Fractal

Αλέξανδρος Αδαμόπουλος, γλυκύς και τρυφερός, βαθύς και φιλοσοφημένος

Συνέντευξη στη Νότα Χρυσίνα // *

 

adamop_1

 

Ο συγγραφέας Αλέξανδρος Αδαμόπουλος, ένας καλλιεργημένος άνθρωπος των γραμμάτων με διεθνή αναγνώριση, μιλάει για το έργο του.

 

-Τόσο «O Σιμιγδαλένιος» σας όσο και το βιβλίο σας «Δώδεκα και ένα ψέματα» μεταφράστηκαν σε τέσσερις γλώσσες. «O Σιμιγδαλένιος» μάλιστα είναι το μόνο ελληνικό έργο που παίχτηκε στο Κρατικό Θέατρο της Τουρκίας. Πώς αισθάνεται ένας Έλληνας που έχει περάσει τα σύνορα της χώρας μας;

Εξαρτάται γιατί περνάει κανείς τα σύνορα· ας είμαστε ρεαλιστές: Άλλο να ψάχνει δουλειά κι άλλο να τον καλούν στην πρεμιέρα ενός έργου του που το ανεβάζουν εκεί. Πάντως -αν και ήτανε τιμητικό και συγκινητικό πολύ να βλέπω τoν «Σιμιγδαλένιο» ανεβασμένο στα τούρκικα, στο Κρατικό, Şehir Tiyatro, της Κωνσταντινούπολης- κάθε φορά που περνώ τα σύνορα νιώθω διπλή μελαγχολία. Και γιατί μου λείπει η Ελλάδα πάντα, μα και γιατί δυστυχώς, κάθε φορά διαπιστώνω πόσο πίσω -αφόρητα πίσω- μένουμε σα χώρα· ακόμα και σε σύγκριση με άλλες χώρες που τις θεωρούμε λιγότερο ανεπτυγμένες. Αυτό με πληγώνει, λυπάμαι πάρα πολύ που το λέω και ξέρω πως δεν ακούγεται καλά, ούτε μου κάνει κανένα καλό που το λέω, μα έχω την αίσθηση πως είμαστε τελείως καθυστερημένοι πια· με την κυριολεξία της λέξης.

 

-Φέτος μεταφράστηκαν και εκδόθηκαν στο εξωτερικό δυο ακόμη βιβλία σας: Τα «Ψέματα πάλι», που μόλις παρουσιάστηκε στην έκθεση βιβλίου της Φραγκφούρτης και το «οχιναιλέγοντας» στην Τουρκία. Πώς σας συμπεριφέρθηκαν οι Έλληνες υπεύθυνοι του βιβλίου;

Η έκδοση του «Ψέματα πάλι» στη Γερμανία και του «οχιναιλέγοντας» στην Τουρκία, αλλά και όλων των άλλων βιβλίων μου που έχουν εκδοθεί στο εξωτερικό, είναι κυρίως προϊόν ενδιαφέροντος κάποιων νεοελληνιστών που παρακολουθούν τα λογοτεχνικά μας πράγματα. Διάβασαν τα έργα, τα αγάπησαν, θέλησαν να τα μεταφράσουν στη γλώσσα τους και τα πρότειναν σε εκδότες που ενδιαφέρθηκαν. Είναι μια μάλλον προσωπική υπόθεση, γι’ αυτό και είναι σοβαρές εργασίες. Στη διαδικασία αυτή δεν έχει εμπλακεί ποτέ, ούτε έχει δείξει κάποιο ουσιαστικό ενδιαφέρον, κανένας άλλος φορέας, ιδιωτικός ή δημόσιος.

 

-Επιστεφτήκατε την Ινδία προσκεκλημένος της National Academy of Letters N. Delhi -της Εθνικής Ακαδημίας Γραμμάτων της Ινδίας- και του Indira Gandhi National Center for the Arts. Μιλήστε μας γι’ αυτήν την ιστορία που μοιάζει με παραμύθι.

