Fractal

Διήγημα: “Καλές πράξεις”

Του Αντώνη Τζήμα // *

 

good

 

Ήταν κάποτε που η ευγένεια και οι καλές πράξεις συντρόφευαν την ψύχη μου. Μπορώ να πω, ότι όταν βοηθούσα τους ανθρώπους απολάμβανα μια πρωτόγνωρη ηδονή κάθε φορά. Ποτέ δεν ανησύχησα για την ύπαρξη των χρημάτων και την αγορά του οποιουδήποτε αγαθού, μιας και οι γεννήτορες μου διέθεταν απύθμενο οικονομικό πλούτο και όχι μόνο.

Λάτρεις της τέχνης και οι δύο , με εκπαίδευσαν από τα νεαρά μου χρόνια να την ερμηνεύω. Στα μαθήματα μου περιλαμβανόντουσαν τα κατάλληλα βιβλία για την ηλικία μου, η μελέτη έργων τέχνης όπως του Νταλί και ώρες διαβάσματος κειμένων από αναλυτές και κριτικών της ζωγραφικής. Οφείλω ένα πράγμα στους γεννήτορες μου και αυτό δεν είναι η ζωή που μου πρόσφεραν, αφού ούτως η άλλως η ύπαρξη μου προέκυψε από λογούς της δικής τους ηδονής και της κάλυψης του προσωπικού τους κενού.

Η οφειλή προς τους νεκρούς γεννήτορες είναι μόνο μια και αυτή αναγνωρίζω. Με δίδαξαν πότε να βάζω κόμμα και πότε τελεία.

Ο τρόπος που ζούσαν με έκανε να λατρέψω τα έργα των μεγάλων κλασσικών μουσικών. Στην έπαυλη μας ακούγονταν μόνο τα έργα που λάτρευε ο πατέρας και η μητέρα. Οι άριες ήταν μια μαγεία που ξεσήκωνε τα συναισθήματα μου.

Έζησα μια ευτυχισμένη παιδική ηλικία οπού οι πιο πολλές επιθυμίες μου μετατρεπόντουσαν σε πραγματικότητα. Αποφοίτησα από τα καλύτερα σχολεία αλλά δεν συνέχισα πλέον τις σπουδές μου. Γνώριζα ότι ποτέ δεν θα χρειαζόταν να εργαστώ για τα προς το ζην.

Ως νεαρός άνδρας ταξίδεψα στην Ευρώπη και επισκέφτηκα τα μουσεία της. Η ηλικία και η εμπειρία έχει μεγάλη σημασία. Διαφορετικά συναισθήματα δημιουργούνται από την θέα ενός πίνακα του Βαττώ στα δεκαοκτώ και διαφορετικά στα σαράντα.

Έζησα για χρόνια στο Λονδίνο και στο Παρίσι. Είχα την ευτυχία να γνωρίζω γαλλικά και γερμανικά και διάβασα τους μεγαλύτερους ποιητές της ανθρωπότητας στο πρωτότυπο. Ξέρετε, η μετάφραση καταστραφεί ένα εξαιρετικό ποίημα. Οι λέξεις έχουν τον δικό τους ρυθμό στο ποίημα και ο δημιουργός δεν επιμένει τόσο στο νόημα όσο στο ρυθμό τους.

Κατά την ταπεινή μου άποψη, η μετάφραση είναι ο χασάπης της ποίησης.

Θα σας συμβούλευα και αν δεν γνωρίζετε την γλωσσά του ποιητή που θέλετε να αναγνώσετε να προσπαθήστε πρώτα να διαβάσετε το πρωτότυπο και μετά την μετάφραση.

Η μετάφραση όσο καλή και αν είναι δεν μπορεί να αποδώσει ακριβώς την ένταση της συγκίνησης του ποιητή. Και το σημαίνον είναι αυτό. Η ένταση της συγκίνησης.

Δεν θα μπορούσα να κάνω διαφορετικά και να μην σας αναφέρω μια συνομιλία μου με τον Παουλ Τσελαν όταν τον ρώτησα με ποιο τρόπο μπορώ να κατανοήσω το έργο του. Η απάντηση του ήταν η ακόλουθη.

