Fractal

Βιβλίο: “Αποδύοψις”

Της Μαρίας Μαραγκουδάκη //

 

Ο τίτλος σ’ ένα ποίημα είναι η χειραψία που δίνει ο ποιητής για να μας συστήσει το ποίημα. Η Μαρία-Λυδία Κυριακίδου στην πρώτη της ποιητική συλλογή έχει τίτλο μια ιδιαίτερη λέξη: Αποδύοψις. Προκύπτει από το ρήμα αποδύομαι, δηλαδή γυμνώνομαι. Η Μαρία-Λυδία Κυριακίδου γυμνώνει την ψυχή της με λέξεις και απαιτείται θάρρος για μία τέτοια κίνηση, γιατί το φως των λέξεων είναι σκληρό, φτάνει ως το μεδούλι. Είναι όμως και λυτρωτικό όσο κι αν συχνά πονάει, σπάει αποστήματα που χρονίζουν, φέρνει στην επιφάνεια πληγές και τις φωτίζει, δύσκολη υπόθεση η αυτογνωσία. Και η Μαρία-Λυδία τολμά τη βύθιση εντός. Γράφει “Όσα πεισματικά/ αρνήθηκες/ μαζεύτηκαν και/ γίνηκαν πληγές που/ με παραμόρφωσαν/” ή “Κάποτε ήμουν/ των ησύχων/προτού αρχίσω να θυμάμαι κάτι/ χορούς που δε χόρεψα/ κάτι βλακείες που δεν είπα/ κάτι σημαντικά που/μου δραπέτευσαν”.

Πρόκειται για πεζόμορφα ποιήματα, κυρίως μεγάλης έκτασης, μα συναντούμε και κάποια πολύ μικρά σαν επιγράμματα. Στην ποίηση της η Μαρία-Λυδία Κυριακίδου άλλοτε αποτυπώνει εικόνες ρεαλιστικές χρωματισμένες με μια διάχυτη μελαγχολία, με μια υπέρβαση ονείρου που  αναιρεί το υλικό βάρος των πραγμάτων “Ανάποδα κρατούσε το μπλοκάκι της/και το μολύβι το ‘τρωγε./ Μια λέαινα πέρναγε/συνήθως Τρίτες/γλείφοντας τις πατούσες της.”, άλλοτε στοχάζεται πάνω σε πανάρχαια και αναπάντητα ανθρώπινα ερωτήματα με μια συνείδηση  ποιητική, άλλοτε παρατηρεί και διεισδύει σε πρόσωπα και καταστάσεις με περίσκεψη και συχνά με απογοήτευση, μα και με αισιοδοξία, “-Γράψε πως το καλό με τη ζωή/είναι πως τελειώνει/και από τον θάνατο ένα/μονάχα βγαίνει:/ζήσε”, άλλοτε είναι ερωτική μ’ έναν τρόπο σπαρακτικό, με ένταση και παραφορά ‘Σε πεινάω/Κι όσο σε/δαγκώνω/δαγκώνομαι./Μαζί να/κοιμηθούμε/να ξαγρυπνούμε,/να ιδρώνουμε./Κι όσο σε λαξεύω/να λαξεύομα./Σε πεινάω”.

Η ποίηση της Μαρίας-Λυδία Κυριακίδου με την αμεσότητα και την ειλικρίνεια που τη διακρίνει, γυμνώνεται και φτάνει έτσι στο βάθος της ψυχής της, της ψυχής μας τελικά.

ΕΞΗ

Πριν γίνει η έλξη

έξη,

με πάτησε γερά στο

έδαφος

Από πίσω με

σκέπασε καλά,

με χώμα πολύ.

Σε λίγο

δε θ’ ανέπνεα.

Από αγάπη…

είπε.

 

Μ’ αγάπησε.

Πρέπει.

Πως αλλιώς’

εξηγείται

που ‘βγαλα

ρίζες.

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top