Πράγματι, μοιάζει με παραμύθι, όσο κι αν είναι ολότελα αληθινό. Δεν μπορείς όμως να λες πως σε κάλεσαν στην Sahytia Akademi να παρουσιάσεις τα «Δώδεκα και ένα ψέματα» και να μην είναι αλήθεια· γιατί τότε είσαι καταγέλαστος ψεύτης ή  επικίνδυνος μυθομανής. Θα μου έπαιρνε μια μέρα να εξηγήσω το γιατί και το πώς· η ουσία πάντως είναι πως μέσα από διάφορες ενδιαφέρουσες συγκυρίες αυτό όντως συνέβη το 1998 και είχα την ευκαιρία να ζήσω κάποιες μοναδικές εμπειρίες. Τα ’χω καταγράψει όλα αυτά στο «Τσιγάρο και η Γιόγκα», που διαβάζοντάς το κάποιοι πριν εκδοθεί, νόμισαν πως είναι ένα ‘Μυθιστόρημα’ βγαλμένο μέσ’ απ’ τη φαντασία μου, ενώ δεν είναι διόλου έτσι. «Ηθιστόρημα» είναι· είπα κάποια στιγμή αστειευόμενος και από τότε του ’μεινε. Έτσι κυκλοφόρησε· ως «Ηθιστόρημα». Όλα όμως, μα όλα, όσα γράφονται εκεί μέσα, είναι απολύτως αληθινά.

 

adam_books

 

-Τα παραμύθια είναι και για τους ενήλικες; Γράφετε στον πρόλογο του έργου σας πως· «‘Ο Σιμιγδαλένιος’ δεν είναι ένα έργο  μόνο παιδικό. Είναι ένα παραμύθι που διαβάζεται με ανοιχτή καρδιά». Τι είναι τελικά ο ‘Σιμιγδαλένιος’ σας;

Απ’ το 1991 που γράφτηκε, έχω κουραστεί ν’ απαντάω σ’ αυτό· λες κι ο «Σιμιγδαλένιος» είναι κανένα μεγάλο λογοτεχνικό – θεατρικό αίνιγμα, που χρειάζεται ιδιαίτερη ανάλυση. Σίγουρα πάντως δεν είναι χαλβάς, ούτε παιδικό παραμύθι! Μα, μια αλληγορία για την αγάπη είναι· τι άλλο να ’ναι; Εγωισμός κι αγάπη δεν πάνε μαζί. Το κείμενο μιλάει ξεκάθαρα και τα λέει όλα μόνο του· αρκεί βέβαια να το διαβάσει κανείς. Γιατί, όσο κι αν φαίνετ’ απίστευτο, συμβαίνει συχνά και αυτό: Πολλοί και διάφοροι μπαίνουν στη συζήτηση για τον ‘Σιμιγδαλένιο’ -ιδιαίτερα την περσινή σαιζόν που παίχτηκε συνέχεια για εφτά μήνες στο Εθνικό- κι είναι πολύ ορεξάτοι να κάνουν λογοτεχνικές και θεατρικές και φιλοσοφικές αναλύσεις κι έχουνε  δική τους γνώμη και δική τους σκηνοθετική άποψη· χωρίς όμως να ’χουν διαβάσει το έργο! Απίστευτο κι όμως αληθινό· σημείο των καιρών και αυτό. Οπότε τι να πω εγώ· τι συζήτηση να κάνω; Ας επαναλάβω λοιπόν εδώ μόνο αυτό που είχε πει κάποτε πολύ επιγραμματικά ο πατριάρχης Βαρθολομαίος για τον «Σιμιγδαλένιο»· πως είναι «Γλυκύς και τρυφερός, βαθύς και φιλοσοφημένος»

 

-«Ο Σιμιγδαλένιος» γράφτηκε για να τέρψει, να διδάξει ή έχει κάποιο μυστικό που ξεκλειδώνει η γλώσσα του η οποία έχει μια μουσικότητα;

«Ο Σιμιγδαλένιος» γράφτηκε για να γραφτεί, γιατί δεν υπήρχε καμιά περίπτωση την εποχή εκείνη να γίνει κάτι άλλο. Ή θα τον έγραφα ή θα ’σκαγα. Και γράφτηκε ακριβώς όπως τον άκουγα μέσα μου· λιτά, δίχως ουρές και φιοριτούρες, με γλώσσα μουσική, δίχως φάλτσα. Όποιος λοιπόν αφήσει στην άκρη τις όποιες αγκυλώσεις του και τον διαβάσει μ’ ανοιχτή καρδιά, θα πάρει μέσα του όλα τα ιχνοστοιχεία που έχει το κείμενο: Τον μύθο και τη γενική πλοκή του, τον τρόπο που είναι γραμμένος, τα μηνύματα, τη μουσική του, μαζί με το κλειδί που τα ξεκλειδώνει όλ’ αυτά.

