Fractal

✔ Αλεξάνδρα Δεληγιώργη: «Είναι τραγικό, αλλά το αναγκαστικό ξερίζωμα ήταν και εξακολουθεί να είναι μοίρα για τον Ελληνισμό»

Συνέντευξη στην Ελένη Γκίκα //

 

 

«Με ενδιαφέρουν πρόσωπα που ταλαιπωρούνται από φυγόκεντρες δυνάμεις, εξωτερικές και εσωτερικές, καταδικασμένα σε ένα καθεστώς αναγκαστικού ξεριζώματος από ανθρώπους που αγάπησαν ή από τόπους όπου ήθελαν να μείνουν ή να ριζώσουν και πάντα μια κατάσταση τούς το αρνούνταν. Είναι τραγικό, αλλά το αναγκαστικό ξερίζωμα ήταν και εξακολουθεί να είναι μοίρα για  τον Ελληνισμό.» Προφητική και επίκαιρη όσο ποτέ, η συγγραφέας και δοκιμιογράφος Αλεξάνδρα Δεληγιώργη, Καθηγήτρια στο Α.Π.Θ. και όσον αφορά τη λογοτεχνία της αλλά και τα δοκίμιά της, επανέρχεται με το δοκίμιό της «Ο μοντερνιστής κριτικός Νικόλας Κάλας» που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Αρμός για να μας συστήσει επί τέλους τον άγνωστό μας και γι’ αυτό μυθοποιημένο ποιητή και κριτικό, να μας υπενθυμίσει ότι ο ξεριζωμός είναι σχεδόν μοίρα της φυλής μας, ο ανέστιος «τύπος σύγχρονος και του εγγύς μέλλοντος, όπως ήταν και στον μεσαίωνα», η κριτική απαραίτητη προϋπόθεση διαλόγου σε μιαν εποχή παράλληλων μονολόγων και η Τέχνη, κυριολεκτικά, τρόπος ζωής.

«Η γνήσια τέχνη μπορεί να διευρύνει και να οξύνει το νου μας, να δώσει βάθος στην ευαισθησία μας, γιατί η επιβίωση εντός των τειχών, μάς θέλει υπνώττοντες και γιατί όλα όσα τρομακτικά και θλιβερά  συμβαίνουν μας εξωθούν στην αδιαφορία για να τα αντέξουμε.»

 

 

-Κυρία Δεληγιώργη, μελετήσατε για πρώτη φορά την κριτική σκέψη του Κάλας με το βιβλίο «Α-νοστον ήμαρ» (1997), τι σας κάνει σήμερα να ξαναγυρνάτε σ’ εκείνον;

Το 1997, το Άνοστον ήμαρ μαζί με την έκδοση μεταφρασμένων στα ελληνικά βιβλίων του και την επανέκδοση της ποίησής του, έφερε στο προσκήνιο τον ξεχασμένο Ν.Καλαμάρη/Κάλα. Για λίγα χρόνια, έγινε ο σχετικός θόρυβος γύρω από το όνομά του και το έργο του, χωρίς, όμως, να επηρεάσει την λογοτεχνική κριτική, αφού, πλην εξαιρέσεων, έγινε περισσότερο φιλολογική και ρητορική από όσο ήταν παλιότερα.

Τώρα, ύστερα από είκοσι χρόνια, επιστρέφω με ένα δοκίμιο, με τίτλο Ο μοντερνιστής κριτικός Νικόλας Κάλας, προσιτό στους νεώτερους αναγνώστες, με την πρόθεση να δείξω γιατί ή τέχνη και η κριτική της απαιτούν τάλαντο, πολλή γνώση, πολύ κόπο.  Διαφορετικά, δεν θα διέφεραν από τα ευπώλητα αναγνώσματα, από τα ποιήματα που γράφονται στο κινητό και τις  δημοσιογραφικές περιγραφές της πλοκής.

