Fractal

Μια συνέντευξη της Alejandra Pizarnik

Εισαγωγή – Επιλογή – Μετάφραση: Στάθης Κομνηνός // *

 

[…] A.P.  Μια από εκείνες τις φράσεις που με στοιχειώνει βαθιά την είπε η μικρή «Αλίκη στη χώρα των Θαυμάτων» : – «Ήρθα μόνο για να δω τον κήπο». Για την Αλίκη και για μένα, ο κήπος συμβολίζει τον τόπο τής συνάντησης ή, με τα λόγια  τού Mircea Eliade, το κέντρο τού κόσμου. […]

[…] A.P.  – Ο Προύστ, αναλύοντας τις επιθυμίες, λέει πως δεν θέλουν να αναλύονται αλλά να ικανοποιούνται, δηλαδή : δεν θέλω να μιλώ για τον κήπο,θέλω να τον δω. […]

[…] A.P.  – Τρέφω αγάπη για τον άνεμο ακόμη κι όταν η φαντασία μου συνηθίζει να του δίνει άγρια σχήματα και χρώματα, -ειδικά μάλιστα τότε. Έχοντας δεχτεί τη βιαιοπραγία τού ανέμου, πορεύομαι στο δάσος, κι απομακρύνομαι σε αναζήτηση τού κήπου.[…]

[…] M.I.M.  – Στο τσίρκο μια νύχτα επανάκτησες μια γλώσσα χαμένη τη στιγμή που οι ιππείς με πυρσούς στα χέρια κάλπαζαν σ’ άγρια περίπολο πάνω σε μαύρα άτια. Τι είναι αυτό το κάτι παρόμοιο με τους θερμούς ήχους των κρανών για την καρδιά μουενάντια στις αρένες ;   […]

 

Pizarnik_1

 

Καιρό τώρα υποσχέθηκα στον εαυτό μου να μεταφράσω ολόκληρο το έργο της Alejandra Pizarnik και να το διαδώσω όσο μπορώ. Έχω περίπου 280 σελίδες στο «συρτάρι» μου που πρέπει οπωσδήποτε να βρω χρόνο να τις διαβάσω και να οριστικοποιήσω το κείμενο της απόδοσής μου. Σήμερα αντλώ απ’ αυτό το υλικό μια συνέντευξη της ποιήτριας, την οποία θεωρώ ασυγκρίτως ανώτερη από τις αβασάνιστα μοδάτες και πασίγνωστες (και προς θεού δεν το εννοώ διόλου υποτιμητικά…) Plath, Sexton ή άλλες ομότιμες μ’ αυτές στην κλάση τους ποιήτριες. Με καταθλίβει και μ’ ενοχλεί εξοργιστικά η υπερτίμηση ή η υποτίμηση στη λογοτεχνία (και όχι μόνον). Αλλά, αλίμονο, αυτή είναι μια αρρώστια που δεν θα εγκαταλείψει ποτέ την ανθρωπότητα, καθώς δεν παρέχεται ακριβής διάγνωση, συμπτωματολογία και φαρμακευτική αγωγή και, φυσικά, πάσχουμε απ’ αυτήν, ανίατα, όλοι ανεξαιρέτως. Η πιο εύκολη, ίσως, προσληπτικότητα, η αμεσότητα και οικειότητα ενός βιώματος, μιας σκέψης ή ενός «μηνύματος», όπου ένας κοινός παρονομαστής αναγνωρίζει ευκολότερα τον εαυτό του, η πιο προσιτή γλωσσική έκφραση και πολύ συχνά το καλύτερο εμπορικό πλασάρισμα, μαζί με μια πιο διαδεδομένη γλώσσα, είναι βασικές αιτίες αυξήσεως της αξίας των διάφορων ποιητικών μετοχών, όχι όμως και της ουσιώδους αξίας ενός ποιητικού έργου. Ευτυχώς που η Τέχνη είναι φύσει μακρά και ανεπηρέαστη από τέτοια επικαιρικά, εν πολλοίς, κριτήρια και προτιμήσεις και τα αποστάγματά της γίνονται αγλαά πετρώματα μετά από αιώνες. Στην αρρώστια, μολαταύτα, δεν πρέπει να παραδίδεται κανείς αμαχητί. Αυτό σημαίνει έγκοπη προσπάθεια ίασης από την τύφλωση των συρμών, των φωταγωγιών, των διαλαλητών και της οχλαγωγίας. Υπό την έννοιαν αυτή, ανακάλυψα, χρόνια τώρα, την Pizarnik. Η Pizarnik είναι ασυγκρίτως ασημότερη και πιο άγνωστη από τις προαναφερθείσες ποιήτριες (και άλλες φυσικά…, μεταξύ των οποίων δεν εξαιρώ και εγχώρια ονόματα), πιθανότατα λόγω του εξαιρετικά μεγαλύτερου βάθους της, κατά την κρίση μου ασφαλώς, και των υψηλότερων (= οντολογικότερων) στοχεύσεων της. Το ενοχλητικό αυτό γεγονός της «ασημότητάς» της με ώθησε σήμερα να δημοσιεύσω ένα ελάχιστο απόσπασμα από τις 280 σελίδες μου, μια που, επιπροσθέτως, δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι θα μου δοθεί χρόνος να τηρήσω την υπόσχεσή μου στην ποιήτρια… Διάλεξα ένα κείμενο στο οποίο εμπεριέχονται αρκετοί στίχοι της, ώστε να ακουστεί και η ποιητική της φωνή αλλά και να γίνει περισσότερο γνωστή στο αναγνωστικό κοινό για τον τρόπο που σκέπτεται (ευτυχώς υπάρχουν κάποιες μεταφράσεις του έργου της στα ελληνικά τις οποίες μπορεί κάποιος να μετέλθει άμεσα, βλ. εκδ. Θράκα, [ σε επικείμενη βιβλιοκρισία μου θα αναφερθώ σε σχετική μετάφραση μέρους του έργου της ποιήτριας από τον Στάθη Ιντζέ ] και Bibliotheque). Προδρομική, λοιπόν, η σημερινή δημοσίευση, με την ελπίδα να γίνει κάποτε γεγονός και η σωματική παρουσία της στο συγκεντρωτικό τόμο των απάντων της.

