Fractal

Ο χαμένος και ξανακερδισμένος παράδεισος

Γράφει η Ελένη Γκίκα //

 

«Το δάχτυλο» του Άγγελου Χαριάτη, εδκ. “Πηγή”, σελ. 209

 

to-daktilo«Όσα δεν φέρνει ο χρόνος, τα φέρνει η στιγμή. Δεν σας κατηγορώ. Δεν φταίτε. Ό,τι έγινε, έγινε. Η τύχη είναι αυτή που καθορίζει τις μικρές μας ζωές». Ατμοσφαιρικός, κοφτός, ακραίος και εκρηκτικός, υπερβολικός και υπαρξιακός, εν αταξίαις εύκτακτος ων, σε διαρκή συνομιλία με τον αναγνώστη του ο Άγγελο Χαριάτης κατορθώνει στο τρίτο βιβλίο του να υπερβεί το ανυπέρβλητο. Επινοώντας την πραγματικότητα και όντας αυτοαναφορικός να γίνει κοινωνός μιας μεγάλης κοινής αλήθειας: αυτής της απώλειας, του αναπόφευκτου και του κέρδους, τελικά, που μπορεί να προκύψει.

Ο ήρωάς του, που θα μπορούσε να ονομάζεται όπως θέλουμε επειδή είναι ο οποιοσδήποτε, στην τρυφερή ηλικία των τριών ετών θα ζήσει την μέγιστη ευλογία- κατάρα: θα μπερδέψει το σίγμα (εκείνο το σίγμα που παρ’ ότι είναι τελικό καθίσταται εντούτοις αρχικό) ανάμεσα στο λύκο και στο σκύλο και αντί να ταϊσει τον σκύλο, ο δεξιός του δείχτης θα γίνει του λύκου βορά. Το χαμένο του δάκτυλο θα γίνει το αγιάτρευτο τραύμα, και η αναζήτηση εκείνου του λύκου φονιά η βασική υπαρξιακή εμμονή.

Για να φτάσει στον στόχο του, θα δημοσιογραφεί σε οικολογικά περιοδικά  ταξιδεύοντας και σκοτώνοντας… λύκους. Θα βιώσει όλα τα στάδια, γλωσσικά (όπου η ελπίδα είναι λεπίδα), υπαρξιακά (ο άγριος υπερέχει στο γάμα για να γίνει άγιος), θα χρειαστεί να αντιμετωπίσει τους δαίμονές του, και μέσα από το πρόσωπο κάποιας Οξάνας θα αναβαπτισθεί μέσα από την αγάπη και θα γεννηθεί ξανά.

Μέσα από διπλό αφηγηματικό χρόνο, η ζωή του ήρωα κάποτε και η ζωή του στο απόλυτο παρόν, ο Χαριάτης θα αναπλάσει την ιστορία της γενιάς του: “Η γενιά μου βρίσκεται ανάμεσα στο πουθενά και στο τίποτα. Δεν έχουμε σαφή ιδεολογία, δεν έχουμε πολιτική άποψη, δεν πιστεύουμε σε κανένα Θεό. Το μόνο που κάνουμε είναι να ζούμε […] Ο πατέρας μου και η μητέρα μου είναι ένδοξα απομεινάρια της εποχής του μεσοπολέμου, τότε που οι λέξεις γενναίος, φιλότιμο, φτώχεια, καρδιά, ψυχή, παρέα, φιλία, συγγένεια είχαν την έννοια που τους αποδίδεται στα νεοελληνικά ετυμολογικά λεξικά […] Οι γονείς μού προσέφεραν τα πάντα, στο μέτρο των δυνατοτήτων τους. Εκείνα τα χρόνια δεν υπήρχαν μεγάλες προσδοκίες. Αν ήσουν φτωχός, δεν ζητούσες να γίνει μεσοαστός. Αν ήσουν μεσοαστός, δεν ζητούσες να γίνεις Ωνάσης. Και αν ήσουν Ωνάσης, δεν ζητούσε να γίνεις Ροκφέλερ. Όχι ότι σου απέκλειε κάποιος τη δυνατότητα να γίνεις. Απλά δεν ήθελες. Ήσουν ικανοποιημένος με αυτά που είχες. Το Hellas dream φτηνή απομίμηση του American dream ήρθε τη δεκαετία του ενενήντα. Τότε που σε όλους καρφώθηκε η ιδέα να γίνουν χαλίφηδες στη θέση των χαλίφηδων. Και κάπου εκεί, νομίζω ότι μας πήρε ο διάολος”.

Όμως παρά την ευφυή και ακριβή κοινωνιολογική ανάλυση, το θέμα είναι βασικά και παραμένει καθαρά υπαρξιακό. Το χαμένο του δάκτυλο που θα είναι ο χαμένος παράδεισος. Και η κοινή διαπίστωση: τον παράδεισο ή θα τον βρεις από δω και θα τον πάρεις μαζί σου ή δεν θα τον βρεις ποτέ σου και πουθενά.

Ένα κατ’ εξοχήν υπαρξιακό μυθιστόρημα για τις μικρές ελλείψεις που γίνονται το ύψιστο πλεονέκτημα. Δίχως αυτές δεν θα υπήρχε, τελικά, ούτε τέχνη, ούτε αφήγηση, ούτε η ιστορία μας, αλλά κι ούτε η ζωή.

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top