 

-Θέλετε να μας μιλήσετε για τη σχέση σας με την μουσική;

Πολύ μεγάλη κουβέντα. Αφού δεν έγινα μουσικός -και ειδικότερα μαέστρος- όπως ήθελα από μικρός, πιστεύω πως είμαι ένας καλός ακροατής· αυτό μόνο. Πάντως δε συμφωνώ με την κουβέντα που ακούγεται συχνά πυκνά· πως η μουσική είναι μία. Το βρίσκω ένα φαιδρό σόφισμα που προσπαθεί να κρύψει διάφορες ατέλειες υπεραπλουστεύοντας. Τι θα πει αυτό; Και η γραφή είναι μία. Και η ζωγραφική μία είναι. Ένα παιδάκι που μουντζουρώνει χαρτιά όπως του ’ρχεται, δεν κάνει το ίδιο πράγμα με τον Vermeer. Και η ζωή μία είναι. Οι λεπτομέρειες όμως είναι που κάνουν τη διαφορά κι εκεί είναι όλη η ουσία.

 

adam_2

 

-Έχετε σπουδάσει θέατρο, σκηνοθεσία, μουσική, νομικά αλλά και κοινωνιολογία. Έχετε διατελέσει γενικός γραμματέας στο Εθνικό Θέατρο αλλά είχατε και άλλες διοικητικές θέσεις. Θα μπορούσατε να ασχοληθείτε με την πολιτική καθώς κατάγεστε από οικογένεια πολιτικών;

Γι’ αυτά που κάνω, θεωρώ τον εαυτό μου έναν αυτοδίδακτο, ερασιτέχνη. Με όσα καλά και όσα κακά μπορεί να έχει αυτό· για μένα, όχι για τους άλλους.  Η πολιτική όμως είναι μια πολύ σοβαρή υπόθεση· γιατί ασχολείσαι με τη ζωή των άλλων και της χώρας σου. Αλλοίμονο αν χρησιμοποιείς την Εξουσία για τον εαυτό σου. Το έχω μάθει από πολύ μικρός αυτό κι έχω διδαχτεί -χωρίς να χάνω τον αυθορμητισμό και τη δημιουργικότητά μου- να λειτουργώ με κανόνες τους οποίους σέβομαι εγώ ο ίδιος  πρώτα. Ευτυχώς δεν είχα κανένα απωθημένο με την εξουσία και κατάλαβα σχετικά νωρίς πως δεν θα μπορούσα να προσφέρω κάτι θετικό σ’ αυτό το αλαλούμ, όπου κανείς δε σέβεται τίποτα και δεν ασχολήθηκα σοβαρά μ’ αυτό που λέμε πολιτική· χωρίς αυτό να σημαίνει βέβαια πως δεν μ’ ενδιαφέρουν τα κοινά.

 

-Ονομάσατε το πρώτο σας βιβλίο «Δώδεκα και ένα ψέματα» και λίγο μετά ένα άλλο «Ψέματα Πάλι». Εάν το ψέμα μοιάζει με όνειρο τότε πώς μοιάζει η αλήθεια;

Δε νομίζω πως το ψέμα μοιάζει με όνειρο. Το ψέμα απλώς είναι το μη όν. Κι όσο περισσότερο καλλιεργούμε ένα ψέμα, όσο επενδύουμε πάνω σ’ αυτό -δηλαδή πάνω σε κάτι που δεν υπάρχει- τόσο περισσότερο εφιαλτική γίνεται η πραγματικότητα, που είναι πάντα παρούσα και γυρεύει συνεχώς τα δικαιώματά της.