Στάθης Κομνηνός

 

Pizarnik_2

 

Μια συνέντευξη της Alejandra Pizarnik[1]

 

Η συνέντευξη δόθηκε στη Martha Isabel Moia και δημοσιεύθηκε στο El deseo de la palabra, Ocnos, Barcelona, 1972.

 

M.I.M.  – Υπάρχουν στα ποιήματά σου όροι που κρίνω πως είναι εμβληματικοί και συντείνουν σε μια σχηματοποίηση των ποιημάτων σου ως τόπων όπου κυριαρχεί η μοναξιά και η παρανομία, όπως τα πάθη τής παιδικής ηλικίας, το ποίημα, ο έρωτας, ο θάνατος. Συμφωνείς μαζί μου στο ότι όροι όπως κήπος, δάσος, λέξη, σιωπή, περιπλάνηση, άνεμος, ραγισματιά και νύχτα, είναι, ταυτόχρονα, σημεία και λέξεις εμβληματικές ;

M.I.M. – Hay, en tus poemas, términos que considero emblemáticos y que contribuyen a conformar tus poemas como dominios solitarios e ilícitos como las pasiones de la infancia, como el poema, como el amor, como la muerte. ¿Coincidís conmigo en que términos como jardín, bosque, palabra, silencio, errancia, viento, desgarradura y noche, son, a la vez, signos y emblemas?

A.P.  – Πιστεύω ότι στα ποιήματά μου υπάρχουν λέξεις που επαναλαμβάνω πάλι και πάλι ασταμάτητα, δίχως ανάπαυλα, ανελέητα : εκείνες που αφορούν στην παιδική ηλικία, τους φόβους, το θάνατο, τη νύχτα των σωμάτων. Ή, για να είμαστε πιο ακριβολόγοι, οι όροι που κατονόμασες στην ερώτησή σου θα μπορούσε να ήταν σημεία και εμβληματικές λέξεις.  

A.P. – Creo que en mis poemas hay palabras que reitero sin cesar, sin tregua, sin piedad: las de la infancia, las de los miedos, las de la muerte, las de la noche de los cuerpos. 0, más exactamente, los términos que designas en tu pregunta serían signos y emblemas.

 

M.I.M.  – Ας αρχίσουμε μπαίνοντας, λοιπόν, στους πιο ευχάριστους χώρους : ο κήπος και το δάσος.

M.I.M. – Empecemos por entrar, pues, en los espacios más gratos: el jardín y el bosque.