«Μην μπαίνετε προς το παρόν στον κόπο να κατανοήσετε, να διαβάζετε και να ξαναδιαβάζετε και τότε το ποίημα θα ανοιχτεί από μόνο του», είπε.

Ως νέος απόλαυσα τα καλύτερα ευρωπαϊκά κρασιά, υπέροχα εδέσματα τροφής και την συντροφιά ωραίων γυναικών.

Την σύζυγο μου την γνώρισα στην γκαλερί Ουφίτσι μπροστά από την άνοιξη του Μποτιτσέλι. Μια ύπαρξη, που η καλύτερη λέξη που μπορεί να την χαρακτηρίσει είναι Κίρκη. Διέθετα και ακόμα διαθέτω μια διεισδυτική μάτια, η οποία είναι άκρως ενοχλητική για κάποιους εκτός της Κίρκης.

Όταν της συστήθηκα και εκείνη μου αποκάλυψε το θνητό της όνομα, εγώ την βάφτισα αθάνατη.

«Από δω και στο εξής το όνομα σου θα είναι Κίρκη», είπα και εκείνη χαμογέλασε.

Το πλάσμα αυτό φορούσε δυο σμαράγδια για μάτια και τα καστανά μαλλιά της όσο ξεχυνόντουσαν σαν ένα ανήμερο ποτάμι προς τους γλουτούς της ξάνθαιναν. Το σώμα της ήταν ένα γλυπτό που οι μεγαλύτεροι καλλιτέχνες της αναγέννησης θα μονομαχούσαν μέχρι θανάτου για να πάρουν τα εύσημα της δημιουργίας του.

Ο έρωτας μας εξελίχθηκε με βήματα γοργά. Παραδόθηκα στο κοίταγμα της και εκείνη παραδόθηκε στα χεριά μου. Το βήμα της ισοπέδωνε καθημερινά την φτωχή μου ύπαρξη και ο λόγος μου της φορούσε αλυσίδες βαριές.

Όταν διεισδούσα μέσα της και εκείνη αποδεχόταν τον εαυτό μου που έφευγε από μένα για να χαθεί σε εκείνη , η ηδονή μας ξέφευγε για το αχανές διάστημα. Όλα αυτά μέχρι το ατύχημα…

Η σπονδυλική μου στήλη διαλύθηκε. Από την μέση και κάτω έμεινα ανίκανος. Δεν ένοιωθα τίποτα. Η ευγένεια και οι καλές πράξεις άρχισαν να με εγκαταλείπουν. Αντ’ αυτού μισός και κακία κυρίευσε την ψυχή μου. Το κακό με υποδούλωσε. Η ζωή της Κίρκης μαζί μου έγινε ανυπόφορη. Πια δεν έβγαινα καθόλου από την έπαυλη μου. Η πραγματικότητα μετατράπηκε σε έναν εφιάλτη και ο δικός μου ρόλος ήταν του τέρατος.

Πριν με εγκαταλείψει η Κίρκη, εγώ ο ίδιος είχα εγκαταλείψει πρώτα τον εαυτό μου και η φυγή της ήταν κάτι που αποζητούσα. Εκείνη μου θύμιζε τις ευγενείς αξίες που κάποτε περιέβαλαν την ψυχή μου και τώρα το μισός της είχε κατασπαράξει.

Η κακία μου με έκανε να γυρίσω την πλάτη μου στην ανθρωπότητα και στην ζωή.

Τώρα στην υπηρεσία μου υπάρχει μόνον ένας άνθρωπος. Εκείνος φροντίζει για την τροφή μου και τις άλλες μου ανάγκες. Ζηλεύω τους ανθρώπους που παρά τις αναπηρίες τους επιτυγχάνουν τόσα οντάς αισιόδοξοι και ζώντας την, καλύτερα και πληρέστερα από κάποιους αρτιμελείς. Ίσως εγώ να ήμουν ανίκανος εξ’ αρχής και η ζωή μου προσέφερε αυτό που μου έπρεπε.

Ο υπηρέτης μου καθημερινά μου φέρνει τα πιο ποιοτικά κρασιά. Κάθε μέρα απολαμβάνω τουλάχιστον τέσσερα μπουκάλια και όταν ο δαίμονας με κυριεύει για τα καλά τα χύνω πάνω στους πινάκες που μου άφησαν κληρονομιά οι γεννήτορες.