Προηγήθηκε, το 2016, ένα δοκίμιό μου για την λογοτεχνία και την λογοτεχνική κριτική, «Το κόκκινο της φωτιάς» το οποίο, με δυο φωτεινές εξαιρέσεις, δεν κρίθηκε από τους κριτικούς και επομένως  διαβάστηκε πολύ λίγο. Τώρα, αναλύω τα κείμενα του Νικόλα  Κάλα ως ένα λαμπρό παράδειγμα του τι είναι η λογοτεχνική κριτική που μπορεί και φωτίζει τα συστατικά ενός έργου τέχνης  και τις κινητήριες δυνάμεις που συνέχουν τον τρόπο δημιουργίας  του.

Βέβαια, σήμερα, οι περισσότεροι αναγνώστες ενδιαφέρονται  λιγότερο να κατανοήσουν τι είναι η τέχνη και τι η κριτική της. Αλλά χωρίς την κριτική, βαδίζουμε στα τυφλά. Η εποχή μας  μετέτρεψε τα πρόσωπα σε μαζικούς χρήστες τεχνολογίας και πληροφορίας που αντιδρούν σε αυτή την εκποίηση με έναν υπερτροφικό ναρκισσισμό. Προβάλλουμε τις ημερολογιακές σκέψεις μας, χωρίς να έχει προηγηθεί μια διαδικασία γνώσης που να θέτει σε δοκιμασία τις μακάριες βεβαιότητές μας.  Χαρακτηριστική είναι η ολοκληρωτική σχεδόν απουσία διαλόγου. Όλοι μονολογούμε.

 

 

-Νικόλας Κάλας ή Νικήτας Ράντος ή Μιχάλης Σπιέρος ή Νικόλαος Καλαμάρης. Ένα από τα σημαντικότερα και πλέον εμβληματικά ονόματα της Γενιάς του 1930, κυριολεκτικά ένας μύθος για μας. Πολύ φοβάμαι, όμως, ότι τον αγνοούν τα νέα παιδιά…

Τον αγνοούν όχι μόνον οι νέοι, αλλά και οι μεγαλύτεροι. Στην  δεκαετία του ‘ 30,  ο Ν.Κάλας ανέδειξε μεγάλα ποιητικά μεγέθη όπως τον Κάλβο ή τον Καβάφη, έδωσε ίση σημασία στην λόγια και  τη δημοτική μας παράδοση, κι ενώ διανοούμενοι του μεσοπολέμου αντιμετώπιζαν το έθνος ως ιδέα ή ως μύθο, αυτός είπε το αυτονόητο, ότι το έθνος είναι πρώτα απ’ όλα μια ιστορική πραγματικότητα. Στιγματίσθηκε με μια κατάπτυστη πολεμική εναντίον του. Τέλος πάντων, εξαναγκάσθηκε σε φυγή γιατί  ενοχλούσε με την ιδιοφυία του, το ελεύθερο πνεύμα του και την παρρησία του.

Πολύ αργότερα και για ένα διάστημα, έγινε μύθος, όπως όλα σχεδόν που απαιτούν σοβαρή ενασχόληση και μελέτη και επειδή  αυτό δεν γίνεται, μυθοποιούνται. Για την ακρίβεια, καταχωρούνται εδώ ή εκεί με την ταμπέλα που βρίσκουμε να τους δώσουμε.

Παλιότερα, ο Κάλας καταχωρήθηκε στους σουρρεαλιστές, παρά το εγχείρημά του να υπερβεί τον σουρρεαλισμό. Με αυτή την βλέψη, συγκεκριμενοποίησε τον ρόλο της ελευθερίας και την ηθική διάστασή της στην δημιουργία και στην κριτική της τέχνης.

Τελευταία, η ταμπέλα που τείνει να μπει στον αντισταλινικό   Καλαμάρη του 1930  είναι του τροτσκιστή ομοφυλόφιλου ή   αμφίφυλου. Νομίζουμε πως έτσι θα προκληθεί θόρυβος για το πρόσωπό του. Το  σύνολο του έργου του, όμως, παραμένει στο περιθώριο και εξακολουθεί να αγνοείται, όπως και ο ιστορικός ρόλος που αποδίδει στην τέχνη. Εν πάση περιπτώσει, οι ταμπέλες  δεν μας βοηθούν να καταλάβουμε τις ιδέες και τις απόψεις που διαμόρφωσε για πενήντα ολόκληρα χρόνια μέχρι σχεδόν τον θάνατό του (1988).