A.P.  Μια από εκείνες τις φράσεις που με στοιχειώνει βαθιά την είπε η μικρή «Αλίκη στη χώρα των Θαυμάτων» : – «Ήρθα μόνο για να δω τον κήπο». Για την Αλίκη και για μένα, ο κήπος συμβολίζει τον τόπο τής συνάντησης ή, με τα λόγια τού Mircea Eliade, το κέντρο τού κόσμου. Πράγμα που μού υποβάλλει αυτή τη φράση : Ο κήπος είναι πράσινος στον εγκέφαλο. Φράση δική μου που με οδηγεί στην ακόλουθη τού Georges Bachelard, που ελπίζω να τη θυμάμαι επακριβώς : Ο κήπος τής ανάμνησης-ονείρου, χαμένος στο απώτατο βάθος τού αληθινού παρελθόντος.

A.P. – Una de las frases que más me obsesiona la dice la pequeña Alice en el país de las maravillas: – «Sólo vine a ver el jardín». Para Alice y para mí, el jardín sería el lugar de la cita o, dicho con las palabras de Mircea Eliade, el centro del mundo. Lo cual me sugiere esta frase: El jardín es verde en el cerebro. Frase mía que me conduce a otra siguiente de Georges Bachelard, que espero recordar fielmente: El jardín del recuerdo- sueño, perdido en un más allá del pasado verdadero.

 

M.I.M.  – Όσον αφορά στον κήπο σου, φαίνεται πως είναι συνώνυμος τής σιωπής. Ωστόσο, εγώ αισθάνομαι να υπάρχουν κι άλλες σημασίες. Για παράδειγμα, ο κήπος σου θα μπορούσε να είναι ένας υπαινιγμός, μια αλληγορία, για το απαγορευμένο, το απόκρυφο. 

M.I.M. – En cuanto a tu bosque, se aparece como sinónimo de silencio. Mas yo siento otros significados. Por ejemplo, tu bosque podría ser una alusión a lo prohibido, a lo oculto.

A.P.  – Και γιατί όχι ; Ωστόσο παράλληλα θα μπορούσε να υπαινίσσεται την παιδική ηλικία, το σώμα, τη νύχτα.

A.P. – ¿Por qué no? Pero también sugeriría la infancia, el cuerpo, la noche.

 

Pizarnik_3

 

M.I.M.  – Μπήκες κάποια φορά στον κήπο ;

M.I.M. – ¿Entraste alguna vez en el jardín?

A.P.  – Ο Προύστ, αναλύοντας τις επιθυμίες, λέει πως δεν θέλουν να αναλύονται αλλά να ικανοποιούνται, δηλαδή : δεν θέλω να μιλώ για τον κήπο, θέλω να τον δω. Είναι σαφές ότι αυτό που λέω δεν αφήνει περιθώρια να είναι κανείς παιδικός ή, καλύτερα, παιδαριώδης, αφού σ’ αυτή τη ζωή δεν κάνουμε ποτέ αυτό που θέλουμε. Πράγμα που αποτελεί ένα ακόμη κίνητρο για να θέλει κανείς να δει τον κήπο, ακόμη κι αν είναι αδύνατον, – ακριβώς, μάλιστα, αν είναι αδύνατον.

A.P. – Proust, al analizar los deseos, dice que los deseos no quieren analizarse sino satisfacerse, esto es: no quiero hablar del jardín, quiero verlo. Claro es que lo que digo no deja de ser pueril, pues en esta vida nunca hacemos lo que queremos. Lo cual es un motivo más para querer ver el jardín, aun si es imposible, sobre todo si es imposible.

 

M.I.M.  – Ενώ απαντούσες στην ερώτησή μου, η φωνή σου έφερε μια φράση στη μνήμη μου από ένα σου ποίημα : το λειτούργημά μου είναι ν’ αποτρέπω και να εξορκίζω.

M.I.M. – Mientras contestabas a mi pregunta, tu voz en mi memoria me dijo desde un poema tuyo: mi oficio es conjurar y exorcizar.*

A.P.  – Μεταξύ άλλων, γράφω για να μη συμβεί αυτό που τρέμω΄ για να μην υπάρχει αυτό που με πληγώνει΄ για να απομακρύνω το Κακό (ας θυμηθούμε τον Κάφκα). Μια που έχει ειπωθεί πως ο ποιητής είναι ο μεγάλος θεραπευτής. Υπ’ αυτή την έννοια, η ποιητική πράξη θα υποδήλωνε  τον εξορκισμό, την αποτροπή και, επιπλέον, την αποκατάσταση. Το να γράφεις ένα ποίημα σημαίνει να θεραπεύεις τη θεμελιώδη πληγή, τη ραγισματιά. Αφού όλοι μας είμαστε πληγωμένοι.

