Fractal

Για την τριλογία του Αλέξη Σταυράτη

Γράφει η Ασημίνα Ξηρογιάννη //

 

Αλέξης Σταυράτης:

«Το μοιρολόϊ της άνοιξης», εκδ. Γαβριηλίδης

«Ο έρωτας και ο σταυρός», εκδ. Γαβριηλίδης

«Σαλώμη», εκδ. Γαβριηλίδη

 

Αλέξης Β. ΣταυράτηςΤρεις θεατρικοί δραματικοί μονόλογοι. Ο Αλέξης Σταυράτης στην ουσία υμνεί την Αγάπη και επέλεξε να το κάνει με τρόπο ιδιαίτερο. Τρεις γυναίκες. Η Μαρία,η μάνα του Ιησού, η Σαλώμη και η Μαγδαληνή. Τρία πρόσωπα γνωστά από τη θρησκευτική παράδοση και έχοντας μια συγκεκριμένη συμβολική στη συνείδηση των πιστών της ορθοδοξίας αποκτούν εδώ μια άλλη διάσταση. Παίρνουν σάρκα και οστά, μας ξεδιπλώνουν τις ψυχολογικές τους διακυμάνσεις, μας ταξιδεύουν στα βάθη της ψυχής τους. Η Μαρία μοιρολογεί το γιο της και όχι μόνο. Η Μαγδαληνή κλαίει τον άντρα που αγάπησε, έτσι μας δίνεται το ανοίκειο βλέμμα. Η Σαλώμη προσπαθεί να συμφιλιωθεί με το γεγονός ότι εξαιτίας της θανατώθηκε ένας άνθρωπος, μα κι αυτός δεν είναι ο μόνος τρόπος να το διαβάσει κανείς. Γιατί αυτό που πετυχαίνει ο συγγραφέας της τριλογίας είναι το εξής: να μην δώσει μορφές μονοδιάστατες, πρόσωπα τσακισμένα μεν, αλλά κλεισμένα στο μικρόκοσμό τους, πρόσωπα φτωχά σε βάθος και οπτική. Aντίθετα, πετυχαίνει να δώσει στον αναγνώστη ζωντανούς χαρακτήρες. Άμεσα και με καθαρότητα μας εισάγει μέσα στο προσωπικό σύμπαν-αν μπορώ καταχρηστικά να το θέσω έτσι-της καθεμίας.

Είναι λειτουργική αυτή η τριλογία έτσι όπως έχει γραφτεί. ”Μιλάει ” στο μυαλό και την ψυχή του αναγνώστη, που οραματίζεται τρεις μονολόγους επί σκηνής. Οι τρεις γυναίκες της τριλογίας έχουν ένα κοινό σημείο πολύ σημαντικό που αποτελεί και το κλειδί της ερμηνείας των μονολόγων τους. Και οι τρεις έχουν βιώσει την απώλεια. Μάλιστα, έχουν οι δύο έχουν απωλέσει το ίδιο πρόσωπο. Ποιά η σχέση ή η μη σχέση μαζί του, ποιά τα συναισθήματά τους και οι σκέψεις τους, πώς εισπράττουν αυτήν την απώλεια, ποιά η οπτική τους πάνω στο Συμβάν -με Σ κεφαλαίο-η ανάλυση που κάνει η καθεμιά όλα αυτά ερεθίζουν τον αναγνώστη που δεν έχει άλλη επιλογή από το να κολυμπήσει μέσα στα νερά που του προσφέρονται και να γίνει κοινωνός τριών διαφορετικών εμπειριών που όμως έχουν μια κοινή -κατά κάποιον τρόπο αφετηρία.

