Fractal

Έρωτας πόλεμος

Γράφει η Πέρσα Κουμούτση //

 

apagorevmeni_patridaΕλένη Λόππα, «Απαγορευμένη Πατρίδα», εκδ. Ν. Μπατσιούλας, 2015

 

Το μυθιστόρημα της συγγραφέως Ελένης Λόππα που παρουσιάζουμε αποτελεί το τρίτο αυτοτελές μέρος μιας άτυπης τριλογίας που ξεκίνησε με το μυθιστόρημά της «Τ’ άσπρο χαρτί σκληρός καθρέφτης», συνεχίστηκε με τους «Εμιγκρέ» και ολοκληρώνεται τώρα με την «Απαγορευμένη Πατρίδα», και είχα την τύχη να τα παρακολουθήσω από τη ‘σύλληψη’ ως την έκδοσή τους, διαπιστώνοντας ότι κοινός παρονομαστής και των τριών είναι η Ιστορία σε συνάρτηση πάντα με τα πλέον καθοριστικά συστατικά της λογοτεχνίας, που είναι ο τόπος και ο χρόνος. Τα στοιχεία αυτά, όχι μόνο δεν λείπουν από τα βιβλία της, αλλά αποτελούν στέρεα υλικά, θεμέλια ή πυλώνες πάνω στα οποία στηρίζεται η αφήγηση και καθορίζουν σε σημαντικότατο  βαθμό την εξέλιξη, τόσο της προσωπικής ιστορίας των κεντρικών ηρώων της, όσο και της ίδιας  της ψυχοσύνθεσής τους στο πέρασμα του χρόνου. Κι όπως η ίδια μάλιστα υποστηρίζει σε συνέντευξη της, αναφερόμενη στο στοιχείο του τόπου που διέπει τα μυθιστορήματα της: «Ο γενέθλιος χώρος/τόπος είναι η μήτρα στην οποία ξαναγυρνάμε πάντοτε, ακόμη και αν έχουμε γυρίσει όλο τον κόσμο. Είναι οι ρίζες και οι αναφορές μας.»

Η «Απαγορευμένη Πατρίδα» είναι πράγματι ένα τέτοιο βιβλίο, ένα βιβλίο που, πέρα από τις ανατροπές, τις συγκρούσεις και τα διλήμματα που υπογραμμίζει, αναπαριστά έξοχα, ρεαλιστικά και γλαφυρά μια εμβληματική και συνάμα τραγική εποχή/περίοδο της ιστορίας μας, εκείνη του εμφυλίου πολέμου. Αλλά παράλληλα και τις δραματικές καταστάσεις που βίωσαν χιλιάδες πολιτικοί πρόσφυγες, όταν υποχρεώθηκαν να εγκαταλείψουν την Ελλάδα, μετά  την ήττα του ΕΛΑΣ, προκειμένου να σωθούν από το δόκανο των αντιποίνων και της τιμωρίας και να βιώσουν το όνειρο μιας καλύτερης και πιο δίκαιης ζωής, στις κομμουνιστικές χώρες της Ανατολικής Ευρώπης…