A.P. – Entre otras cosas, escribo para que no suceda lo que temo; para que lo que me hiere no sea; para alejar al Malo (cf. Kafka). Se ha dicho que el poeta es el gran terapeuta. En este sentido, el quehacer poético implicaría exorcizar, conjurar y, además, reparar. Escribir un poema es reparar la herida fundamental, la desgarradura. Porque todos estamos heridos.

 

M.I.M.  – Μεταξύ των ποικίλων μεταφορών με τις οποίες δίνεις σχήμα σ’ αυτή τη θεμελιώδη πληγή, θυμάμαι, εξαιτίας βεβαίως της εντύπωσης που μού προκάλεσε, εκείνη που σε ένα πρώιμο ποίημά σου σε κάνει να αναρωτιέσαι για την κτηνώδη πτώση τού σπασμού που κυλά στο αίμα μου. Και νομίζω, σχεδόν με βεβαιότητα, ότι ο άνεμος είναι ένας από τους κυρίαρχους συγγραφείς της πληγής, μια που εμφανίζεται ενίοτε στα γραπτά σου ως ο μέγας τραυματίζων.

M.I.M. – Entre las variadas metáforas con las que configuras esta herida fundamental recuerdo, por la impresión que me causó, la que en un poema temprano te hace preguntar por la bestia caída de pasmo que se arrastra por mi sangre.* Y creo, casi con certeza, que el viento es uno de los principales autores de la herida, ya que a veces se aparece en tus escritos como el gran lastimador.*

A.P.  – Τρέφω αγάπη για τον άνεμο ακόμη κι όταν η φαντασία μου συνηθίζει να του δίνει άγρια σχήματα και χρώματα, -ειδικά μάλιστα τότε. Έχοντας δεχτεί τη βιαιοπραγία τού ανέμου, πορεύομαι στο δάσος, κι απομακρύνομαι σε αναζήτηση τού κήπου.

A.P. – Tengo amor por el viento aun si, precisamente, mi imaginación suele darle formas y colores feroces. Embestida por el viento, voy por el bosque, me alejo en busca del jardín.

 

Pizarnik_4

 

M.I.M.  – Τη νύχτα ;

M.I.M. – ¿En la noche?

A.P.  – Λίγα γνωρίζω για τη νύχτα, ωστόσο ενώνομαι μαζί της. Το είπα σε κάποιο ποίημα : όλη τη νύχτα φτιάχνω τη νύχτα. Γράφω όλη τη νύχτα. Τη  γράφω λέξη-λέξη.

A.P. – Poco sé de la noche pero a ella me uno. Lo dije en un poema: Toda la noche hago la noche. Toda la noche escribo. Palabra por palabra yo escribo la noche.*

 

M.I.M.  – Όπως, επίσης, σε κάποιο εφηβικό σου ποίημα ενώνεσαι με τη σιωπή.

M.I.M. – En un poema de adolescencia también te unís al silencio.

A.P.  – Η σιωπή : μοναδικός πειρασμός, μα και η πιο μεγάλη υπόσχεση. Όμως νιώθω πως το άπαυστο κελάρυσμα δεν σταματά ποτέ να αναβρύζει (Πόσο καλά γνωρίζω το ανάβρυσμα της πηγής της (περι)πλανεμένης γλώσσας). Γι αυτό τολμώ να λέω ότι δεν γνωρίζω αν υπάρχει η σιωπή.

A.P. – El silencio: única tentación y la más alta promesa. Pero siento que el inagotable murmullo nunca cesa de manar (Que bien sé yo do mana la fuente del lenguaje errante). Por eso me atrevo a decir que no sé si el silencio existe.

 

M.I.M.  – Σε μιαν ευτυχή αντίστιξη μαζί σου, τη βλέπω να ενώνεται με τη νύχτα κι έπειτα με τη σιωπή, βλέπω την «ξένη», τη «σιωπηλή στην έρημο», τη «μικρούλα ταξιδιώτισσα», τη «μετανάστρια απ’ τα σπλάχνα μου»΄ αυτήν που θα «ήθελε να εισέλθει στο κλαβιέ για να εισχωρήσει στην ενδοχώρα τής μουσικής ώστε να αποκτήσει μια πατρίδα». Είναι αυτές ακριβώς, οι άλλες σου φωνές, που εκφράζουν την κλήση σου για περιπλάνηση, που κατά τη γνώμη μου είναι η αληθινή σου κλήση, ειπωμένη φυσικά με το δικό σου τρόπο.  

