Fractal

Διήγημα fractal: “Αναζητώντας το Πάσχα…”

Του Νίκου Τσούλια // *

 

Yevgeny Kudryavtsev

Yevgeny Kudryavtsev

 

Ίσως να είναι μια φαντασίωση, ίσως και να είναι κομμάτι της πραγματικότητας αφού και άλλοι αφηγούνται ίδιες θύμησες. Ίσως να είναι έλξη της κλασικής παλιννόστησης στην αρχέγονη εστία ή και μια απλή έκφραση της σημερινής αμηχανίας καταπού να σιάξεις και τι να δημιουργήσεις για να εκφράσεις αυθεντικά τον εαυτό σου…

Γυρίζεις ξανά και ξανά εκεί στα παλιά για να κλέψεις κάποιες στιγμές από την αδηφαγία του παρελθόντος, που όλο καταπίνει πρόσωπα και γεγονότα και ποτέ δεν στομώνει. Να βρεις θέλεις μια ανάμνηση άλλοτε κρυφά ψάχνοντας στα βάθη της ψυχής σου μήπως και ανασύρεις κάποιο θυμητικό από της λήθης την άβυσσο και άλλοτε στης παρέας του χωριού περιμένοντας από το ξεπέταγμα των ομαδικών εικόνων και της κρασοποσίας μήπως και ανασυστήσεις ένα σκίρτημα του παλιού συναισθήματος.

Αλλά, πώς να βρεθείς στα χρόνια της φτώχειας από τόσο μεγάλη απόσταση, πώς να περάσεις μέσα από τόσα και τόσα γεγονότα που έχουν μεσολαβήσει κρύβοντας κάθε απόπειρα ιχνογράφησης του μακρινού ορίζοντα, πώς να αποδιώξεις τις επιτυχίες και τις κατακτήσεις για να βρεθείς στους φόβους εκείνης της εποχής, στο αν θα τα καταφέρεις να ξεφύγεις από το χωριό και από τις σκληρές δουλειές στα χωράφια;

Αναζητάς να βρεις κάποια μαρτυρία στου χωριού και στων χωραφιών την εικόνα, αλλά αλλού η ερήμωση και αλλού η πρόοδος συμμάχησαν – αν και αντίπαλες – να εξαφανίσουν τα είδωλά σου˙ ακόμα και τα ίδια δέντρα έχουν αλλάξει πια μορφή, δεν είναι τα ίδια. Αλλά και εκείνη την  πασχαλιά, το σύμβολο της γειτονιάς για τις Άγιες ημέρες που είχε σκαρφαλώσει εκεί ψηλά στο δίπατο σπίτι, την έχει καταπιεί το νερό του φράγματος. Νιώθεις τη ματαιότητα, αλλά η ανησυχία δεν καταλαγιάζει, γίνεται βάσανο αν δεν την υπηρετήσεις έστω και αδιέξοδα…

Να αγγίξεις θέλεις τις ταλαιπωρημένες τσέπες του μεγαλίστικου σακακιού – σταλμένου γαρ από συγγενή της Αθήνας – τις γεμάτες με κουλούρια και αυγά για να ορμήσεις με το πρώτο «Χριστός Ανέστη» και να τρως όλο χαρά και ευχαρίστηση. Αλλά πώς να γίνει; Το παρόν φταίει – μη τα ρίχνουμε όλα στο παρελθόν -, που σε έχει στομώσει και τα σημερινά νηστήσιμα είναι πιο πολλά και πιο καλά από τα παλιά μη νηστήσιμα, που η μεγάλη μας φαντασίωση του καταναλωτισμού έχει στερέψει τις πιο καλές επιθυμίες σου, τις βασικές ανάγκες σου, εκείνες που γειτονεύουν με την πραγματική χαρά.