 

-Μέσα στις ιστορίες σας υπάρχουν στοιχεία μύθου, παραμυθιών, αλλά και παραβολές· ακόμα και διηγήσεις αγίων. Μπορεί μια σύγχρονη γραφή να γίνει κιβωτός του παρελθόντος μας;

Αν θεωρήσουμε πως τελικά δεν υπάρχει παρόν -γιατί τα πάντα ρει· όλα περνούν αμέσως κι αστραπιαία γίνονται παρελθόν- τότε με τι άλλο ν’ ασχοληθεί η γραφή; Εκτός κι αν κάποιος οραματίζεται καινούργια πράγματα, στο ανύπαρκτο ακόμη μέλλον. Αλλά κι αυτά ακόμη· κάπου στο παρελθόν δε θα πρέπει ν’ ακουμπάνε;

 

-Σε ποιο λογοτεχνικό είδος θα κατατάσσατε το «Δώδεκα και ένα ψέματα» και γιατί;

Είμαι το πλέον ακατάλληλο άτομο για να θεωρητικολογήσει και ν’ αναλύσει λογοτεχνικά είδη· πολύ περισσότερο πράγματα που έχω φτιάξει εγώ ο ίδιος. Ας κατατάξουν άλλοι κι ας πουν εκείνοι το γιατί. Εμένα μου αρκεί ο αναγνώστης να συγκινηθεί με κάτι που του έδωσα να διαβάσει.

 

-Έχετε μεταφράσει και έχετε γράψει βιβλία. Τι είναι η γραφή για εσάς;

Κάποτε έλεγα πως είχα φτάσει να τρέφομαι με μελάνι· τέτοια αρρώστια! Τώρα, με τον υπολογιστή και με τα χρόνια που περνούν, έχω πάρει κάπως τις αποστάσεις μου· χώρια που γράφοντας με τα πλήκτρα καμιά φορά φαντάζομαι πως παίζω πιάνο…

 

-Πώς βλέπετε το πλήθος συγγραφέων που μεταφράζονται κάθε χρόνο στην χώρα μας σε συνδυασμό με την οικονομική κρίση;

Θετικό πρέπει να είναι. Δεν έχω όμως σαφή εικόνα, μιας και δεν παρακολουθώ από κοντά την εκδοτική κίνηση. Τα τελευταία δέκα χρόνια, κάθε μέρα διαβάζω μετά μανίας, σχεδόν αποκλειστικά, όλους τους Αρχαίους Έλληνες· όπως δεν μας τους έμαθαν ποτέ στο σχολείο. Διαβάζω όχι σαν ειδικός που ψάχνει με το φακό, ούτε με δέος γυρεύοντας φιλοσοφικές λύσεις και βαρύγδουπα ρητά, μα σαν απλός ταξιδιώτης. Σαν τουρίστας που θα πάει κάπου διακοπές και καταβροχθίζει με κέφι ό,τι πέσει στα χέρια του· για να ’ναι όσο γίνεται πιο ενημερωμένος και να περάσει καλύτερα εκεί που θα πάει. Και νοιώθω υπέροχα -απίστευτα οικεία- μαζί μ’ όλους αυτούς τους παππούδες που μας μοιάζουν πολύ περισσότερο απ’ ό,τι φανταζόμαστε. Τι τρομερή ζωντάνια, λάμψη, κυριολεξία, αμεσότητα! Και τι τρομαχτική επικαιρότητα· κι ας είναι κείμενα δυόμιση χιλιάδων ετών και βάλε. Τι κρίμα να υπάρχει αυτή η μίζερη, στρεβλή εικόνα για τους Αρχαίους. Το φώναζε κι ο δυστυχής ο Ezra Pound αυτό.

 

-Υπάρχει ελληνικό θέατρο σήμερα; Εννοώ τους θεατρικούς συγγραφείς σε σχέση με το πρόσφατο παρελθόν μας. Παρακολουθείτε θεατρικές παραστάσεις; Σχολιάστε μου την ποιότητα των παραστάσεων.

