Fractal

Οι σύγχρονες ανάγκες της (αυτο)βιογραφίας

Του Γεωργίου Νικ. Σχορετσανίτη  //

 

 Επί τη ευκαιρία της πρόσφατης κυκλοφορίας του βιβλίου ‘Πανωφόρια’ της Ανθούλας Διαμάντη – Κηπιώτη, από τις ΒΗΤΑ Ιατρικές Εκδόσεις (2015) 

 

sx1

 

Βεβαίως εάν θελήσουμε να είμαστε ακριβοδίκαιοι, η βιογραφία στο νεότερο κόσμο, κυρίως τον αγγλόφωνο, αρχίζει τη διαδρομή της με τη δημοσίευση του ‘Βίου του Σάμουελ Τζόνσον’ από τον James Boswell, το 1791, η οποία θεωρείται ως ένα σημαντικότατο στάδιο στην ανάπτυξη του σύγχρονου είδους της βιογραφίας. Για τη εν λόγω δημοσίευση πολλοί ισχυρίζονται ότι διεκδικεί τον τίτλο της μεγαλύτερης αγγλόφωνης βιογραφίας, κι ίσως όχι άδικα. Ενώ η προσωπική και άμεση γνωριμία του Boswell με το ‘θέμα’ του ξεκίνησε μόλις το 1763, όταν δηλαδή ο Σάμουελ Τζόνσον ήταν πενήντα τεσσάρων ετών, ο Boswell κάλυψε το σύνολο της ζωής του Τζόνσον μέσω πρόσθετων ερευνών. Η βιογραφία παίρνει κρίσιμες θέσεις για τη ζωή του Τζόνσον, κι ο Boswell κάνει διάφορες αλλαγές στα αποφθέγματα του Τζόνσον, ενώ ακόμη λογοκρίνει, άκομψα θα πουν κάποιοι, πολλά σχόλια. Ανεξάρτητα από τις θεμιτές ή όχι ενέργειες αυτές, οι σύγχρονοι βιογράφοι έχουν βρει τη βιογραφία του Boswell ως μια σημαντική πηγή πληροφοριών σχετικά με τον Σάμουελ Τζόνσον και την εποχή του. Το έργο ήταν δημοφιλές μεταξύ των πρώτων που το διάβασαν καθώς και ανάμεσα στους σύγχρονους κριτικούς, αν και μερικοί θεωρούν ότι το βιβλίο δεν μπορεί να θεωρηθεί σωστή βιογραφία με την αυστηρή έννοια του όρου. Η συνέχεια και η άνθηση του συγκεκριμένου λογοτεχνικού είδους, μετά από αυτό το γεγονός, υπήρξε ραγδαία. Έτσι πλησίασε άλλα σε κάποια σημεία, αλλά ξέφυγε σε άλλα και εξελίχτηκε πλέον σε αυτόνομο και ανεξάρτητο λογοτεχνικό είδος και όχι σε υποδεέστερο παρακλάδι της ιστορίας, της λογοτεχνίας και φυσικά της κοινωνιολογίας.

Τι θα μπορούσαμε στις μέρες μας, όμως, να ονομάσουμε βιογραφία και τι περιλαμβάνει αυτή, πέρα από τα ήδη γνωστά και τα συνήθη; Υπάρχει άραγε χάσμα, κενό ή διαφορά σήμερα ανάμεσα στη βιογραφία και την αυτοβιογραφία, και ποια είναι επιτέλους τα κίνητρα συγγραφής μιας βιογραφίας ή αυτοβιογραφίας;