 

Η Σαλώμη (2005) είναι το πρώτο μέρος της τριλογίας. Ένας δυνατός μονόλογος στ΄ αλήθεια .Σε μια γλώσσα στρωτή, πλούσια, ουσιαστική δίνεται ανάγλυφα το ήθος και το ύφος της ηρωίδας που ταλανίζεται ανάμεσα σε ποιότητες συναισθημάτων, ενώ το αίμα της βράζει πραγματικά και απολογείται -σε ποιον άραγε -στον Iωάννη του οποίου τον θάνατο προκάλεσε, αφού ζήτησε ως βραβείο για το χορό της το κεφάλι του- ή στον εαυτό της πιο πολύ; Απευθύνεται σε ένα κομμένο κεφάλι, ξεδιπλώνεται, ανοίγει, αναρωτιέται, μετανοεί, παραδέχεται αδυναμίες. ”Δεν ήταν τα όπλα μου, εγώ ήξερα μόνο να χορεύω και να αγαπάω, Πώς το έκανα αυτό, πώς δέχτηκα το φόνο σου…” Mνημονεύει συνεχώς την ομορφιά και την αγνότητα του νεκρού άντρα, χορεύει για το κεφάλι του νεκρού άντρα, έχοντας κάνει μια σημαντική επισήμανση:”…η ζωή σου τελείωσε μαζί και η δική μου. Από τώρα η ζωή μου δε θα είναι πια η ίδια.” Η σκέψη της αρχίζει να γίνεται ”επικίνδυνη” όταν ερωτοτροπεί με τον νεκρό και δίνει στίγματα πόθου και εμφανίζει ”περίεργες” διαθέσεις. Ίσως είναι που ανακαλύπτει μετά τον θάνατό του ότι τον αγαπάει. Διαβάζω: ”Nα ένας άντρας που ποτέ δεν γεύτηκε φιλί γυναίκας! Αξίζεις κάθε σεβασμό, κάθε τιμή. Να ένας άντρας που θα επιθυμούσα ακόμα και γω! Θέλω να σε φιλήσω, Ιωάννη, να μην πάει αφίλητο το στόμα σου στον Άδη.” ”Ω, Ιωάννη, είσαι το θύμα μου και νιώθω να σε αγαπάω” ”Ποτέ δεν ήμασταν μαζί και όμως νιώθω εγκαταλεμμένη. Τάχα δεν είναι αυτό αγάπη; Tώρα που σ’ αγαπώ είναι η στιγμή που αισθάνομαι αθώα.” Δυνατή και σκληρή, έχοντας κάνει χρήση της θηλυκότητάς της η Σαλώμη, φαίνεται να γλυκαίνει να εξημερώνεται από τα αισθήματα αγάπης που της γεννήθηκαν. Έχει κι αυτή ανάγκη να αγαπήσει και να αγαπηθεί. ”Γιατί πάντα έχουμε ανάγκη να μας αγαπάει ένας άντρας.

 