Κι εδώ ισχύουν όσα είπα πριν. Τελευταία φορά που πήγα θέατρο ήταν το καλοκαίρι στην Επίδαυρο κι έφυγα στη μέση της παράστασης γιατί δεν άντεξα άλλο. Περπάτησα ώρα πολλή όμως μετά, σ’ αυτή την υπέροχη φύση που μόνη της κατάπινε μες στο σκοτάδι τα φώτα, τις καντίνες, τ’ αυτοκίνητα, τα μηχανάκια, τα καλάθια των αχρήστων και κάθε ανθρώπινο χνάρι σα να ’ταν μηδαμινές, ασήμαντες κουκίδες και γιατρεύτηκα απ’ το σοκ. Ήταν υπέροχα…

 

adam_3

 

-Τα πρώτα σας κείμενα τα διάβασε ο Μάριος Πλωρίτης και έχετε εκδώσει τα βιβλία σας σε σπουδαίους εκδοτικούς οίκους· τον Ίκαρο, την Εστία, την Άγρα. Πιστεύετε ότι σήμερα έχουμε σημαντικούς διανοούμενους συγγραφείς ή έχουμε απορροφηθεί από μια κενοδοξία κι ένα κυνήγι απ’ τη μια του πρωτότυπου στα όρια του εξεζητημένου κι απ’ την άλλη του απλοϊκού, άρα ευκολοχώνευτου;

Απαντάτε εν μέρει μόνη σας στην ερώτησή σας και γενικά δεν διαφωνώ. Ωστόσο, πιστεύω πως αν θέλουμε να καταλάβουμε τι ακριβώς συμβαίνει στη χώρα αυτόν τον καιρό, θα πρέπει να επανεξετάσουμε όλα τα πρόσωπα που έχουν παίξει σημαντικό ρόλο σε όλους τους τομείς -άρα και στον πολιτιστικό- τα τελευταία σαράντα χρόνια και μας έχουν επιβληθεί σα να ’ναι θεοί. Δεν νομίζω πως είμαστε διατεθειμένοι όμως· δεν τολμάμε να το κάνουμε. Πρόσωπα ‘μεγάλα’, ‘ιστορικά’, ‘μυθικά’… Κανονικά τοτέμ· και σίγουρα εκτός κριτικής όλα. Δεν έχουμε παρά να δούμε τι προβάλλεται· να κοιτάξουμε γύρω μας, σ’ όλη τη χώρα των τελευταίων δεκαετιών: Ιδρύματα, μνημεία, λεωφόροι, πλατείες, νοσοκομεία, στάδια, πολιτιστικά κέντρα… Να κρίνουμε νηφάλια, να ξεχωρίσουμε την ήρα από το στάρι και ν’ αναρωτηθούμε τι πράγματι αντιπροσωπεύει καθένα απ’ όλα αυτά τα ονόματα και γιατί. Τότε μόνον θα δούμε σε τι θεούς έχουμε πιστέψει και θα μπορέσουμε ίσως να καταλάβουμε τι μας συμβαίνει τώρα. Ξέρετε· το Σάββατο δεν έρχετ’ έτσι ξεκάρφωτα απ’ την Τρίτη. Έρχεται απ’ την Παρασκευή το βράδυ. Και η Παρασκευή απ’ την Πέμπτη κι η Πέμπτη απ’ την Τετάρτη και πάει λέγοντας. Υπάρχει παντού μια συνέχεια και μια αλληλουχία· μην το ξεχνάμε αυτό. Η σημερινή κατάντια είναι η αναμενόμενη κατάληξη μιας μακράς, λαθεμένης, αρρωστημένης πορείας σαράντα τόσων χρόνων, δεν είναι παρθενογένεση.

 

 -Πόσα ακόμη ψέματα χρειάζεται η χώρα μας ώστε να αρχίσει να μιλάει για την αλήθεια; Για να παίξουμε με δύο από τους τίτλους των βιβλίων σας, η αλήθεια χρειάζεται «Δώδεκα και ένα ψέματα» και έναν βασιλιά «Σιμιγδαλένιο» για να ονειρευτούμε ξανά το μέλλον;

Το μέλλον δεν το ονειρεύεσαι· προετοιμάζεσαι να το ζήσεις, για να μην πω το σπέρνεις μόνος σου κατά κάποιο τρόπο. Μαθαίνοντας. Γνωρίζοντας. Κρίνοντας. Μοχθώντας σκληρά. Μόνο αν μπήξουμε το μαχαίρι στο κόκκαλο και δούμε κατάματα όλα όσα δεν τολμήσαμε ποτέ να δούμε ως τώρα, έχουμε μια μικρή πιθανότητα ν’ αντικρύσουμε ένα κάπως καλύτερο αύριο.

 

 

* Η Νότα Χρυσίνα είναι μεταφράστρια, πολιτισμολόγος.

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top