M.I.M. – En una suerte de contrapunto con tu yo que se une a la noche y aquel que se une al silencio, veo a «la extranjera»; «la silenciosa en el desierto»; «la pequeña viajera»; «mi emigrante de sí»; la que «quería entrar en el teclado para entrar adentro de la música para tener una patria». Son estas, tus otras voces, las que hablan de tu vocación de errancia, la para mí tu verdadera vocación, dicho a tu manera.

A.P.  – Σκέφτομαι μια φράση τού Trakl : Ο άνθρωπος είναι κάτι παράξενο στη γη. Πιστεύω ότι, μέσα σ’ όλους, ο ποιητής είναι ο πλέον παράξενος. Πιστεύω ότι η μοναδική δυνατή κατοικία για τον ποιητή είναι η λέξη.

A.P. – Pienso en una frase de Trakl: Es el hombre un extraño en la tierra. Creo que, de todos, el poeta es el más extranjero. Creo que la única morada posible para el poeta es la palabra.

 

M.I.M.  – Υπάρχει ένας φόβος σου που θέτει σε κίνδυνο αυτή την κατοικία : το να μη μπορεί κανείς να κατονομάσει αυτό που δεν υπάρχει. Είναι τότε λοιπόν που κρύβεσαι από τη γλώσσα.

M.I.M. – Hay un miedo tuyo que pone en peligro esa morada: el no saber nombrar lo que no existe.* Es entonces cuando te ocultás del lenguaje.

A.P.  Με μιαν ασάφεια, όμως, που θέλω να ν’ αποσαφηνίσω : κρύβομαι από τη γλώσσα μέσα στη γλώσσα. Όταν κάτι – ακόμη και το τίποτε έχει ένα όνομα-, μοιάζει λιγότερο εχθρικό. Ασφαλώς, υπάρχει μέσα μου μια υποψία που λέει πως το ουσιώδες είναι άρρητο. 

A.P. – Con una ambigüedad que quiero aclarar: me oculto del lenguaje dentro del lenguaje. Cuando algo – incluso la nada tiene un nombre, parece menos hostil. Sin embargo, existe en mí una sospecha de que lo esencial es indecible.

 

M.I.M.  – Εκεί οφείλεται το ότι αναζητείς μορφές που εμφανίζονται ζώσες μέσω του έργου μιας γλώσσας ενεργητικής που τις υπαινίσσεται ;

M.I.M. – ¿Es por esto que buscas figuras que se aparecen vivientes por obra de un lenguaje activo que las aluden?*

A.P.  – Αισθάνομαι ότι τα σημεία, οι λέξεις, υποδηλώνουν, δημιουργούν υπαινιγμούς. Αυτός ο περίπλοκος τρόπος να αισθάνομαι τη γλώσσα με παροτρύνει να πιστεύω πως η γλώσσα δεν μπορεί να εκφράσει την πραγματικότητα΄  πως μπορούμε να ομιλούμε μοναχά για το προφανές. Εξ αυτού και η επιθυμία μου να κάνω ποιήματα αμείλικτα επακριβή σε πείσμα τού έμφυτου σουρεαλισμού μου και να δουλεύω με στοιχεία από τις εσωτερικές σκιές. Αυτό είναι που χαρακτηρίζει τα ποιήματά μου.

A.P. – Siento que los signos, las palabras, insinúan, hacen alusión. Este modo complejo de sentir el lenguaje me induce a creer que el lenguaje no puede expresar la realidad; que solamente podemos hablar de lo obvio. De allí mis deseos de hacer poemas terriblemente exactos a pesar de mi surrealismo innato y de trabajar con elementos de las sombras interiores. Es esto lo que ha caracterizado a mis poemas.

 

Pizarnik_5

 

M.I.M.  – Ασφαλώς, τώρα πια δεν αναζητάς αυτή την ακρίβεια.

M.I.M. – Sin embargo, ahora ya no buscas esa exactitud.

A.P.  – Ασφαλώς΄ επιδιώκω να γράφεται το ποίημα όπως εκείνο επιθυμεί να γραφτεί. Ωστόσο, προτιμώ να μη μιλώ για το τώρα διότι ακόμη είναι ελάχιστα γραμμένο.