Στο βιβλίο μου, τις απέφυγα και στράφηκα στα κείμενα του με τα οποία ανοίγει δρόμο πέρα από τον υπερρεαλισμό, σε μια τραγική και συγχρόνως μυστική αντίληψη της τέχνης.

 

-«Ο μοντερνιστής κριτικός Νικόλας Κάλας. Μια ποιητική εικόνων, ρημάτων, πραγμάτων», σημαντικός ποιητής και κριτικός ο οποίος στάθηκε επί δεκαετίες μακριά από το φως της δημοσιότητας και της αναγνώρισης, υπήρξε ενδεχομένως πολύ μπροστά για την εποχή;

Ναι, εξακολουθεί να είναι εκεί όπου εμείς δεν έχουμε φτάσει ακόμη. Ο Κάλας υποστήριξε θέσεις για την τέχνη και την καλλιτεχνική κριτική που ενοχλούν όσους υποστηρίζουν έναν ανιστορικό δομισμό και την αναγωγή της καλλιτεχνικής έκφρασης   στην γλωσσολογία.

 

-Τι ήταν η Τέχνη για εκείνον και η Κριτική;

Για τον Κάλας, η τέχνη είναι καρπός πολλαπλών λειτουργιών του νου. Στην καλλιτεχνική δημιουργία συνεργούν το ορέγεσθαι, η φαντασιακή συμβολοποίησή του, η μνήμη, η νοητική αντίληψη, η διάνοια, η ποιητική γνώση, ο αναστοχασμός. Γι’ αυτό και η τέχνη  δεν αρκείται στην περιγραφή. Αποκρυπτογραφεί, ερμηνεύει, δηλαδή, πράγματα και καταστάσεις δεινά και ακατανόητα στην  αινιγματικότητα, στην αμφισημία, στην αντιφατικότητα ή στην  παραδοξότητά τους, προχωρώντας από την επιφάνεια στο σκοτεινό βάθος όπου επωάζονται άλογες, παράλογες ή συνειδητές  κινήσεις, χειρονομίες και πράξεις  .

Ο Κάλας είναι ο μόνος από τους Έλληνες κριτικούς που έδωσε  συγκροτημένη μορφή στο αντιθετικιστικό αισθητικό πνεύμα, μέσα από οντολογικές, γνωσιολογικές, ανθρωπολογικές, μορφολογικές, ψυχαναλυτικές, ιστορικές μελέτες  του, από τον Μεσοπόλεμο και μετά, με συνεχή ανοίγματα της σκέψης του έως την 10ετία του 1980.

Βάση της κριτικής του δεν είναι η  αισθητική της πρόσληψης του έργου  τέχνης. Αυτή η τάση, που κυριάρχησε μεταπολεμικά, μας ξεκόβει από την ποιητική στις ποικίλες μορφές που πήρε από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα. Ο Κάλας μεταθέτει το ενδιαφέρον του από την αισθητική της πρόσληψης του έργου στην ποιητική που φωτίζει τον τρόπο δημιουργίας του, μέσα στον συγκεκριμένο, κάθε φορά, ιστορικό χωροχρόνο. Κινείται, έτσι, στο πλαίσιο της  μακραίωνης πολιτισμικής παράδοσης που γεφυρώνει την δυτική  κουλτούρα με την αρχαιοελληνική καταγωγή της.

Από την άποψη, λοιπόν της ποιητικής τους, η τέχνη όπως και η κριτική είναι πεδία ελευθερίας όπου κινούνται ο καλλιτέχνης και ο κριτικός στον αγώνα τους να κατανικήσουν τα εμπόδια που ορθώνονται στο έργο τους.

