Fractal

Η Αντωνία Κώστα-Φώτη στο Εργαστήρι του συγγραφέα

 

 

Αντωνία Κώστα – Φώτη «Ακόμη στον παράδεισο», εκδ. Ένεκεν, σελ. 168

 

Όπως τα περισσότερα πράγματα που σχετίζονται με την τέχνη, έτσι κι ο τρόπος που γράφεται ένα βιβλίο, ενδύεται ορισμένες φορές μια αναπότρεπτη θρησκευτικότητα. Λες και ο συγγραφέας προσπαθεί απελπισμένα να αποδείξει πως είναι ο κατά την φροϋδική ερμηνεία “εκλεκτός της φυλής”. Στην πραγματικότητα η συγγραφή είναι πολύ λιγότερο θριαμβική. Περιλαμβάνει μουτζούρες, ατυχείς παρομοιώσεις, κομμάτια που πρέπει να διαβάσεις ξανά και ξανά με εξαντλητική προσήλωση, απαγγέλλοντας σε κάποιο πλασματικό κοινό τα γραπτά σου μέχρι να ακούσεις τον ρυθμό που έχεις στο μυαλό σου.

Η συγγραφή του «Ακόμα στον Παράδεισο» είχε κάτι και από τις δύο εκδοχές: κάποιες φορές πάλευα με τις φράσεις και άλλες φορές οι φράσεις βιαζόντουσαν να κολλήσουν πάνω στο χαρτί, να στοιχειοθετηθούν με πίξελ στην οθόνη του υπολογιστή και να πάρουν τη θέση τους στο ψηφιδωτό του κειμένου.

Το βιβλίο έχει ορισμένες ιδιαιτερότητες για τα ελληνικά δεδομένα. Για παράδειγμα, δεν προσδιορίζεται ποτέ το φύλο του κεντρικού προσώπου. Πρόκειται για μια επιλογή που πάρθηκε συνειδητά, μιας και ήθελα να αποτυπώσω όσο το δυνατόν εμφατικότερα το Εγώ αποκομμένο από παρεμβάσεις που παρεμποδίζουν την υπαρξιστική του πλήρωση ή που το κλείνουν αναγκαστικά σε στερεοτυπικά καλούπια. Αυτό επέφερε φυσικά και κάποιες επιπλέον απαιτήσεις όσον αφορά τη φραστική δομή του κειμένου: έμφυλες καταλήξεις, αντωνυμίες και άρθρα έπρεπε να αποκλείονται, κάτι που απαιτούσε διαρκή επαγρύπνηση μιας και η ελληνική γλώσσα βρίθει από έμφυλα διαχωριστικά, ειδικά όταν μιλά κανείς σε πρώτο πρόσωπο. Στην πορεία όμως, αυτός ο λεκτικός περιορισμός κατέληξε ένα απελευθερωτικό φραστικό παιχνίδι, απέκτησε τον χαρακτήρα του αυτονόητου όπως κάθε άλλο γλωσσικό σύστημα, παρέχοντας στο κείμενο ακόμα περισσότερη ζωντάνια, πλουτίζοντας το όσον αφορά την αφηγηματική περιγραφικότητα και βοηθώντας την ιστορία να αποτινάξει πολλά ακόμα δεσμά. Αν πρέπει να κατατάξω αυτό το χαρακτηριστικό σε κάποια λογοτεχνική κατηγορία θα το συμπεριλάμβανα στα έργα που γράφονται με την τεχνική του λειπογράμματος, την εσκεμμένη δηλαδή εξαίρεση ενός γράμματος ή μιας λέξης από την λογοτεχνική σύνθεση. Το στοίχημα που βάζει ο συγγραφέας σε αυτές τις περιπτώσεις είναι να μην δείχνει το κείμενο ελλειπτικό, να μην πάσχει από τις λέξεις που λείπουν και να μην μπορεί να διακρίνει ο αναγνώστης κενά ή μπαλώματα λόγω των γραμμάτων που απουσιάζουν. Το Ακόμα στον Παράδεισο θεωρώ πως κερδίζει αυτό το στοίχημα, καταλήγει ζαλιστικά πλούσιο σε εκφραστικότητα, δεν αφήνει την έλλειψη του φύλου να το λαβώσει και εντέλει σταματά να ασχολείται με αυτή του την ιδιαιτερότητα. Το κεντρικό πρόσωπό δεν είναι Ορλάντο, δεν καταλήγει από το ένα φύλο στο άλλο ούτε είναι κάτι ενδιάμεσο. Το φύλο απουσιάζει ολοσχερώς.