A.P. – Es cierto; busco que el poema se escriba como quiera escribirse. Pero prefiero no hablar del ahora porque aún está poco escrito.

 

M.I.M.  – Σε πείσμα των τόσων πολλών που γράφετε !

M.I.M. – ¡A pesar de lo mucho que escribís!

A.P.  –

A.P. – …

 

M.I.M.  – Η άγνοια να κατονομάζεις  σχετίζεται με την αγωνία να συναντήσεις κάποια φράση πλήρως δική σου. Το βιβλίο σου «Οι εργασίες και οι νύχτες» είναι μια σημαντική απάντηση, μια και σ’ αυτό αυτές που ομιλούν είναι οι δικές σου φωνές.

M.I.M. – El no saber nombrar* se relaciona con la preocupación por encontrar alguna frase enteramente tuya.* Tu libro Los trabajos y las noches es una respuesta significativa, ya que en él son tus voces las que hablan.

A.P.  – Εργάστηκα σκληρά πάνω σ’ αυτά τα ποιήματα και πρέπει να πω ότι σχηματίζοντάς τα σχηματιζόμουν κι εγώ, και άλλαζα. Είχα μέσα μου μιαν ιδέα για το ποίημα και αγωνιζόμουν να την πραγματοποιήσω. Γνωρίζω ότι δεν μοιάζω με κανέναν (αυτό είναι πεπρωμένο). Το βιβλίο αυτό μού χάρισε την ευτυχία να συναντήσω την ελευθερία στη γραφή. Ήμουν ελεύθερη, ήμουν η οικοδέσποινα που έπλαθε τον εαυτό της με τη μορφή που εκείνη ήθελε.

A.P. – Trabajé arduamente en esos poemas y debo decir que al configurarlos me configuré yo, y cambié. Tenía dentro de mí un ideal de poema y logré realizarlo. Sé que no me parezco a nadie (esto es una fatalidad). Ese libro me dio la felicidad de encontrar la libertad en la escritura. Fui libre, fui dueña de hacerme una forma como yo quería.

 

M.I.M.  – Μαζί με τους φόβους αυτούς συνυπάρχει εκείνος των λέξεων που επιστρέφουν. Ποιες είναι αυτές ακριβώς ;

M.I.M. – Con estos miedos coexiste el de las palabras que regresan.* ¿Cuáles son?

A.P.  – Η μνήμη. Μού συμβαίνει να βοηθώ στη λιτανεία των λέξεων που εξορμούν και αισθάνομαι θεατής παθητικός κι ανυπεράσπιστος. 

A.P. – Es la memoria. Me sucede asistir al cortejo de las palabras que se precipitan, y me siento espectadora inerte e inerme.

 

M.I.M.  – Αναλαμπή που ο καθρέφτης, η άλλη όχθη, η απαγορευμένη ζώνη και η λήθη της, παρέχουν στο έργο σου το φόβο να γίνουν δύο, που αποδρά από τα όρια τού döppelganger (Σ.τ.Μ. γερμανικά στο πρωτότυπο : σωσίας) για να συμπεριληφθεί σε όλες εκείνες που ήσουν.

M.I.M. – Vislumbro que el espejo, la otra orilla, la zona prohibida y su olvido, disponen en tu obra el miedo de ser dos,* que escapa a los límites del döppelganger para incluir a todas las que fuiste.

A.P.  – Ορθά μιλάτε, είναι ο φόβος για όλες εκείνες που μέσα μου αντιμάχονται. Υπάρχει ένα ποίημα τού Michaux που λέει : Je suis; je parle á qui je fus et qui- je- fus me parlent. ( … ) On n’est pas seul dans sa peau. (Σ.τ.Μ. γαλλικά στο πρωτότυπο : Είμαι μιλώ΄ μιλώ σ’ αυτόν που ήμουν κι αυτόν που γινόμουν μιλώντας. Δεν είναι κανείς μονάχος μες στο δέρμα του.)

A.P. – Decís bien, es el miedo a todas las que en mí contienden. Hay un poema de Michaux que dice: Je suis; je parle á qui je fus et qui- je- fus me parlent. ( … ) On n’est pas seul dans sa peau.

 

Pizarnik_6

 

M.I.M.  – Εκδηλώνεται σε κάποια ιδιαίτερη στιγμή ;

M.I.M. – ¿Se manifiesta en algún momento especial?

A.P.  – Όταν «η κόρη τής φωνής μου» με προδίδει.

