Fractal

Άννα Δάρδα-Ιορδανίδου: “Δε νομίζω ότι όλα τα αστυνομικά αρχίζουν με φόνο”

Συνέντευξη στον Ελπιδοφόρο Ιντζέμπελη //

 

Darda«Νομίζω ότι τα παραμύθια και τα αστυνομικά έχουν πολλά κοινά στοιχεία, όπως, λόγου χάρη, το τέλος. Και στα δύο είδη οι ιστορίες έχουν καλό τέλος. Οι κακοί τιμωρούνται, οι καλοί αμείβονται  και το κακό εξαλείφεται οριστικά κι αμετάκλητα». Υποστηρίζει η Άννα Δάρδα- Ιορδανίδου, υπογράφοντας και τα δυο.

 

-Ποια ήταν η αφορμή για να γραφεί το μυθιστόρημα «Καφέ, τραμ και φόνοι», εκδόσεις Αιγαίον;

Μερικά ταξίδια και πολλές βόλτες στη Βιέννη. Αλλά πιστεύω πως ταιριάζει κιόλας καθώς οι συνταξιούχες καθηγήτριες που εμπλέκονται στους φόνους γράφουν τουριστικούς οδηγούς.

 

-Η δράση τοποθετείται στη χιονισμένη Βιέννη γύρω στα Χριστούγεννα. Δυο γυναίκες ανακαλύπτουν σ’ ένα καφέ της πόλης το πτώμα μιας γυναίκας. Γιατί όλα τα αστυνομικά μυθιστορήματα αρχίζουν με ένα φόνο;

Δεν νομίζω ότι όλα τα αστυνομικά αρχίζουν με φόνο. Έχει τύχει να διαβάσω κάποια που ο φόνος γίνεται μετά από μερικά κεφάλαια, όπου συνήθως περιγράφονται ο τόπος, οι συνθήκες και τα πρόσωπα της ιστορίας. Στήνεται, ας πούμε, το σκηνικό του φόνου, που είναι και η κορυφαία στιγμή στην αστυνομική ιστορία. Από κει και πέρα αρχίζει η διερεύνηση η οποία περιγράφεται. Αυτή, άλλωστε, είναι η συνηθισμένη δομή του αστυνομικού, δηλαδή, η εξιστόρηση της αναζήτησης του δολοφόνου, καθιστά αναγκαία την τοποθέτηση του φόνου στην αρχή της πλοκής.

 

-Η Βέρα Μάγερ-Βογιατζή, είναι μπλεγμένη σε μια σκοτεινή ιστορία. Ποια είναι τα πρώτα βήματα που κάνει η αστυνομία για την διερεύνηση μιας τέτοιας υπόθεσης;

Υποθέτω ότι προσπαθεί να εξακριβώσει την ταυτότητα του θύματος, τις συνθήκες του φόνου ποιοι είχαν την δυνατότητα να την σκοτώσουν και τι κίνητρα μπορεί να είχαν. Αυτό, βέβαια, δεν είναι τίποτα άλλο παρά μια λογική σειρά. Τι μέθοδο μπορεί να ακολουθούν οι αστυνομικοί στην πραγματικότητα και τι ακριβώς κάνουν δεν έχω ιδέα.

 

kafe-tram-fonoi

-Κι ύστερα δολοφονείται μια ηθοποιός, η οποία έπαιζε τη Μαρία Βετσέρα; Ποια είναι η ευθύνη των μελών της θεατρικής ομάδας; Τι κοινό έχουν οι δυο δολοφονίες;

Τα μέλη της θεατρικής ομάδας είναι πιθανοί ύποπτοι, μια και κάμποσοι απ’ αυτούς είχαν λόγους να θέλουν νεκρή την ηθοποιό. Ωστόσο, για το πως συσχετίζονται οι φόνοι φοβάμαι πως θα πρέπει να διαβάσει κανείς το αστυνομικό.