Θέλουμε να σβήνει από έρωτα στην αγκαλιά μας, να παραδίνεται στα χέρια μας κι εμείς μεγαλόψυχα να του επιτρέπουμε να ζήσει…” Στον ”’ Ερωτα και τον Σταυρό” (έκδοση 2007) το δεύτερο μέρος της τριλογίας, Η Μαρία η Μαγδαληνή αποθεώνει τον ίδιο τον έρωτα. Ειναι μια γυναίκα που αγάπησε βαθιά γι αυτό και μετεστράφη ολόκληρη. Ο έρωτας έχει τη δύναμη ,να αλλάζει ,να μεταμορφώνει και να βελτιώνει .Η γυναίκα αυτή που ανέπτυξε μια τρομερή συναισθηματική νοημοσύνη αρνείται πεισματικά τα εφήμερα αισθήματα ,αρνείται πεισματικά το τετελεσμένο. Επιμένει να προσδοκά το αδύνατο, την επαναφορά μιας αγάπης που χάθηκε ανεπιστρεπτί. Ουσιαστικά πιάνεται από τις μνήμες, γαντζώνεται πάνω τους αρνούμενη να προχωρήσει τη ζωή της και να βρει άλλο ενδιαφέρον. Τα αισθήματα απόλυτα. Και ανέφικτα οπότε. ”Προτίμησα να χάσω τους πολλούς ,παρά να χαθεί από τη ζωή μου ο Ένας”, μονολογεί η Μαγδαληνή. Και αλλού: ”Ποιό φως άστραψε στη νύχτα μου και σε αγάπησα πριν σε γνωρίσω; «Nιώθει απέραντη ευγνωμοσύνη για Κείνον που υπερασπίστηκε και προστάτευσε την πόρνη. Με παρρησία μιλά για την προηγούμενη ζωή της :”Τους γνώρισα καλά τους άντρες και ήξερα πώς να τους έχω του χεριού μου. Δεν ήταν η μαγεία του κορμιού που τους κρατούσε, από γυναίκες είχαν χορτάσει και ο,τι ζητούσαν στη ζωή μπορούσαν να το αποκτήσουν. Τώρα ξέρω πως έβλεπαν ένα φως στα μάτια μου και τρελαίνονταν που δε φώτιζα για κείνους. ”Mα τίποτα από όλα αυτά δεν την αφορούν. Βρίσκεται αντιμέτωπη με την γνήσια και αληθινή αγάπη που σε κάνει να μην μπορείς να κοιτάξεις αλλού παρά μόνο στο αντικείμενο του πόθου σου. Που σε κάνει να πιστεύεις ακόμα και σε μια Ανάσταση. Μια αγάπη ιδανική, γεμάτη πνευματικότητα και ουσία που δεν έχει σχέση με τις ηδονές της σάρκας. ”Η αγάπη είναι ο θεός”, αναφωνεί εκείνη. Η Μαγδαληνή μαρτυρά πως ζει μια πρωτόγνωρη εμπειρία, μυστηριακή σχεδόν ,στην οποία παραδόθηκε ολόκληρη! Αλλά είναι μοναχική αυτή η εμπειρία του έρωτα. Στον έρωτα και το θάνατο μόνος πορεύεται κανείς άλλωστε. Η Μαγδαληνή αισθάνεται ότι στάθηκε ”λίγη” ,αφού δεν μπόρεσε να σώσει τον σταυρωμένο έρωτά της: ”Πώς έφτασα να θρηνώ μια τέτοια αγάπη; Kαι γω ,τί έκανα για αυτήν; Mόνο σου το έδειξα και περίμενα σιωπηλά την ώρα σου. Aχ γιατί να μην τολμήσω περισσότερο, γιατί να μην σου πω ξανά και ξανά πόσο σε αγαπάω;” Εμείς οι αναγνώστες, πόσο συμπορευόμαστε με την Μαγδαληνή και συμπάσχουμε ,ειδικά όσοι από μας έχουμε βαθιά αγαπήσει. Αλλά είναι και ο τρόπος του ικανού μας συγγραφέα που μας βάζει μέσα στην ψυχοσύνθεση της ηρωίδας του και να μας ταξιδεύει στο ταξίδι το αταξίδευτο. Διαβάζω: […] Tότε που μύρωσα τα πόδια σου κι ακούμπησα τα χείλη ενώ σε σκούπιζα με τα μαλλιά μου. Το πιο γλυκό ερωτικό φιλί που έδωσα ποτέ. Χωρίς απόκριση δική σου, χωρίς τη θέρμη εκείνη που μεταδίνεται από τα χείλη”[…] […]Ιησού μου, έχω αμαρτήσει πολλές φορές γιατί έδωσα σώμα χωρίς ψυχή. Μόνο σε σένα ήθελα να δώσω τη Μαρία όπως την έπλασε Θεός. Γι αυτό και ήμουν αθώα γιατί σε αγαπούσα, κι εσύ με είχες συγχωρέσει πολύ πριν μεθύσω από ευτυχία”[…]

 