Το βιβλίο ξεκινά κάπου στα μέσα του 1948, σε ένα χωριό της Θεσσαλονίκης στη διάρκεια του αδελφοκτόνου πολέμου. Μια ομάδα κομμουνιστών μαχητών του Δημοκρατικού στρατού εισβάλλουν στο σπίτι της Φανής, της ηρωίδας του βιβλίου, και ένας από τους μαχητές, ο Μάνος, θα τη βιάσει με ωμότητα και μάλλον εκδικητικά, αφού είναι σύζυγος αξιωματικού του αντίπαλου μετώπου/ στρατού. Παρόλα αυτά και αντίθετα με τις προσδοκίες του αναγνώστη, η συγγραφέας επιχειρεί την πρώτη μεγάλη ανατροπή, καθώς το θύμα εδώ θα ερωτευθεί παράφορα τον θύτη του και η μοιραία αυτή σχέση θα τη σημαδέψει για όλη της τη ζωή, αλλάζοντας και επιδρώντας ριζικά στο ρου, την πορεία  και την εξέλιξη της ζωής της, αλλά και εκείνη των οικείων της. Ο άνευ όρων έρωτας της για αυτόν τον άνδρα που υπερβαίνει τη λογική θα την οδηγήσει στην ακραία απόφαση να εγκαταλείψει τα παιδιά της από τον πρώτο της γάμο, αλλά και το τρίτο, καρπό του έρωτα της με τον ίδιο, για να τον ακολουθήσει στην πόλη Κρνοβ της Τσεχίας. Τον ακολουθεί τυφλά, ερχόμενη έτσι σε απόλυτη ρήξη με την οικογένεια, τις αξίες, αλλά κυρίως τη συνείδηση και το ένστικτο της μητρότητας, που υπαγορεύει σε μια μάνα να μένει πάντα κοντά στα παιδιά της. Στην αρχή φεύγει από το χωριό, για να αποφύγει την κατακραυγή των συγχωριανών της για τις ‘αμαρτωλές’ συνευρέσεις της με τον αντάρτη και έπειτα τον συναντά στην αυτοεξορία του, τον Αύγουστο του ΄49, όταν ο ΕΛΑΣ χάνει στον πόλεμο από τον Εθνικό στρατό και οι αντάρτες υποχρεώνονται να καταφύγουν σε χώρες με κομμουνιστικά καθεστώτα, για να αποφύγουν την καταδίκη τους. Η Φανή είναι τρελή από έρωτα και αφοσιωμένη ολοκληρωτικά στο πάθος της, την ερωτική έκσταση που βιώνει για πρώτη φορά και με τέτοια πρωτόγνωρη ένταση. Υπακούει μόνον στις επιταγές /προτροπές της καρδιάς της, γνωρίζοντας εκ προοιμίου τις συνέπειες μια τέτοιας απόφασης για την ίδια και τα παιδιά της. Το βαρύ τίμημα που θα πληρώσει είναι το αίσθημα των ενοχών και της σπαραχτικής νοσταλγίας που θα την καταδιώκει από τότε. Εκεί, στον ξένο τόπο οι δυο τους θα βιώσουν μια ζωή γεμάτη αντιξοότητες, καθώς τίποτα απ όσα προσδοκούσαν ή φαντάζονταν δεν πραγματώνεται και η νέα πατρίδα τους επιφυλάσσει δυσάρεστες εκπλήξεις. Η ιδανική κοινωνία που ονειρεύτηκαν δεν είναι πάρα μια χίμαιρα, ένα απατηλό όνειρο που διαψεύδεται οικτρά, ενώ οι εξαιρετικά  δύσκολες συνθήκες προσαρμογής στο αφιλόξενο τελικά και ανοίκειο για αυτούς περιβάλλον, θα τους φέρει αντιμέτωπους με τις επιλογές, τις αξίες και τα προδομένα ιδανικά, κυρίως όμως με τους ίδιους τους εαυτούς τους.

Ελένη Λόππα

Ελένη Λόππα

Παρόλα αυτά, η Φανή εξακολουθεί να είναι έρμαιο του πάθους της για αυτόν τον άντρα και, παρότι η άστατη ζωή του Μάνου, οι επεισοδιακές σχέσεις του με άλλες γυναίκες, που συχνά γίνονται  απροκάλυπτα ή χωρίς προσχήματα, την πληγώνουν βαθύτατα, καταρρακώνοντας την περηφάνια της, δεν είναι ικανές να την απομακρύνουν από τη ζωή του. Μαζί του κάνει μάλιστα άλλα τέσσερα παιδιά, ενδεχομένως για να αναπληρώσει το τεράστιο κενό που έχει αφήσει πίσω της η απουσία των άλλων τριών παιδιών της, ίσως πάλι για να τον κρατήσει κοντά της.  Όμως, ο εγκλωβισμός τους στο παγερό και ξένο περιβάλλον της Τσεχικής πόλης, και η άρνηση της πατρίδας να δεχτεί πίσω τους εκπατρισθέντες, που επιθυμούν διακαώς την επιστροφή στον τόπο τους, επαυξάνει τη δυστυχία που βιώνουν, και μαζί με το αίσθημα των ενοχών για τις ακραίες προσωπικές επιλογές, συντελούν στην ψυχολογική κατάρρευση και εντέλει τη συντριβή τους, ιδίως της Φανής.