Η αφήγηση ακολουθεί πειθήνια την ροή ενός εσωτερικού μονολόγου με φιλοσοφική χροιά, χωρίς όμως να υιοθετεί πλήρως ούτε αυτήν την ταυτότητα. Η ιστορία είναι απλή, αλλά όχι απλοποιημένη, η δράση είναι εσωτεριστική αλλά όχι εντελώς αποκομμένη από τις εξωτερικές μεταβολές, η πλοκή είναι δουλεμένη στη λεπτομέρεια, αλλά η εξέλιξη της ιστορίας δεν είναι ο αυτοσκοπός, όπως ακριβώς και στη ζωή. Αν μπορούσα να δώσω σε δυο γραμμές την υπόθεση του βιβλίου θα την εξέφραζα με τον εξής τρόπο: το κείμενο αποτελεί πάνω από όλα ένα εκτενές διακειμενικό σχόλιο για τη λογοτεχνία και από εκεί μέσα ξεπηδά και ένα Εγώ, που πασχίζει να βρει την ταυτότητα του μέσα από την τέχνη και τον έρωτα.

Στην πραγματικότητα πρόκειται για ένα μιμίδιο που σκοπός του είναι να κουβαλήσει καλλιτεχνικά οτιδήποτε υπήρξε και θα υπάρξει, να αποτυπώσει την ιστορία ως κάτι πανανθρώπινο και προσωπικό ταυτόχρονα, να αναδείξει τον εποποιητικό χαρακτήρα της καθημερινότητας, να αποδώσει φόρο τιμής στην μυθολογία της παιδικότητας, να στηλιτεύσει την κοινωνική υποκρισία και την έννοια της θρησκευτικότητας, να κατακρίνει το εκπαιδευτικό σύστημα και, πάνω από όλα, να διασώσει της επίδραση της τέχνης στη ζωή, από παιγνιώδεις νύξεις στην ποπ κουλτούρα μέχρι πληθωριστικές αναφορές σε κλασικά έργα της παγκόσμιας λογοτεχνίας και της επιστήμης που εξυπηρετούν τον σκοπό τους στον καμβά του κειμένου.

Τεχνικά ακολουθώ σε μεγάλο μέρος του βιβλίου μια μεταμυθοπλαστική αφηγηματική πορεία, κάτι που προέκυψε εντελώς φυσικά: καθώς εξελισσόταν ο κεντρικός χαρακτήρας απαιτούσε να καταρρίψει ακόμα περισσότερα κλισέ, να αποκτήσει τη δική του φωνή μέσα στην ιστορία.

Όσον αφορά τον τίτλο, πρόκειται για έμμεση αναφορά στη Βεατρίκη του Δάντη, σύμβολο της τέχνης, του υπέρτατου Αγαθού που αντιπαραβάλλεται με τη χοϊκότητα της ζωής. Ο παράδεισος, ως ένας νοερός τόπος τελειότητας, είναι μια έννοια που το κεντρικό πρόσωπο της ιστορίας καταλήγει να αντιλαμβάνεται ως κάτι εντελώς πληκτικό. Κι ενώ στα πρώτα χρόνια της ζωής του προτιμά τη θεολογική αταραξία της τέχνης, στο τέλος αποβάλει το σύμπτωμα του πνεύματος και κερδίζει μέσα του η Ζωή -που έτσι κι αλλιώς δεν είναι παρά μόνο μία επινόηση της τέχνης.

Το βιβλίο γράφτηκε με ένα υπό έλεγχο πάθος, με μια γραφή αποστασιοποιημένη και παράλληλα μεθυσμένη, λυρική και επιστημονική, νατουραλιστική και συνάμα ιμπρεσιονιστική, με όλες τις αντιθέσεις που κουβαλάει μέσα του ένας ζωντανός οργανισμός. Κι έτσι ελπίζω να ζήσει από δω και μπρος, τώρα που το αφήνω επιτέλους να κάνει το ταξίδι του μέσα στον κόσμο: στιβαρό, πλούσιο και πολύχρωμο μέσα στις αντιθέσεις του.

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top