Να χαρείς, επιθυμείς, από της Ανάστασης το μυστήριο και ψάχνεις ξανά και ξανά στης σκέψης σου τα στενά μονοπάτια εκείνες τις απορίες που φοβόσουνα να ρωτήσεις είτε γιατί νόμιζες ότι όλοι οι άλλοι ήξεραν ή είτε γιατί νόμιζες ότι είναι κακό και να ρωτήσεις: πώς αναστήθηκε ο Χριστός και τι ακριβώς έγινε; Αλλά πώς να πας στην άλλη πλευρά του λόφου, αφού δεν άφησες κανέναν δρόμο πίσω σου και παρέδωσες στη γνώση και στην επιστήμη όλη την ύπαρξή σου και την ψυχή σου προδίδοντας την παλιά σου πίστη, το αυθεντικό συναίσθημα ακόμα και τη θολούρα της αμφισβήτησης γεμίζοντας όλο βεβαιότητες και απολυτότητες;

Καλείς τη φύση να σε βοηθήσει σε πιο πεζά πράγματα, να βρεις τα χνάρια σου που πήγαινες για να βρεις μάραθο για τις τυρόπιτες της μάνας σου στις γράνες και στις άκρες των λόγγων και δεν υπάρχουν, τα έσβησε ο αγορασμένος μάραθος και όχι ο χρόνος. Και η μάνα σου δεν υπάρχει. Θέλεις να πας το γάλα στη νουνά σου με την ελπίδα, που ήταν πάντα γεγονός, του «εικοσάδραχμου» που θα σου έδινε και θα το κράταγες για κάποια ώρα, γιατί μετά θα βρισκόταν στα χέρια της μάνας σου – δεν ήξερες αν το έδινες ή στο έπαιρνε – για να σου ψωνίσει καμιά άσπρη ελβιέλα, αλλά δεν μπορείς. Τώρα έχεις τα λεφτά στην τσέπη. Δεν περιμένεις τίποτα. Δεν φταίει το παρελθόν. Και η νουνά σου δεν υπάρχει.

Αφού τίποτα δεν μπορείς να βρεις, γιατί ψάχνεις; Τι αναζητάς αφού οι επινοήσεις σου είναι φαντάσματα; Η χαμένη αθωότητα της φτώχειας και της ελπίδας δεν μπορεί να σε βοηθήσει. Άδειασαν τα όνειρά σου και δεν γεμίζουν τα αντίβαρά τους, οι μνήμες… Δεν φταίει ο χρόνος ούτε και η φύση. Εσύ έκοψες τα νήματα τότε που κοίταζες μόνο το μέλλον και την επιτυχία. Εσύ άλλαξες˙ η μεταλλαγμένη ψυχή σου σε προδίδει και δεν μπορείς να ξαναβρείς το παλιό είδωλό σου. Μην το ψάχνεις αλλού…

Στέρεψες το θρησκευτικό σου συναίσθημα, το αποξήρανε ο αγοραίος τρόπος ζωής, το όνειρο της διαρκούς επιτυχίας. Εκπτώχευσε η καρδιά σου. Άλλαξε ο λατρευτικός σου τόπος. Η αγάπη για τον άνθρωπο έγινε αγάπη για το χρήμα. Και δεν το κατάλαβες το πώς… Σου πήρε χρόνια για να αντιληφθείς τη μεγάλη απώλεια. Σου πήρε τη ζωή…

3-25-2013_002

3-25-2013_106

Eugenio Daneri

Eugenio Daneri

 

* Ο Νίκος Τσούλιας είναι καθηγητής σε λύκειο. Έχει εκλεγεί πρόεδρος της ΟΛΜΕ τέσσερις φορές (1996 – 2003). Διδακτορικό στην Ειδική Αγωγή. Δύο βιβλία: “Σε πρώτο πρόσωπο” και «Παιδείας εγκώμιον».  Συνεργάστηκε με: «ΜΕΣΗΜΒΡΙΝΗ» (1980 – 1986), «ΕΞΟΡΜΗΣΗ» (1988 – 1996) και “ΤΟ ΑΡΘΡΟ” (2010- σήμερα) καθώς και με αρκετά περιοδικά. (https://anthologio.wordpress.com/)

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top