 

-Δυο γυναίκες θύματα. Τα εγκλήματα συνήθως γίνονται από πάθος;

Δεν ξέρω για τα αληθινά εγκλήματα. Υποθέτω ότι τα εγκλήματα πάθους τελούνται μάλλον εν βρασμώ ψυχής. Η απόκτηση χρημάτων και εξουσίας, που αποτελούν αιτίες φόνου, οδηγούν, θα έλεγα, σε προμελετημένα εγκλήματα.
Εξαίρεση μπορεί να αποτελεί η εκδίκηση, όταν δηλαδή το κίνητρο του φόνου είναι η αποκατάσταση της αδικίας που αισθάνεται ο δολοφόνος. Αν δηλαδή η εκδικητικότητα προσδιοριστεί ως δυστοπικό πάθος, μπορεί να γίνει αιτία προμελετημένου εγκλήματος. Σύμφωνα με τη ρήση, άλλωστε, η εκδίκηση είναι κρύο πιάτο. Αυτά όμως είναι υποθέσεις περί της πραγματικότητας. Στο αστυνομικό μυθιστόρημα όλα τα κίνητρα οδηγούν σε προμελετημένους φόνους για να έχουμε κάτι να γράψουμε! Πιστεύω ότι ένας αληθοφανής φόνος εν βρασμώ ψυχής μάλλον θα αποτελούσε θέμα δραματικού μυθιστορήματος και όχι αστυνομικού, μια και ο δολοφόνος θα ήταν εξ’ αρχής γνωστός.

 

-Αναφέρετε και την γειτονιά των Ελλήνων. Τι γνωρίζετε για τους συμπατριώτες μας που μένουν στην Βιέννη;

Η Ελληνική κοινότητα της Βιέννης είναι πολύ παλιά. Χρονολογείται από τον 17ο αιώνα. Ως πρωτεύουσα της ακμαίας αυτοκρατορίας των Αψβούργων, η Βιέννη, αποτέλεσε πόλο έλξης πολλών Ελλήνων εμπόρων των οποίων η δραστηριότητα διευκολύνθηκε με σχετικά αυτοκρατορικά διατάγματα. Κάποιοι απ’ αυτούς διέθεσαν μέρος του πλούτου τους για την ίδρυση φιλανθρωπικών ιδρυμάτων, όπως νοσοκομεία, πτωχοκομεία, ξενώνες. Αλλά υπήρξαν επίσης μαικήνες των Τεχνών και των Γραμμάτων. Ανάμεσα στους επιφανείς ευεργέτες ήταν, λόγου χάρη, ο Σίνας και ο Δούμπας, ο οποίος δώρισε στη Βιέννη το Μέγαρο Μουσικής. Ο δρόμος που βρίσκεται το κτήριο φέρει το όνομά του (Dumba Strasse). Έκτοτε η παρουσία των Ελλήνων στη Βιέννη είναι συνεχής. Οι άνθρωποι που γνώρισα μου φάνηκαν έξυπνοι, δραστήριοι και συμπαθείς. Υποθέτω, ότι οι συμπατριώτες μας της Βιέννης είναι όπως και οι συμπατριώτες μας στην Ελλάδα, με επιπλέον χαρακτηριστικό τον καημό της ξενιτιάς.

 

-Το μυθιστόρημα μιλάει και για τη σημερινή Βιέννη με τους τουρίστες, τους μετανάστες, τους ζογκλέρ στην πλατεία του Αγίου Στεφάνου, αλλά και τις πόρνες των πεζοδρομίων. Όλες οι πόλεις έχουν λοιπόν τις αδυναμίες τους;

Θα έλεγα ότι όλες οι μεγαλουπόλεις έχουν παρόμοια κοινωνική διαστρωμάτωση.

 

-Περιγράφοντας την Βιέννη, μας περιγράφετε τους δρόμους στους οποίους περιφέρονταν ο Κλιμτ, ο Μάλερ, ο Στράους, ο Μπραμς, ο Φρόιντ, ο Λένιν και ο Τρότσκι. Αυτό δεν δίνει και αίγλη σε αυτή την πόλη;

Μια από τις αιτίες της γοητείας που ασκεί σε μένα η Βιέννη είναι ότι καθιστά το παρελθόν της παρόν.