Απαντώντας στο ένα ερώτημα, θα μπορούσαμε εύκολα ομολογουμένως να ξεφύγουμε από τη δυσκολία του εγχειρήματος, εάν αναφέρουμε απλώς το στοιχείο της εμπλοκής του οικονομικού παράγοντα στην όλη υπόθεση. Όπως εξελίχτηκε η κατάσταση, η βιογραφία σήμερα αποτελεί μια αρκετά επικερδή επιχείρηση και σε σύντομο χρονικό διάστημα έχει φτάσει να αποτελεί έναν ταχέως αναπτυσσόμενο τομέα της διεθνούς εκδοτικής δραστηριότητας. Αυτό φυσικά ισχύει για τις αγγλόφωνες χώρες με το μεγάλο αριθμητικά αναγνωστικό κοινό, κι όταν το πρόσωπο που βιογραφείται, είναι κάποιος γνωστός πολιτικός ή κάποιο επίσης καλά αναγνωρισμένο και διαφημιζόμενο πρόσωπο από τα μέσα μαζικής επικοινωνίας, κινηματογράφο, τηλεόραση κ.ο.κ. Μάλιστα το αποτέλεσμα κορυφώνεται έτι περαιτέρω όταν υπεισέλθουν στο κείμενο αναφορές και υπαινιγμοί για σχέσεις περίεργες, διανθισμένες με σκανδαλιστικό περιεχόμενο και ειδικά με τη σεξουαλική συμπεριφορά του βιογραφούμενου. Αλλά όμως, εάν υποθέσουμε ότι μέχρι εδώ όλα βαίνουν κατανοητά, τι συμβαίνει ανάμεσα στη βιογραφία και την αυτοβιογραφία και τι χωρίζει τις δύο; Η βιογραφία, απλώς, είναι συνήθως η εξιστόρηση της ζωής μιας πετυχημένης προσωπικότητας από τον συγγραφέα ο οποίος είναι εκ των πραγμάτων υποχρεωμένος να αναζητήσει και να βρει πολύτιμες πληροφορίες του προσώπου, να τις συλλέξει και να προχωρήσει στην αυστηρή καταγραφή των γεγονότων μέσα στα οποία ο αναγνώστης θα μπορέσει να αντλήσει πολύτιμα βιογραφικά στοιχεία, εάν και όποτε το θελήσει. Στην περίπτωση όμως της αυτοβιογραφίας οι συνθήκες είναι διαφορετικές. Ο αυτοβιογραφούμενος πρέπει να απαντήσει σε μερικά ερωτήματα στον εαυτό του αρχικά και εάν θέλει στον αναγνώστη αργότερα. Πρέπει να εξομολογηθεί σε κείνον, να βγάλει πλέον το σωματικό και ψυχικό πανωφόρι από πάνω του, να εκτεθεί μόνος απέναντι στον αναγνώστη, ενώπιος ενωπίω!

 

sx2

 

‘… Κατά τη διάρκεια της ζωής μας και μέσα από την τριβή της, σωρεύτηκαν τόσα πολλά που πιθανόν μας άλλαξαν, γίναμε κάτι άλλο, διαφορετικό. Δημιουργήθηκε επάνω μας ακούσια ή και εκούσια ένα κάλυμμα, μια μεμβράνη, ένα ρούχο σαν άλλο πανωφόρι, προϊόν και επίθεμα της ανατροφής μας, των οικογενειακών αξιών των κοινωνικών συμβάσεων, των ιδεολογιών, των ηθικών κωδίκων, των πολιτικών μύθων και των θρησκευτικών δογματισμών, που σκεπάζει, καλύπτει, συγκαλύπτει, κρύβει και αλλοιώνει την αληθινή γυμνή ψυχή, την αθωότητα…’, όπως μας λέει κάπου στην εισαγωγή και τον πρόλογο της αυτοβιογραφίας της, με τον περίεργο εκ πρώτης όψεως τίτλο ‘Πανωφόρια’, η Ανθούλα Κηπιώτη, σε μία κατά πάσα πιθανότητα εκ βαθέων εξομολόγηση. Και λίγο παρακάτω: ‘… Θα βγάλω λοιπόν το δικό μου ‘νοητό’ παλτό, αυτό που με έχει κουκουλώσει, καλύψει αλλά και ζεστάνει τις μέρες και τις νύχτες μου από τότε που με θυμάμαι, και… θα αποκαλυφθώ…’.