A.P. – Cuando «la hija de mi voz» me traiciona.

 

M.I.M.  – Σύμφωνα με ένα ποίημά σου, ο πιο όμορφος έρωτάς σου ήταν ο έρωτας για τους καθρέφτες. Ποιόν βλέπεις μέσα τους ;

M.I.M. – Según un poema tuyo, tu amor más hermoso fue el amor por los espejos. ¿A quién ves en ellos?

A.P.  – Την άλλη που είμαι. (Στην πραγματικότητα, έχω έναν κάποιο φόβο για τους καθρέφτες). Κάποτε ενωνόμαστε. Σχεδόν πάντα αυτό συμβαίνει όταν γράφω.

A.P. – A la otra que soy. (En verdad, tengo cierto miedo de los espejos.) En algunas ocasiones nos reunimos. Casi siempre sucede cuando escribo.

 

M.I.M.  – Στο τσίρκο μια νύχτα επανάκτησες μια γλώσσα χαμένη τη στιγμή που οι ιππείς με πυρσούς στα χέρια κάλπαζαν σ’ άγρια περίπολο πάνω σε μαύρα άτια. Τι είναι αυτό το κάτι παρόμοιο με τους θερμούς ήχους των κρανών για την καρδιά μου ενάντια στις αρένες ;

M.I.M. – Una noche en el circo recobraste un lenguaje perdido en el momento que los jinetes con antorchas en la mano galopaban en ronda feroz sobre corceles negros.* ¿Qué es ese algo semejante a los sonidos calientes para mi corazón de los cascos contra las arenas?*

A.P.  – Είναι η γλώσσα που δεν συνάντησα ακόμη και θα μού άρεσε να συναντήσω.

 

A.P. – Es el lenguaje no encontrado y que me gustaría encontrar.

 

M.I.M.  – Μήπως τη βρήκες στη ζωγραφική ;

M.I.M. – ¿Acaso lo encontraste en la pintura?

A.P.  – Μού αρέσει να ζωγραφίζω διότι στη ζωγραφική βρίσκω την ευκαιρία να αναφέρω εν σιωπή τις εικόνες των εσωτερικών σκιών. Επιπλέον, με ελκύει η έλλειψη μυθομανίας τής ζωγραφικής γλώσσας. Το να δουλεύω με τις λέξεις ή, ακριβέστερα, ν’ αναζητώ τις λέξεις μου, υποδηλώνει μια πίεση που δεν υπάρχει όταν ζωγραφίζω.  

A.P. – Me gusta pintar porque en la pintura encuentro la oportunidad de aludir en silencio a las imágenes de las sombras interiores. Además, me atrae la falta de mitomanía del lenguaje de la pintura. Trabajar con las palabras o, más específicamente, buscar mis palabras, implica una tensión que no existe al pintar.

 

Pizarnik_7

 

M.I.M.  – Ποιος ο λόγος τής προτίμησής σου για την «κοιμισμένη τσιγγάνα»[2] τού Ρουσσώ ;

M.I.M. – ¿Cuál es la razón de tu preferencia por «la gitana dormida» de Rousseau?

A.P.  – Είναι το ισοδύναμο τής γλώσσας των αλόγων στο τσίρκο. Θα ήθελα να φτάσω κάποτε να γράψω κάτι παρόμοιο με την «κοιμισμένη τσιγγάνα» του Aduanero, διότι υπάρχει σιωπή και, ταυτόχρονα, υπαινιγμός για πράγματα σοβαρά και φωτεινά. Επίσης, με συγκινεί μοναδικά το έργο των Bosch, Klee, Ernst.

A.P. – Es el equivalente del lenguaje de los caballos en el circo. Yo quisiera llegar a escribir algo semejante a «la gitana» del Aduanero porque hay silencio y, a la vez, alusión a cosas graves y luminosas. También me conmueve singularmente la obra de Bosch, Klee, Ernst.

 

M.I.M.  – Φτάσαμε στο τέλος. Ας σε ρωτήσω λοιπόν αν κάποτε διατύπωσες κι εσύ την ερώτηση που έθεσε ο Octavio Paz στον πρόλογο τού «Το δοξάρι και η λύρα» : δεν θα ήταν καλύτερα να μεταμορφώσουμε τη ζωή σε ποίηση από το να κάνουμε ποίηση παράλληλα με τη ζωή ;

M.I.M. – Por último, te pregunto si alguna vez te formulaste la pregunta que se plantea Octavio Paz en el prólogo de El arco y la lira: ¿no sería mejor transformar la vida en poesía que hacer poesía con la vida?