«Η Απαγορευμένη πατρίδα», όπως και  τα προηγούμενα βιβλία της Λένας, λειτουργεί σε πολλαπλά επίπεδα, κυρίως, όμως, στο προσωπικό και το συλλογικό, ενώ το δίπολο έρωτας-πόλεμος, που κυριαρχεί σε όλο το φάσμα της αφήγησης, λειτουργεί ως κεντρικός άξονας και κινητήρια δύναμη του μυθιστορήματος, προτρέποντας τον αναγνώστη να αναλογιστεί τις συνέπειες του άλογου και καταστροφικού χαρακτήρα τους, ιδίως όταν αυτά συναντιούνται ή συνυπάρχουν. Οι ανατροπές που θα ακολουθήσουν η μία την άλλη, ως και την τελευταία σελίδα του βιβλίου, δικαιώνουν το στόχο της συγγραφέως: να υπογραμμίσει τον παραλογισμό και τις συνέπειες του στα δυο αυτά επίπεδα, τον έρωτα και τον πόλεμο. Στα προτερήματα της συγγραφέως συγκαταλέγεται επίσης η ανθρωπογεωγραφία του βιβλίου ή αλλιώς η ψυχογραφία τόσο των  πρωταγωνιστικών του μορφών, όσο και των περιφερειακών, εκείνων που διατηρούν μικρότερο, αλλά καταλυτικό ρόλο στην εξέλιξη της ιστορίας. Οι  συμπεριφορές, τα συναισθήματα και οι σκέψεις τους, εναρμονίζονται πλήρως με την προσωπικότητα και την ιδιοσυγκρασία τους, ενώ αποτυπώνεται επίσης εύστοχα και παραστατικά η εξέλιξη της ζωής των παιδιών που μένουν πίσω, μεγαλώνοντας μακριά από τη μάνα και βιώνοντας και αυτά με τη σειρά τους τις τραγικές συνέπειες μιας τέτοιας ενέργειας. Κι όλα αυτά επιτυγχάνονται με τη συνέργεια ενός μεστού, παρότι συχνά απλού λόγου, χωρίς διάθεση εντυπωσιασμού ή υπερβολής. Εκεί όπου πρέπει είναι πυκνός, στοχαστικός, τραγικός με εσωτερικό ρυθμό κι αλλού πιο ανάλαφρος, ενδεχομένως για να αποσυμφορήσει ή να ελαφρύνει την τραγική διάσταση της ιστορίας. Πράγματι, η τραγικότητα του βιβλίου  εξακτινώνεται σχεδόν σε όλο το φάσμα της αφήγησης, και εντείνεται με την επιστράτευση του στοιχείου της ειρωνείας, στοιχείο που διαφαίνεται από την αρχή, αλλά γιγαντώνεται προς το τέλος, όταν επέρχεται η κάθαρση. Και είναι ακριβώς αυτή η θεία δίκη που φέρνει την ισορροπία και τη λύτρωση στην ψυχή του αναγνώστη, όπως επισημαίνει η ίδια η Λένα σε συνέντευξή της. Η τραγικότερη, όμως, ειρωνεία όλων εντοπίζεται στην κεντρική ιδέα του βιβλίου: ότι όλα εκείνα για τα οποία χύθηκε τόσο αίμα, όλα όσα οι ήρωες προσπαθούσαν διακαώς να αποφύγουν, έρχεται η στιγμή που απεγνωσμένα αποζητούν. Αυτός λοιπόν ο συνδυασμός αντιθέσεων, ανατροπών, τραγικής ειρωνείας και η ανάμειξη της προσωπικής ιστορίας με τη μεγάλη Ιστορία σε συλλογικό επίπεδο, καθιστούν το βιβλίο αξιανάγνωστο και αξιέπαινο, όπως ακριβώς και τα προηγούμενα βιβλία της.

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top