Οι διασκεδάσεις μου είναι νοσηρές και διεστραμμένες. Κάθε νύχτα με πηγαίνει στην πόλη και παρατηρώ με την διεισδυτική μάτια μου τους ανθρώπους. Η ευχή μου να μπορώ να αναγνωρίζω τον έρωτα έχει γίνει κατάρα για τους άλλους.

Μόλις αντικρύσω ένα νεαρό ζευγάρι τους ζητώ να ακούσουν την πρόταση μου. Με αντάλλαγμα ένα εξαιρετικό ποσό τους ζητώ να κάνουν έρωτα μπροστά μου. Στην αρχή με θεωρούν τρελό ή ότι τους κάνω κάποιου είδους φάρσα. Όταν όμως τους δείχνω τα χρήματα οι ερωτευμένοι κοιτάζονται μεταξύ τους. Απομακρύνονται και μιλούν.

«Και τι θα μας κάνει;» λέει ο άντρας.

«Που να ξέρω; Αυτό που ζητάει είναι τρελό», λέει η γυναίκα.

«Θα μας πάρει λίγο μάτι. Τι να κάνει; Δεν τον βλέπεις; Ανάπηρος είναι», συνεχίζει ο άντρας.

«Δεν ξέρω. Αυτά είναι επικίνδυνα», απάντα η γυναίκα.

«Αφού έχεις εμένα. Θα σε προστατέψω απ’ όλα», λέει ο άντρας και εκείνη πείθεται. Τα χρήματα μισά μισά.

Όταν τους πάω στην έπαυλη μου , εκείνοι γδύνονται και εγώ με την απειλή ενός όπλου τους επιβάλλω να κάνουν φρικιαστικά πράγματα για τα οποία δεν μπορώ να αναφέρω λέξη σε αυτή την εξομολόγηση μου προς τα εσάς γιατί φοβάμαι για την υγεία του στομάχου σας.

Η ζωή μου κυλάει έτσι με μια στοιχειώδη ηρεμία. Απολαμβάνω τη νύχτα μου και την ημέρα όλα τα παραθυρόφυλλα της έπαυλης είναι κλειστά ώστε να τη νοιώθω πιο κοντά μου.

Ένα βράδυ που είχα βγει για κυνήγι με τον υπηρέτη μου σε ένα πάρκο είδα ένα ζευγάρι που μου θύμισε εμένα και την Κίρκη. Ζήτησα από τον υπηρέτη μου να τους φέρει σε εμένα. Τους έβλεπα που μιλούσαν για ώρα μέχρι να με πλησιάσουν.

Όταν ήρθαν κοντά μου έκανα την πρόταση μου.

Το μάτι του άνδρα γύρισε ανάποδα. Η φλέβα του λαιμού του άρχισε να κτυπάει δυνατά. Οι μυώνες του φούσκωσαν και η αδρεναλίνη χύθηκε στο αίμα του.

Αυτός ο άγγελος με έπιασε από τον γιακά και με πέταξε από το αναπηρικό καροτσάκι μου. Άρχισε να μου διαλύει τα κόκαλα. Ο υπηρέτης μου προσπάθησε να τον τραβήξει από πάνω μου αλλά του έδωσα την εντολή να του επιτρέψει να εκτελέσει το έργο του.

Ο άνδρας μου έσπασε την μύτη , τα χείλια μου σκιστήκαν, τα κόκκαλα μου θρυμματιστήκαν και εγώ επιτέλους ήμουν ευχαριστημένος για τη νίκη του έρωτα.

Καθώς τα κόκκαλα του κρανίου μου έσπαγαν και ο νους μετατρεπόταν σε πολτό η ευγένεια, οι καλές πράξεις και η ελπίδα ξαναφώτισαν την ψυχή μου.

 

* Ο Αντώνης Τζήμας είναι τριάντα τριών χρονών και του αρέσει να σκαρώνει διηγήματα. Ζει στην Αθήνα και εργάζεται ως προπονητής ιππασίας.

Ετικέτες:
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top