Fractal

Ο Άγγελος Χαριάτης στο Εργαστήρι του συγγραφέα

 

xariatis_cover

 

Τελειώνοντας το δεύτερο κύκλο σεμιναρίων δημιουργικής γραφής στο ΕΚΕΒΙ πίστευα ότι το πρώτο μου μυθιστόρημα θα τάραζε τα λιμνάζοντα ύδατα της νεοελληνικής λογοτεχνίας. Μετά τη συγγραφή του και διαβάζοντάς το ως αναγνώστης διαπίστωσα (μετά λύπης μου) ότι το αριστούργημα που πίστευα ότι είχα γράψει, δεν ήταν τελικά και τόσο αριστούργημα. Ούτε επρόκειτο να ταράξει τα νερά. Το μόνο νερό που θα μπορούσε να ταράξει θα ήταν της θάλασσας πετώντας το. Το άφησα το συρτάρι για αργότερα. Το αργότερα που ερχόταν κάθε χρόνο, για να φύγει και πάλι αφήνοντας την υπόσχεση να βρεθούμε ξανά την επόμενη χρονιά.

Από τότε  κύλησε πολύ νερό στο αυλάκι. Κοντά στα οκτώ χρόνια. Έγραψα και άλλες ιστορίες. Άλλες έγιναν βιβλία και άλλες όχι. Αλλά κάθε φορά επανερχόμουν στο πρώτο μου μυθιστόρημα. Στην πρώτη μου αγάπη. Δε μπορούσα να ξεχάσω την πρώτη μου αγάπη. Προσπαθούσα να το φροντίσω, να το κάνω κατά ένα τρόπο αξιοπρεπές, άξιο να διαβαστεί. Για τα πρακτικά, ήταν μια ιστορία για ένα αγόρι που αγαπούσε ένα κορίτσι. Το κορίτσι μία ήθελε, μία δεν ήθελε το αγόρι. Το κορόιδευε κατά έναν τρόπο. Έπαιζε μαζί του. Και εκείνο δεχόταν να γίνει το παιχνίδι του. Μια ιστορία με αρχή, μέση και τέλος και μέχρι εκεί. Καμία εξέλιξη, καμία ένταση, καμία εσωτερική και εξωτερική σύγκρουση, αδύναμοι χαρακτήρες, μαριονέτες.

Το 2012 ενώ είχαν εκδοθεί οι «Παράπλευρες απώλειες» σκεφτόμουν την τότε κατάσταση. Η Ελλάδα στη μέση της δίνης της κρίσης. Σκεφτόμουν την ανεργία, την απόλυση και τις συνέπειες αυτών. Ταυτόχρονα ζούσα μια ήρεμη οικογενειακή ζωή. Ήθελα να γράψω κάτι για την ανεργία. Δεκτό. Κάτι για την απόλυση. Και αυτό δεκτό. Κάτι για την οικογενειακή ζωή. Και αυτό επίσης δεκτό. Αλλά όσα σχεδιαγράμματα και αν έκανα, όσες «θέσεις» και αν δοκίμασα, όσες αναλύσεις, συμπεριφορές και πράξεις των ηρώων και αν αποτύπωσα πάνω στο χαρτί, δεν με οδηγούσαν πουθενά. Και η πρώτη μου αγάπη να ζητάει την προσοχή μου, την ετήσια επανεξέτασή της. Ένα τελειωμένο μυθιστόρημα και δύο τελειωμένα μόνο σαν ιδέα, δεν ήταν ένα καλό αποτέλεσμα.

Και ύστερα σκέφτηκα: Αν τα συνδύαζα όλα αυτά; Τρία σε ένα; Κάτι σαν από διαφήμιση-προώθηση προϊόντος; Ένας σύζυγος και μπαμπάς που οδηγείται στην ανεργία και ταυτόχρονα τον επισκέπτεται από το παρελθόν ο ανεκπλήρωτος εφηβικός έρωτας; Ναι από αυτό κάτι θα μπορούσε να βγει. Και θέση βρήκα, και δυνατούς χαρακτήρες και συγκρούσεις και ανατροπές. Και κάπως έτσι έπειτα από οκτώ μήνες καθημερινής δουλειάς προέκυψε το «Όταν ξημερώνει…» και κάπως έτσι έγινε βιβλίο τον Ιούνιο του 2016.

 

ximerwnei

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top