 

-Είναι αλήθεια ότι το μυθιστόρημά σας έχει άρωμα παλιάς εποχής που θυμίζει Αγκάθα Κρίστι. Μα το σασπένς δεν θέλει και ο αναγνώστης για να απολαύσει το βιβλίο;

Το θεωρώ κολακευτικό να λέτε ότι το Τραμ, Καφέ και Φόνοι θυμίζει Άγκαθα Κρίστι. Μακάρι ο αναγνώστης να εμπλακεί στην ιστορία όπως σε μια δική της.

 

-Πέρα από συγγραφέας είσαστε καθηγήτρια Πανεπιστημίου. Μπορείτε να αναφέρετε τις δραστηριότητες σας;

Πράγματι εργάστηκα στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων και στο ΤΕΙ Πειραιά. Οι εργασίες και οι έρευνες που συμμετείχα ήταν γλωσσολογικού περιεχομένου. Πάντως θα σας εξομολογηθώ κάτι, η διατριβή μου αφορά μια αστυνομική ιστορία που δημοσιεύτηκε στις Αγγλικές εφημερίδες εκείνη την περίοδο (1980).

 

-Διάβασα στο βιογραφικό σας ότι γράφετε και παραμύθια για παιδιά. Πώς προέκυψε αυτή η ενασχόληση;

Νομίζω ότι τα παραμύθια και τα αστυνομικά έχουν πολλά κοινά στοιχεία, όπως, λόγου χάρη, το τέλος. Και στα δύο είδη οι ιστορίες έχουν καλό τέλος. Οι κακοί τιμωρούνται, οι καλοί αμείβονται και το κακό εξαλείφεται οριστικά κι αμετάκλητα.

 

-Ποια αστυνομικά βιβλία θα μας προτείνατε να διαβάσουμε;

Προσωπικά προτιμώ να διαβάζω κλασσικά αστυνομικά της λεγόμενης Χρυσής Εποχής (1920 – 1940), αλλά και αργότερα. Μιλάμε, δηλαδή, για Άγκαθα Κρίστι, Ντοροθυ Σέγιερς, Μινιόν Έμπερχαρτ, Νάιο Μαρς, Λεο Περούτζ, Ντάσιελ Χάμετ, Ρέημοντ Τσάντλερ, Ντέηβηντ Γκούντις. Ο κατάλογος είναι μακρύς. Πολλά από αυτά δημοσιεύθηκαν από τις εκδόσεις Λυχνάρι και Γαλαξίας (μάλλον δυσεύρετα). Από τα σύγχρονα, προτιμώ πάλι τα κλασσικά, Ιζζό, Καμιλλέρι, Μωρής Αττιά, Ταιϊμπό ΙΙ, Μάριο Βάργκας Λιόσα. Στα καθ’ ημάς, ο τελευταίος συλλογικός τόμος της ΕΛΣΑΛ, «Ο Τόπος πρόδωσε τον ένοχο» (εκδ. Τόπος), περιέχει νομίζω καλογραμμένες και πολύ ενδιαφέρουσες αστυνομικές ιστορίες. Μπορεί επίσης να χρησιμεύσει και ως οδηγός γι αυτούς που ενδιαφέρονται για το ελληνικό αστυνομικό μυθιστόρημα. Επιπλέον στον ιστότοπο της ΕΛΣΑΛ (Ελληνική Λέσχη Συγγραφέων Αστυνομικής Λογοτεχνίας) μπορούν να βρούν πολλές πληροφορίες σχετικά με νέες εκδόσεις, αλλά και πολύ ενδιαφέροντα σχετικά άρθρα.
Κακά τα ψέματα, κύριε Ιντζέμπελη, οι αναγνώστες του αστυνομικού μυθιστορήματος ξέρουν τι τους αρέσει να διαβάζουν και άρα τι να επιλέξουν. Μια βόλτα σ’ ένα βιβλιοπωλείο αρκεί για να βρουν κάποιο αστυνομικό να τους ιντριγκάρει. Αυτοί που δεν ενδιαφέρονται, πολύ φοβάμαι, θα παραμείνουν αδιάφοροι.

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top