος που επικρέμαται πάνω από την πόλη και τα δεινά που περιζώνουν, ο Χέσελ μάς παρουσιάζει ένα Βερολίνο που δεν κοιμάται ποτέ. Πλημμυρισμένο από μποέμ, εκπεσόντες αγγέλους, δανδήδες και μαρκησίες που έχουν χάσει από καιρό τα προνόμιά τους. Η λεπτότητα και η γλωσσική τελετουργία του, σε συνδυασμό με μιαν αισθαντική εικονοποιία, μετατρέπουν τούτη τη μικρή νουβέλα σε θαύμα αισθητικής και δύναμης.

Η πολύ καλή μετάφραση ανήκει στον Απόστολο Στραγαλινό.

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top