Fractal

✔ Κώστας Ακρίβος: «Προσπαθούμε να ξυπνήσουμε για να γλιτώσουμε. Αλλά και με ανοιχτά τα μάτια, ο ζόφος παραμένει»

Συνέντευξη στην Ελένη Γκίκα //

 

 

Αντιμετωπίζει την κρίση σαν εφιάλτη «Προσπαθούμε να ξυπνήσουμε για να γλιτώσουμε. Αλλά και με ανοιχτά τα μάτια, ο ζόφος παραμένει» και την επιστροφή σαν δύναμη «Επιστρέφεις άμα μπορείς να αντέξεις τις μνήμες, τα λάθη, τις ενοχές, τις παραλείψεις, τις απουσίες».

Αναγνωρίζει ότι είναι μυστήριο πράγμα η ενοχή «Είναι φορές που το σύνορο ανάμεσα στην αθωότητα και την ενοχή είναι μια πολύ λεπτή γραμμή» και παραδίδει ένα μυθιστορηματικό αριστούργημα περί αυτής.

Διότι ο συγγραφέας Κώστας Ακρίβος με το καινούργιο του βιβλίο «Γάλα μαγνησίας» (Μεταίχμιο), επιστρέφει: στην εφηβεία του και στο οικοτροφείο, στην επταετία και σε έναν αλλόκοτο πνιγμό. Και μέσα από ένα μυθιστόρημα ενηλικίωσης ανατέμνει φιλία, εποχή, ενοχή και το πώς τα κοινά βιώματα γίνονται, εντέλει, διαφορετικές αναμνήσεις.

Στον Φιλελεύθερο μίλησε για όλα αυτά και για άλλα πολλά. «Το παρελθόν είναι η μήτρα μας» εξάλλου, όπως θα πει.

 

 

-Κύριε Ακρίβο, η εφηβεία, εν τέλει, είναι μια επικίνδυνη εποχή;

Είναι το αμόνι της ζωής. Σ΄ αυτά εδώ τα Άγουρα Χρόνια, είτε Με είτε Χωρίς Οικογένεια, Δένεται το Ατσάλι για να μπορέσεις αργότερα να γίνεις ένας επαρκής Φύλακας στη Σίκαλη.

 

-Και γιατί είναι επικίνδυνη εποχή;

Παίζεις με τη φωτιά, που δεν είναι άλλη παρά ο εαυτός σου. Τώρα τον ανακαλύπτεις σιγά σιγά και τώρα οι πειρασμοί σε καλούν να διαλέξεις στρατόπεδο: ή το μεγάλο καφαβικό Όχι ή το ενδοτικό Ναι. Και όπως όλοι γνωρίζουμε, άλλοι μπαίνουν μες στη φωτιά και καίγονται, άλλοι όμως λαμπρύνονται.

 

-Γράφοντας λογοτεχνία ή μεγαλώνοντας, τελικά, επιστρέφουμε;

Το παρόν είναι κάτι το άπιαστο και φευγαλέο, τα μέλλον περιοχή αγεωγράφητη, άρα το μόνο που μας ανήκει, δηλαδή είναι κατά κάποιο τρόπο οικείο, είναι το παρελθόν. Η μήτρα μας.

 

-Κάθε βιβλίο μας είναι και μια επιστροφή;

Επιστρέφεις άμα μπορείς να αντέξεις τις μνήμες, τα λάθη, τις ενοχές, τις παραλείψεις, τις απουσίες. Η λογοτεχνία ξέρει να βρίσκει πάντα τα μονοπάτια που οδηγούν τον δημιουργό και τον αναγνώστη σε πρόσωπα και γεγονότα που απλώς υπνώττουν βαθιά στη συνείδηση, αλλά που σαν άλλα μισοσβησμένα καρβουνάκια χρειάζονται μόνο μία σπίθα για να ανάψουν ξανά.