Ο τρόπος της αποκάλυψης, αναμφισβήτητα προσωπικός, όπως σε όλες τις αυτοβιογραφίες, και γι αυτό, ιδιαίτερος. Ενώ η βιογραφία ως λογοτεχνικό είδος ερωτοτροπεί με την αξιοπιστία, την αμεροληψία, η αυτοβιογραφία από την άλλη μεριά φλερτάρει με το βαθύ και καλά κρυμμένο συναίσθημα, και γι αυτό αποκαλείται από αναρίθμητους κριτικούς ως ιδιάζουσας μορφής υψηλή τέχνη. Ο βιογραφούμενος οφείλει να απαντήσει γιατί επέλεξε να ξεσκεπάσει τον, τόσο καλά σκεπασμένο όλα αυτά τα χρόνια, εαυτό του. Τους λόγους που τον οδήγησαν και τον εξώθησαν στη δημοσίευση προσωπικών, οικογενειακών και άλλων λεπτομερειών του άμεσου περιβάλλοντος. Η συγγραφέας εν προκειμένω δεν αφήνει τίποτα αναπάντητο, δεν εγκαταλείπει μόνο και αβοήθητο τον αναγνώστη της στο ταξίδι αυτό. Τον έχει από την αρχή προειδοποιήσει και ενημερώσει αρκούντως λεπτομερειακά για το σκοπό της:

‘… Αναρωτιέμαι ποιόν ενδιαφέρει να μάθει τα της δικής μου ζωής, ή γιατί μου ήρθε τώρα να γράψω πράγματα που με αφορούν, λες και είμαι κανένας σπουδαίος άνθρωπος… προς το παρόν όμως νομίζω ότι θέλω να κάνω ένα ταξίδι ανάποδα στη ζωή μου. Να γυρίσω κυρίως στα παιδικά μου χρόνια. Αν κάποιος θεωρήσει ότι η παιδική του ηλικία είναι ‘πατρίδα’, τότε η επιθυμία του επαναπατρισμού είναι πιεστική… θέλω να τις ξαναδώ αυτές τις εποχές, με μια πιο φρέσκια ματιά, να τις ψάξω, να τις αξιολογήσω μέσα από τη σημερινή εμπειρία και γνώση. Θέλω να θυμηθώ αν είχα ποτέ επιθυμίες, αν έκανα όνειρα και ποια ήταν αυτά …’.

Κι ενώ στην περίπτωση των βιογραφιών ο συγγραφέας είτε λατρεύει αφάνταστα είτε αντιπαθεί τον βιογραφούμενο, στην περίπτωση της αυτοβιογραφίας όπως εν προκειμένω η συγγραφέας καταδύεται στα βάθη της ψυχικής της σφαίρας και μας αποκαλύπτεται προσωπικά, συναισθηματικά και ιστορικά. Μας δίνει μέσα από οικογενειακές τραγωδίες, ένα πανόραμα του εικοστού αιώνα, ένα δύσκολο ταξίδι παραγεμισμένο με επώδυνες προσωπικές και συλλογικές μνήμες. Από τον ελληνισμό της Μικράς Ασίας έως εκείνον της Βορείου Ηπείρου. ‘…Η ευφορία κράτησε μόνο δύο χρόνια. Ο εθνικός διχασμός στην κρίσιμη αυτή στιγμή για την Ελλάδα, παραμόνευε. Η ελληνική κυβέρνηση της περιόδου 1920-1922 δεν στάθηκε ικανή να κατανοήσει που κατευθυνόταν η χώρα με την πολιτική που ακολουθούσε. Παρά τις επιτυχίες και την ανάταση των ελληνικών πληθυσμών, οι συγκρούσεις και οι βιαιοπραγίες συνεχίζονταν στο εσωτερικό της χώρας, χωρίς να γίνονται άμεσα και σωστά γνωστές. Κάποιοι που έβλεπαν μακρύτερα ανησυχούσαν και τα μαύρα σύννεφα όλο και πλήθαιναν…’.