A.P.  – Απαντώ με τα λόγια ενός από τα τελευταία μου ποιήματα : Μακάρι να μπορούσα να ζήσω αποκλειστικά στην έκσταση κάνοντας το σώμα τού ποιήματος ένα με το σώμα μου, εξαγοράζοντας κάθε φράση με τις μέρες και με τις εβδομάδες μου, ενσταλάζοντας  στο ποίημα το φύσημά μου με τέτοια συνέπεια που κάθε γράμμα κάθε λέξης να θυσιαζόταν στις ιεροτελεστίες της ζωής.

A.P. – Respondo desde uno de mis últimos poemas: Ojalá pudiera vivir solamente en éxtasis haciendo el cuerpo del poema con mi cuerpo, rescatando cada frase con mis días y con mis semanas, infundiéndole al poema mi soplo a medida que cada letra de cada palabra haya sido sacrificada en las ceremonias del vivir*.

* Ο Στάθης Κομνηνός σπούδασε κλασική φιλολογία και έχει εξειδίκευση στις σημιτικές γλώσσες (αραβικά, εβραϊκά, συριακά/αραμαϊκά). Παράλληλα, έκανε μουσικές σπουδές στη θεωρία, αρμονία και αντίστιξη, καθώς και στην ανατολική μουσική (ελληνική/βυζαντινή). Είναι ποιητής, μεταφραστής, αρθρογράφος, κριτικογράφος, θεατρικός συγγραφέας και ερευνητής. Έχει συμμετοχή σε πολλά συνέδρια, κυρίως σε ό,τι αφορά τη διερεύνηση των σχέσεων θετικών και ανθρωπιστικών επιστημών.Μεταφράζει από και προς 12 γλώσσες και έχει συνεργαστεί με πλήθος εκδοτικούς οίκους και έντυπα ή ηλεκτρονικά περιοδικά (Παπαδήμας, Δόμος, Παρουσία, Ακρίτας, Λιβάνης κλπ κι επίσης ΝΕΜΕΣΙΣ, Κουκούτσι, Πρωτάτον, Τόλμη, Φρέαρ, Διάστιχο, Βακχικόν, Litteraterra, Ηνιοχείν, Fractal κλπ).  

 

_____________________________________________

[1] Έχω πλαγιογραφήσει στο κείμενο που ακολουθεί τους στίχους της ποιήτριας, τους οποίους η δημοσιογράφος φροντίζει συχνά να συμπεριλαμβάνει στις ερωτήσεις της. Στο ισπανικό πρωτότυπο αυτοί σημειώνονται μ’ έναν αστερίσκο.

[2] (Σ.τ.Μ. Εννοεί το ζωγράφο Henri Julien Félix Rousseau, γνωστό ως «Le Douanier». Στο σημείο αυτό επιθύμησα να μεταφράσω πολύ ελεύθερα, υποτασσόμενος σ’ ένα ένστικτο πέρα από τη γλώσσα μα κι εντός της, πέρα από τους ακριβείς όρους για να βρω τον καρπό τους. Ακόμη και καταστρατηγώντας καθιερωμένους όρους ή ρητά εκπεφρασμένες θελήσεις και τοποθετήσεις δημιουργών όπως ο Ρουσσώ. Είχα επιθυμήσει να μεταφράσω τη φράση ως «τσιγγάνο ύπνο» και στη συνέχεια να αφήσω στο κείμενο μια μεταφραστική διπλοτυπία, που οπωσδήποτε θα αναστάτωνε κάπως τον αναγνώστη και ίσως τον ενοχλούσε ή και τον εξόργιζε ακόμη. Η διπλοτυπία αυτή θα ήταν εμφανέστατη και ηχηρή, νομίζω, καθώς στην αμέσως μετά ακολουθούσα απάντηση της ποιήτριας θα εμφανιζόταν ο τύπος «κοιμισμένη τσιγγάνα». Τελικά, υποτάχθηκα και συμβιβάστηκα με την ομοιομορφία, την ομοιογένεια και την αρμονική γλωσσική πεδιάδα. Έχασα το βουνό και τις πιθανές προσεγγίσεις στην κορυφή του. Μια ήττα ; Πιθανόν. Ωστόσο, στα σίγουρα μια λύπη και μια στενοχώρια κι ένα μικρό, ελάχιστο, ψαλίδισμα φτερών.)

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top