 

-Τι είναι εκείνο που σας έκανε στο «Γάλα Μαγνησίας» να επιστρέψετε;

Ίσως για να δοκιμάσει ο σημερινός εξηντάχρονος να θυμηθεί και να ζωντανέψει τον δεκαεφτάχρονο εαυτό του.

 

 

-Τι το ιδιαίτερο είχε ειδικά εκείνη η εποχή και γιατί όλους μας, μας σημάδεψε και μας καθόρισε τόσο;

Αν εξαιρέσουμε το Πολυτεχνείο και την έναρξη της μεταπολίτευσης, η δεκαετία του ΄70 είναι μια περίοδος άγονη και άχαρη. Να όμως που όλοι εμείς, η λεγόμενη λογοτεχνικά Μεταπολυτεχνειακή γενιά, είχαμε την τύχη ή την ατυχία να συμπέσει η εφηβεία μας με εκείνα τα χρόνια. Το ΓΑΛΑ ΜΑΓΝΗΣΙΑΣ, εκτός των άλλων, είναι και μια προσπάθεια να ανασυσταθεί το κλίμα και το χρώμα αυτής της εποχής.

 

-Το «Γάλα Μαγνησίας» είναι τίτλος αινιγματικός, στο εξώφυλλο βλέπουμε όλα τα παιδιά να πίνουν γάλα αλλά θυμάμαι ότι για να χωνέψουμε μας έγιναν… γάλα μαγνησίας, το παρελθόν εντέλει είναι μια αινιγματική εποχή;

Μου αρέσουν πολύ τα κάθε λογής αινίγματα , όπως επίσης και το να διαβάζω κείμενα που τα διακρίνει η υπαινικτική γραφή. Επιστρέφοντας κανείς στο παρελθόν, πολλά πράγματα δεν τα θυμάται ακριβώς όπως έγιναν αλλά όπως θα ήθελε να έχουν γίνει. Χρειάζεται το καθαρτικό της η μνήμη. Σαν αυτό που προσφέρει το φαρμακευτικό σκεύασμα Γάλα μαγνησίας, με τις γνωστές αντιόξινες και καθαρτικές ιδιότητες.

 

-Το παρελθόν, εντέλει, είναι χρόνος τετελεσμένος; Αλλάζει το παρελθόν μας όταν μεγαλώνουμε;

Παραμένει το ίδιο και αναλλοίωτο. Το μόνο που αλλάζουν είναι τα μάτια. Στον ψυχισμό και στην παιδεία μας συσσωρεύονται χρόνο με τον χρόνο εμπειρίες και γνώσεις, που είναι απολύτως φυσικό να διαφοροποιούν το βλέμμα μας όταν αυτό επιχειρεί να κοιτάξει προς τα πίσω΄ άλλες φορές το διαστέλλουν και άλλες πάλι το μικραίνουν.

 

-Είναι αυτοβιογραφικός κάποιος από τους ήρωές σας;

Αυτή ήταν και η αρχική μου συγγραφική πρόθεση: να καταγράψω τις προσωπικές μνήμες από τα χρόνια που ήμουν εσώκλειστος σε οικοτροφείο. Πολύ γρήγορα, ωστόσο, τα πρόσωπα του βιβλίου απέκτησαν τη δική τους αυτοδυναμία και τις όποιες προθέσεις μου τις έβαλαν στην άκρη, ακολουθώντας τις δικές τους επιθυμίες και ορέξεις.

 

 

-Τι πρέπει να έχει ένας ήρωας ή μια ηρωίδα για να γίνει ήρωάς σας ή ηρωίδα σας;

Για να αποκτήσει πρωταγωνιστικό ρόλο, να διαθέτει τη στόφα του πρώτου΄ να είναι σε μεγάλο βαθμό ή “καλός” ή “κακός”. Για τους δεύτερους ρόλους, μου αρκεί η ζωντάνια και οι πράξεις τους να αναδίδουν πνοή αληθινής ζωής.

