Fractal

Δίψα για ζωή

Γράφει η Ασημίνα Ξηρογιάννη //

 

Σωτήρης Παστάκας «Αλτσχάιμερ αρχόμενο», εκδ. Μελάνι, σελ. 64

 

Πολυγραφότατος και χρόνια στο κουρμπέτι της γραφής ο δοκιμασμένος πλέον Σωτήρης Παστάκας μας χαρίζει ένα ακόμα βιβλίο ποίησης που φέρει τον τίτλο «Αλτσχάιμερ αρχόμενο».

Ένα βιβλίο βιωματικό, με πληθώρα αυτοβιογραφικών στοιχείων, με μια διάχυτη ειρωνεία στα σημεία, με πεζολογικό χαρακτήρα, με στίχο ελεύθερο και προπάντων αντιποιητικό  που όμως «μιλάει» στον αναγνώστη δημιουργώντας του ένα οικείο αίσθημα. Ο κυνισμός του ποιητή, όπως εντοπίζεται στην ποιητική τούτη συλλογή, δεν ενοχλεί, αντίθετα, σε συνδυασμό και μια τάση φιλοσοφικής θεώρησης των πραγμάτων, παρασέρνει τον αναγνώστη να μπει στην καθημερινότητα του αφηγητή, να μπει στον κόσμο του, να ζήσει τις εμπειρίες του.

Ο αφηγητής έχει την ανάγκη μιας απλότητας, μιας ηρεμίας. Μέσα από βλέμμα ψύχραιμο, αλλά και έναν κυνισμό (όπως προαναφέραμε) διάχυτο παρατηρεί, αναθεωρεί, σημειώνει δίνει εικόνες ηχηρές από τον καθημερινό βίο. Είναι σαν το πρόσωπο αυτό να έχει ζήσει «στον πυρετό της δόξας», να έχει ζήσει έντονα, να έχει «δρέψει δάφνες» και τώρα εξ ανάγκης και επειδή έφτασε το πλήρωμα του χρόνου να μεταβαίνει σε μια ήρεμη καθημερινότητα. Η ζωή έχει εμπόδια και ίσως εκφυλίζεται από την πάθηση που στέκει απειλητική πάνω από το κεφάλι του αφηγητή. Όσο ακόμα μπορεί αυτοσυστήνεται και ρίχνει τις μάσκες «Είμαι κακός και το γνωρίζετε όλοι σας». Και παρακάτω: «Πετάξτε από πάνω μου / αυτόν τον λευκό μανδύα του ποιητή/ Σταματήστε επιτέλους να με φωτογραφίζετε και να ζητάτε συνεντεύξεις./ Ένας κακός ευτυχισμένος άνθρωπος είμαι./» Κακός και ευτυχισμένος μαζί, ίσως δεν αποκλείει το ένα το άλλο. Πριν το χάσιμο το εαυτού ίσως μια κρίση ειλικρίνειας. Η αλήθεια γυμνή, η αυτοβύθιση πάντα είναι επώδυνη: «Αντιλήφθηκα πως είναι οδυνηρό να κοιτάζεις τον εαυτό σου στον καθρέφτη».

Η αντίστροφη μέτρηση ξεκίνησε, υπάρχει η πρόθεση του να αυτολογοκριθεί ο αφηγητής, δεν φαίνεται να φοβάται τις αλήθειες, το θέμα είναι αν έχει νόημα μια τέτοια πράξη. Ίσως και να έχει είναι ένας τρόπος αντίστασης στην επερχόμενη λήθη, να σωθεί ό,τι απέμεινε, να επιβραδυνθεί ο ρυθμός εξάπλωσης της νόσου. Συμφιλιώνεται κανείς με τη φθορά ποτέ; H γοητεία χάνεται ανεπιστρεσπτί και αποκτά κανείς κακές συνήθειες χωρίς κάν ο ίδιος να το καταλαβαίνει. (Είμαι αλήθεια ζωντανός ή έχει η ζωή πεθάνει;/ Αναρωτιέται ο ασπρομάλλης κύριος/με το σακίδιο (δύο σώβρακα, αμέτρητα ποιήματα) /στον ώμο/ΜΙΑ ΣΤΙΓΜΗ,σελ:16). Ήρωας παρακμιακός «ήρωας μιας λοξοδρομημένης  ανάμνησης » αλλά πάει να εγκλωβίσει με τις λέξεις τις τελευταίες «όρθιες »στιγμές.

Η αίσθηση της ματαιότητας και του χαμένου χρόνου είναι γύρω τριγύρω τελικά:

 

στ’

 

Άδειο τραπέζι ρεζερβέ για τρεις χιλιάδες

εξακόσια δευτερόλεπτα.

Εξήντα λεπτά. Μία ώρα.

Μία μέρα. Μία εβδομάδα. Έναν μήνα.

Έναν χρόνο. Εκατομμύρια έτη φωτός.

Ένα ζευγάρι έκανε κράτηση

και δεν συναντήθηκε απόψε,

το υπόλοιπο του βίου,

 

τη μεθεπόμενη αιωνιότητα.

 

Σωτήρης Παστάκας

 

***

Οι συνήθειες αλλάζουν όταν ο άνθρωπος μεγαλώνει, οι συνθήκες μεταβάλλονται δραματικά, ο ποιητής όμως δεν φοβάται να τις κοιτάξει κατάματα χωρίς να έχει την παραμικρή διάθεση ωραιοποίησης. Οι εικόνες που αναδύονται μέσα από τους στίχους είναι συχνά σκληρές ή… απογοητευτικές, όμως υπάρχουν, ακριβώς για να μας υπενθυμίζουν τη φθαρτότητα των ανθρώπινων πραγμάτων, αλλά και τη σοφία που πολλάκις αυτή η φθαρτότητα συνεπάγεται. Ειδικά όταν έχει προ-υπάρξει αληθινή ζωή, ακλόνητη: «Δεν φοβήθηκα τη ζωή μου. Ταξίδεψα/πολύ μακριά./».Και παρακάτω στην ποιητική ενότητα με τίτλο: ENAΣ ΑΝΔΡΑΣ γράφει : «Δεν έσφαλα αρκετά.» και «Δεν αμάρτησα αρκετά, το παραδέχομαι.» Σημαίνει  ότι έζησες σ’ αλήθεια όταν δεν υπάρχει τίποτα για το  οποίο να αισθάνεσαι την ανάγκη να μετανιώσεις.

Γυναίκες, κωλόμπαρα, ποτά, πουτάνες, ξέφρενες νύχτες  μνημονεύονται ως στοιχεία μιας ζωής του περιθωρίου ίσως, μιας αληθινής όμως ζωής. Η σκιά του πνευματικού θανάτου δεν συμπυκνώνει, αντίθετα απλώνει τις αναμνήσεις… τις γιγαντώνει. Δεν υπάρχει αίσθημα μεμψιμοιρίας, ή παλινδρόμησης. Αντίθετα, υπάρχει μια ευγνωμοσύνη για ό,τι μπόρεσε και μπορεί ακόμα κανείς να ζει και να γεύεται. Δίψα για ζωή μέχρι τέλους ,ακόμα κι όταν εκείνη φθίνει δεν χάνει τη δύναμή της, στη συνείδηση του γράφοντος τουλάχιστον. Μια προσέγγιση της ουσίας της φθαρτότητας μέσω της εξύμνησης της ζωής. Ή μια ποιητική ψηλάφηση της ζωής την ώρα που φθίνει, αλλά δεν παύει να διατηρεί, την αλήθεια, το σθένος, την ομορφιά της. Το βιβλίο αγγίζει και συγκινεί.

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top