 

-Υπήρξε «νεωτερικός», «μοντερνιστής» «φροϋδομαρξιστής», «τροτσκιστής»… γιατί υπήρξαμε αμήχανοι στο να τον εντάξουμε;

Όλα αυτά είναι επιθετικοί προσδιορισμοί εν είδει πληροφορίας. Η αμηχανία να τον εντάξουμε κάπου και να ησυχάσουμε, οφείλεται στο ότι δεν διαβάσαμε ή δεν καταλάβαμε όσα γράφει. Γιατί όσα γράφει προϋποθέτουν κι αυτά, με τη σειρά τους, πολλά διαβάσματα κι εμείς φοβόμαστε τον κόπο.

 

 

-Πιστεύετε ότι ζούμε σε μια εποχή που θα πρέπει να ξαναπάρουμε τα βασικά και τα σημαντικά απ’ την αρχή;

Ζούμε σε μιαν εποχή  ακραίας εμπορευματοποίησης τεχνολογίας,  οπλισμών, κεφαλαίων που θέτει  την πληροφορία στην υπηρεσία της ημιμάθειας. Η ημιμάθεια είναι χειρότερη από την άγνοια. Ο άνθρωπος που δεν γνωρίζει αισθάνεται δέος για την γνώση, ενώ ο ημιμαθής νομίζει πως τα ξέρει όλα. Ομολογουμένως, η εποχή μας   απαιτεί από τον συγγραφέα, αλλά και από τον αναγνώστη  γενναία και επίπονη εγρήγορση.

 

-Το πιστεύετε κι εσείς ότι «Η ποίηση είναι για τη ζωή»;

Ναι, η ποίηση με την ευρύτερη δυνατή σημασία της μας βοηθά   να μετατρέπουμε τον αγώνα για επιβίωση σε αγώνα για ζωή. Αυτό σημαίνει περισσότερα βιβλία και λιγότερα αυτοκίνητα, περισσότερο παραγωγικό χρόνο και λιγότερη αδράνεια. Και πάνω απ’ όλα, εξοικείωση με τη δυσκολία και δυσπιστία σε ό,τι φαντάζει εύκολο.

 

-Κυρία Δεληγιώργη, από το Ιδεολογικό ρομάντζο «Ανδρόγυς» (1984), «Το τέλος του χρυσού φεγγαριού» (1991) και τις «Ιστορίες μιας ελάχιστης εποχής» (1991) ώς  τις «Γυναίκες ή σκοτεινη ύλη» (2004)  τον «Ανέστιο» (2014), «Το κόκκινο της φωτιάς» (2016) και «Ο μοντερνιστής κριτικός Νικόλας Κάλας» (2018), τι έχει αλλάξει στη λογοτεχνία και στη δική σας ζωή;

Στη λογοτεχνία και στη ζωή ενός συγγραφέα που δεν γράφει ευπώλητα βιβλία, αλλά και γενικότερα, γα τους περισσότερους, αναγνώστες και μη, τα πράγματα έγιναν πολύ πιο δύσκολα.     Επειδή τα βιβλία εκδίδονται για να πουλιούνται, ευνοούνται  εκείνα που γράφονται χωρίς ρίσκο στη μορφή ή στο θέμα τους.   Όταν μας ζορίζει το παρόν, επιστρέφουμε στο διαθέσιμο ιστορικό  υλικό και εξιστορούμε. Η λογοτεχνία κατάντησε εξιστόρηση. Τάχα από φόβο μη ξεκόψουμε από την παράδοση, τη μιμούμαστε.

Στην δική μας λογοτεχνία, καταφέρνουν και δοξάζονται και επομένως πουλιούνται περισσότερο οι παραδοσιακές και λιγότερο οι πειραματικές ή καινοτόμες φόρμες. Εκτός εξαίρετων εξαιρέσεων, λιγοστό το ρίσκο των συγγραφέων, λιγοστή η ανησυχία, υπερβολική προσπάθεια για προβολή και καθιέρωση.