 

-Μια ιστορία για να γίνει η ιστορία σας;

Συνήθως ο συγγραφέας δεν επιλέγει ο ίδιος το θέμα του, έρχεται το θέμα και του χτυπάει την πόρτα. Τι κάνει κάποιον να γίνει μοναχός, αν είμαστε περήφανοι ή όχι που είμαστε Έλληνες, η μνήμη και τα παιχνίδια της, οι πρόσφυγες του Εμφυλίου, ο έρωτας κάποιων μεγάλων της Ιστορίας και της λογοτεχνίας, είναι μερικά από θέματα που κατά καιρούς επισκέφτηκαν και μένα για να γίνουν στη συνέχεια βιβλίο.

 

-Η Ιστορία, κύριε Ακρίβο, κατά πόσο επεμβαίνει ή αλλάζει την ιστορία μας;

Η Ιστορία μάς περιέχει. Δεν μπορούμε να υπάρξουμε έξω από αυτήν, ούτε να λειτουργήσουμε ερήμην της. Ο ρόλος του σημερινού συγγραφέα είναι να καταγράψει όχι μόνο τις μεγάλες ιστορικές προσωπικότητες ή τα δραματικά συμβάντα, αλλά και τη μικροϊστορία των αφανών. Όλων εκείνων που έχτισαν και συνεχίζουν να χτίζουν το μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη.

 

-Η τελευταία δεκαετία τι έχει αλλάξει στις ζωές μας;

Πρώτα απ’ όλα τον τρόπο που βλέπουμε τον εαυτό μας. Σαν μες στον ύπνο μας να περάσαμε από ένα μακάριο όνειρο σ’ έναν εφιάλτη, όπου εμείς είμαστε ταυτόχρονα και θύτες και θύματα. Προσπαθούμε να ξυπνήσουμε για να γλιτώσουμε. Αλλά και με ανοιχτά τα μάτια, ο ζόφος παραμένει. Καταλαβαίνουμε ότι πρέπει να γίνουμε λιγότερο εγωιστές, να ασκηθούμε στο να απλώνουμε το χέρι στον αδύναμο, να βάλουμε το συλλογικό καλό πάνω από το ατομικό. Λίγες φορές το κατορθώνουμε. Τις περισσότερες μας καταβροχθίζει το τέρας του καταναλωτισμού και της εγωπάθειας.

 

-Στην λογοτεχνία;

Βγήκαμε από τις συμπληγάδες της κρίσης μάλλον αλώβητοι. Θέλω να πω ότι επιβίωσαν τα καλά βιβλία και οι καλοί συγγραφείς, ενώ ξεχώρισε επιτέλους η ήρα από το στάρι. Άλλο πράγμα είναι η ροζ “λογοτεχνία” και άλλο τα βιβλία που πηγάζουν από τις εσωτερικές αγωνίες των δημιουργών τους. Ζητούμενο πάντως παραμένει το πώς να μπει καινούργιο αίμα στον χώρο των αναγνωστών. Δηλαδή πώς θα γίνει οι νέοι σε ηλικία να αγαπήσουν τη λογοτεχνία. Αλλά αυτό είναι ένα πολύ σοβαρό ζήτημα, που για αυτό πρέπει να συζητήσουν όλοι οι φορείς οι αρμόδιοι με την υπόθεση βιβλίο, με πρώτη και καλύτερη την πολιτεία, καθώς αυτή κρατάει στα χέρια της τον νευραλγικό τομέα της Εκπαίδευσης.

 

-Κύριε Ακρίβο, οι ενοχές έχουν να κάνουν με την αλήθεια μας ή με την ψυχολογία μας; Ενοχές συνήθως αισθάνεται ο ένοχος;

Ένοχος για τόσα και τόσα αμαρτήματα ήταν και ο Οιδίποδας, χωρίς ωστόσο να έχει συναίσθηση της ενοχής του. Είναι φορές που το σύνορο ανάμεσα στην αθωότητα και την ενοχή είναι μια πολύ λεπτή γραμμή. Εναπόκειται στην ψυχολογία μα και στο απόθεμα φιλαληθείας που διαθέτει κάποιος, ώστε να διαγνώσει στον εαυτό του το μερτικό της ενοχής που του αναλογεί από σφαλερές πράξεις, είτε δικές του είτε άλλων.