Στο Μοιρολόι της Άνοιξης (έκδοση 2013) η Mαρία. Σύμβολο της Μάνας. Αιώνιο Σύμβολο. Αυτός ο πόνος είναι ανυπέρβλητος. ”Ο γιος μου πέθανε, νεκρή νεκρό τον αγκαλιάζω ”Εδώ δεν υπάρχει μέτρο, το γεγονός της σταύρωσης την υπερβαίνει. Είναι μια μάνα σαν όλες τις άλλες που πονάνε τον μεγάλο πόνο που καμιά θρησκεία ίσως να απαλύνει δεν μπορεί.(”…μου στοίχειωσες το χρόνο και η χαροκαμένη μάνα σου βογκάει σα δαμάλα”).Σκηνικό :η κορυφή του λόφου ,του Γολγοθά. Τρεις σταυροί. Χορός γυναικών που πενθεί. Κι είναι το μοιρολόι στην ζωή αξία διαχρονική. Ακατάπαυστη βροχή και ο εκατόνταρχος να παρακολουθεί χωρίς να διακόπτει το θρήνο. Παρακάτω η Μαρία θα πει πως ”ακόμα κι αυτός δεν άντεξε την κτηνωδία των αντρών του”. Άμεση, αγγίζει τις ψυχές, μεγαλόψυχη, γενναιόδωρη, ανάγλυφα δίνεται η ψυχολογία της. ”Ω, γλυκύ μου έαρ, γλυκύτατό μου τέκνο, πού έδυ σου το κάλλος;”(Ω, γλυκιά μου, άνοιξη, παιδί μου αγαπημένο, πού βασίλεψε η ομορφιά σου;”) Θυμάται πως άρχισαν όλα, απευθύνεται με τρυφερότητα στο παιδί της, που ήταν πάντα για αυτήν το νόημα του κόσμου, κάνει τον απολογισμό της. […]”Άλλοι σε είχαν για Θεό κι άλλοι τρελό σε πέρναγαν”[…] […]”Ο ένας ο πατέρας σου νεκρός(Ιωσήφ) κι ο άλλος αμίλητος κι αλαργινός(ο Θεός)[…] […]Κανένας δεν θυμάται πια, κανείς δεν σου χρωστάει ευγνωμοσύνη[…] […]δεν μετανιώνω που σε γέννησα[…] Έχει τη δύναμη να συγχωρεί τον προδότη Ιούδα και να συμπονά τη μάνα του επιδεικνύοντας μητρική αλληλεγγύη και χωρίς να βάζει όρια στην αγάπη. Παράλληλα έχει τη διάθεση να μοιρολογήσει και τους άλλους δύο συντρόφους εσταυρωμένους . Kατανόηση δείχνει και απέναντι στην Μαρία τη Μαγδαληνή,την οποία αρχικά δεν συμπαθούσε γιατί ” δεν ήθελε μια πομπεμένη νύφη”. Όμως εν τέλει πείστηκε για την αληθινή της αγάπη και καταδέχεται να μοιρολογήσει τώρα μαζί της. Βροντές, αστραπές, τοπίο θλιβερό ,μοιρολόι ζωηρό, το ξέσπασμα της μάνας ,της προεξάρχουσας του θρήνου: […]Γυναίκες ,γυμνώστε τα στήθη σας και σκούξτε![…] […]Σαν χάσει η μάνα τον γιό, χάνετ’ ο κόσμος όλος κι αν σου σταυρώσουν το βλαστό, σταυρώνεσαι αιώνια[…] Εκείνο που έχει σημασία είναι να παρατηρήσουμε πώς ο Αλέξης Σταυράτης αναπλάθει δημιουργικά πρόσωπα και γεγονότα από έναν συγκεκριμένο χώρο, που φέρουν συγκεκριμένη σημειολογία , και πώς διαχειρίζεται αυτό το ειδικά χρωματισμένο υλικό, ώστε να πετύχει μια ολική αναδόμησή του, εισάγοντας το νέο.

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top