Και το αναπόφευκτο, όπως αποδεικνυόταν, οδοιπορικό στο παρελθόν συνεχίζεται από πόλη σε πόλη, από τη μια άκρη του ελληνισμού στην άλλη, από τη Μικρά Ασία, έως την ξεχασμένη εν πολλοίς Βόρεια ήπειρο! Από τη μία προσφυγιά στην άλλη! Από τη μια προσωπική, οικογενειακή και ελληνική καταστροφή, στην αμέσως επόμενη! Χωρίς σταματημό χρόνια, δεκαετίες και όχι μόνο, τώρα! Χωρίς να διαφαίνεται κάποια στάση σχεδόν για ολόκληρο τον εικοστό αιώνα. Ένα οδοιπορικό που παραπέμπει τους ευφάνταστους, γιατί άραγε ίσως αναρωτηθεί κάποιος, σε μια λίγο παλιότερη αλλά άκρως εμβληματική ταινία, στις ‘τρεις ταφές του Μελκιάδες Εστράδα’!

 

sx3

 

Και ξαφνικά το φως που βοηθά και κάνει δυνατή την ‘προβολή’ της ταινίας, σταματά στο επίμαχο σημείο, τότε που ‘… όλα υπάκουαν σε ένα κώδικα αγγλικού-βικτωριανού τύπου, πουριτανικού καθωσπρεπισμού…’. Στην εφηβεία της συγγραφέως την εποχή της σεξουαλικής επανάστασης, τότε που η Ελλάδα ετοιμαζόταν να βιώσει ολοταχώς, μια ακόμα μεγάλη καταστροφή, με την εισβολή και κατοχή της Κύπρου η οποία ακόμα συνεχίζεται κατά παράβαση όλων των διεθνών κανόνων και συνθηκών.

Είναι περιττό να τονίσουμε την αισθητική αρτιότητα των ΒΗΤΑ Ιατρικών Εκδόσεων, αλλά θα ήταν κάτι παραπάνω από επιθυμητό αν γινόταν κάποια αναφορά έστω λίγων βιογραφικών στοιχείων της συγγραφέως στο εσώφυλλο του βιβλίου, αφού ο δαίμων του αχανούς ψηφιακού κόσμου είναι τόσο φειδωλός για την γενικότερη πορεία της Κηπιώτη, από την εφηβεία της, όπου και σταματά το βιβλίο, έως και σήμερα.

Λίγες οι αναφορές της Ανθούλας Κηπιώτη στο πολιτικό σύστημα της χώρας μας, παλιότερο αλλά που παραπέμπει σαφώς και στο τωρινό. Ανάξιο να δει τις εξελίξεις που έρχονταν απειλητικές, ανίκανο να προβλέψει τα γεγονότα, ανίσχυρο να διαχειρισθεί επώδυνες εθνικές καταστροφές και υποθέσεις, έρμαιο του ενός και του άλλου ξένου πολιτικού και της κάθε μιας εκ των ισχυρών ευρωπαϊκών δυνάμεων, περί άλλων ετύρβαζε! Προείχε όλων, ο εθνικός διχασμός. Όλα τα άλλα μπορούσαν να περιμένουν! Πόσο κοντά μας βρίσκονται λοιπόν όλα αυτά, θα μπορούσαμε να αναρωτηθούμε έντρομοι τώρα; Και βέβαια περιμένουμε από την Ανθούλα Κηπιώτη να φροντίσει για τη συνέχιση της προβολής της ταινίας που μας άφησε στη μέση!

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top