 

-Στην δική μας ζωή; Δηλαδή στη ζωή όλων μας;

Η ζωή μας έγινε τόσο σκληρή που αποφεύγουμε ο ένας τον άλλο.  Ζούμε στην πιο σκληρή απομόνωση, αυτή για την οποία ο Πλάτων έλεγε πως πρέπει να είσαι κτήνος ή θεός για να την αντέξεις.  Ακόμη και με όσους συνασπιζόμαστε, τους θεωρούμε δυνάμει εχθρούς ή αντιπάλους.

 

-Έχετε επισημάνει δικές σας λογοτεχνικές εμμονές; Ζητήματα στα οποία επανέρχεστε ή επανέρχονται εκείνα βασανιστικά;

Εμμονές; Δεν ξέρω. Στη λογοτεχνία, δεν μπορείς να   επαναλαμβάνεσαι. Το μυθιστόρημά μου Γυναίκες ή σκοτεινή ύλη   διαφέρει από το μυθιστόρημά μου Ανέστιος, όπως και αυτό διαφέρει από το τελευταίο που έδωσα προ ημερών σε εκδότες για αξιολόγηση και ελπίζω να εκδοθεί κάποια στιγμή. Πάντως,  επιμένω να διαβάζω  την αληθινή και δύσκολη λογοτεχνία –  παλιά και σύγχρονη-  που δεν αρκείται στην τέρψη και είμαι  σταθερά εναντίον των περιγραφών. Εκτός και αν πρόκειται για περιγραφές πραγμάτων που δεν αντιλαμβανόμαστε με το μάτι αλλά με το νου που ακοίμητος εποπτεύει. Πάντως, σε όσα γράφω, βασανιστικά, έρχεται σε πρώτο πλάνο η σκέψη, σα να βγαίνει από ένα σάκο που όσο τον αδειάζω, αυτός γεμίζει.

 

-Τι πρέπει να έχει μια ιστορία για να γίνει ιστορία σας;

Να είναι ενδιαφέρουσα έως και παράδοξη νοηματικά. Και να συγκινεί έναν απολύτως διεγερμένο εγκέφαλο και έναν έντονο ψυχισμό.

 

 

-Πολλοί ήρωές σας, λογοτεχνικοί και… δοκιμιακοί, επιτρέψατέ μου, το αδόκιμο του όρου, είναι έλληνες της διασποράς, ζούμε και πάλι σε μια παρόμοια εποχή;

Με ενδιαφέρουν πρόσωπα που ταλαιπωρούνται από φυγόκεντρες δυνάμεις, εξωτερικές και εσωτερικές, καταδικασμένα σε ένα καθεστώς αναγκαστικού ξεριζώματος από ανθρώπους που αγάπησαν ή από τόπους όπου ήθελαν να μείνουν ή να ριζώσουν και πάντα μια κατάσταση τούς το αρνούνταν. Είναι τραγικό, αλλά το αναγκαστικό ξερίζωμα ήταν και εξακολουθεί να είναι μοίρα για  τον Ελληνισμό.

 

– Ο «Ανέστιος» είναι ο σύγχρονος ήρωάς μας, ο κόσμος ανεστιότητας, η δική μας εποχή;

Ο ανέστιος είναι τύπος σύγχρονος και του εγγύς μέλλοντος, όπως ήταν και στον μεσαίωνα. Με τόση δοσοληψία, είναι φυσικό όλα να καταλήγουν στην ανεστιότητα.

 

-Τι μπορεί να κάνει η Τέχνη αυτή την εποχή που δεν μπορεί να κάνει η ζωή;

Η γνήσια τέχνη μπορεί να διευρύνει και να οξύνει το νου μας, να δώσει βάθος στην ευαισθησία μας, γιατί η επιβίωση εντός των τειχών,  μάς θέλει υπνώττοντες και γιατί όλα όσα τρομακτικά και θλιβερά  συμβαίνουν μας εξωθούν στην αδιαφορία για να τα αντέξουμε.

 

 

 

Δημοσιεύθηκε στον Φιλελεύθερο

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top