 

– Θυμάμαι έντονα την απάντησή σας σε μια ερώτηση του λογοτεχνικού περιοδικού Literature, που μου είχε σπαράξει την καρδιά. Απαντήσατε όσον αφορά την εικόνα του εφηβικού σας δωματίου: «Δεν υπάρχει εφηβικό δωμάτιο σ’ ένα οικοτροφείο, μονάχα κοιτώνες. Και η μουσική που ακούγεται είναι από δισκάκι 45 στροφών΄ από τη μία πλευρά, το Yellow Submarine και, απ’ την άλλη, οι Rollings Stones να βρυχώνται Paint it black.» Πώς είναι να ζεις έφηβος σε ένα οικοτροφείο;

Φιλτραρισμένες οι μνήμες μέσ’ από το κανάλι της νοσταλγίας, δίνουν μια λάμψη ωραιότητας σε εκείνα τα χρόνια. Άλλωστε, ας μην το ξεχνούμε, πρόκειται για την περίοδο της εφηβεία και, είτε έτσι είτε αλλιώς, η νιότη διεκδικεί το ομορφότερο κομμάτι στη ζωή του καθενός. Από την άλλη, όμως, το να είσαι δωδεκάχρονος, δεκαπεντάχρονος και να είσαι αναγκασμένος να ακολουθείς το σχεδόν στρατιωτικό πρόγραμμα και τους αυστηρούς κανόνες ενός οικοτροφείου, νομίζω πως δεν είναι ό,τι το καλύτερο, χωρίς όμως να παραγνωρίζονται και τα όποια θετικά της οικότροφης διαβίωσης: το φιλικό δέσιμο, η γρήγορη ενηλικίωση, η ανάγκη να στηριχτείς στα δικά σου πόδια…

 

-Αλήθεια, ένας δημιουργός οφείλει πίστη στον εαυτό του ή στην εικόνα του; Και πόσο εύκολο είναι αυτό για έναν γνωστό, δημοφιλή κι αγαπητό συγγραφέα;

Καλή η αυτεπίγνωση και ο αυτοπροσδιορισμός, αν όμως δεν ξεθαμπώσεις τον καθρέφτη που έχεις μπροστά σου και αφήνεσαι στα ψέματά του, τότε αργά ή γρήγορα θα χάσεις και τη δημοφιλία και την αγάπη του αναγνωστικού κοινού.

 

-Κάθε βιβλίο σας από άποψη φόρμας, μορφής, είναι άλλο ένα βιβλίο, ωστόσο έχετε επισημάνει στο έργο σας εμμονές γραφής;

Από τις αρκετές, ξεχωρίζω δύο. Την εμμονική μου προτίμηση να αφηγούμαι τις ιστορίες όχι γραμμικά αλλά κάνοντας κύκλους ή πηγαίνοντας μπρος πίσω στον χρόνο, μιμούμενος τη μη γραμμικότητα της ζωής, και επίσης την ανάγκη να ανακαλύψω τον εαυτό μου μέσ΄ από τους χαρακτήρες των έργων μου ώστε να μπορέσω να καταλάβω ποια είναι η πολιτισμική μου ταυτότητα, δηλαδή ποιο στασίδι μού αναλογεί στην ελληνική γλώσσα.

 

-Τι σας λένε οι συμμαθητές σας για το «Γάλα μαγνησίας»;

Συγκινούνται θυμούμενοι τον δεκαεφτάχρονο εαυτό τους και αρχίζουν πολλές συζητήσεις με τα Θυμάσαι αυτό;… Θυμάσαι εκείνο;… Αυτό άλλωστε δεν είναι και το ζητούμενο στη λογοτεχνία, η μέθεξη;

 

 

 

Δημοσιεύθηκε στον Φιλελεύθερο.

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top