Fractal

Διήγημα: «Και τι θα έκανες, για πες μου…»

Της Αφροδίτης Φραγκιαδουλάκη // *

 

 

f8

 

“Θα γύριζα τους λεπτοδείκτες πίσω, πριν τον γνωρίσω. Θα ήμουν πάλι εγώ. Εγώ κι ο εαυτός μου. Κανένας άλλος. Δε θα πονούσα.”

“Όλες οι ιστορίες του κόσμου, έτσι ακριβώς αρχίζουν. Με το εγώ. Μετά εμείς. Και καταλήγουν στο εγώ. Ξανά. Ο πόνος είναι αναπόφευκτος Αγάπη. Το ήξερες. Κι αν δεν το ήξερες, τώρα το ξέρεις…”

Τώρα το ξέρω. Τη χειμωνιάτικη εκείνη Παρασκευή, προς ξημερώματα Σαββάτου, που έτρεχα να χωθώ στον τελευταίο συρμό του μετρό δεν το ήξερα. Ήμουν ξεμαλλιασμένη από τον δυνατό αέρα, τα μάγουλά μου έκαιγαν και τα ρούχα μου, τα ένιωθα βαριά, θρόιζαν εκκωφαντικά στο αδειανό βαγόνι.

Σωριάστηκα με ανακούφιση στο βελουδένιο, γαλάζιο κάθισμα. Οι τρεις τεκίλες αναδεύτηκαν επικίνδυνα στο στομάχι μου. Η υποψία ξηρών καρπών που κολυμπούσε με στιλ πεταλούδας μέσα του, δε βοηθούσε την κατάστασή μου. Είχα ξαπλώσει φαρδιά πλατιά πλάι στο παράθυρο, όταν οι συρόμενες πόρτες άνοιξαν πάλι. Ένας νέος άντρας, ούτε πολύ ψηλός ούτε πολύ κοντός, ούτε αδύνατος μα ούτε και παχύς μπήκε μέσα. Από όλα τα κενά καθίσματα διάλεξε κατευθείαν το διπλανό μου. Ανασηκώθηκα αναγκαστικά και τακτοποίησα όπως μπορούσα τα ρούχα και τον εαυτό μου.

Ο άντρας ξερόβηξε και ο ώμος του τράνταξε τον δικό μου. Το σώμα μου δονήθηκε σαν να το διαπέρασαν τριακόσια ογδόντα βολτ ηλεκτρικού ρεύματος. Το πεδίο που δημιουργήθηκε ήταν απόλυτα συμμετρικό με τα άκρα των κορμιών μας, που λειτουργούσαν σαν πηνία. Η γάμπα μου μαγνητίστηκε και άγγιξε τη δικιά του.

Χωρίς να στρέψει το βλέμμα του ακούμπησε τα δάχτυλά του στο γόνατό μου με τον πιο φυσιολογικό τρόπο της οικουμένης. Λες και ήμασταν χρόνια ζευγάρι, αυτός κι εγώ και ταξιδεύαμε ξημερώματα με το τραίνο. Ο άντρας «μου» αποκαμωμένος από τον πυρετώδη ρυθμό της μέρας που είχε προηγηθεί, έγειρε στο μπράτσο μου δίχως να χρειαστεί να με κοιτάξει. Δεν σκέφτηκα καθόλου. Τα δάχτυλά μου έσμιξαν με τα δικά του πάνω στο δέρμα

μου. Αναστέναξε. Η οσμή εκείνης της αναπνοής μου φάνηκε τόσο γνώριμη, τόσο λατρεμένη, που με δυσκολία κρατήθηκα να μην κολλήσω και το στόμα μου στα δικό του. Το σύριγμα των τροχών και η φορά που έπαιρνε κάθε τόσο το βαγόνι διευκόλυναν αφάνταστα τη σιωπηρή συνομιλία ανάμεσά μας. Μια τέτοια απότομη στροφή, μας εγκλώβισε και τους δυο στην θέση που μέχρι πρότινος καταλάμβανα μόνη μου. Αρπάχτηκα από το μηρό του. Το χέρι του, παραμέρισε χωρίς να χάσει χρόνο το χοντρό ύφασμα και γλίστρησε κάτω από τη φούστα μου. Δάγκωσα με ορμή τα χείλη μου. Τα μάτωσα. Τότε για πρώτη φορά γύρισε προς το μέρος μου και με τη γλώσσα του πιπίλισε την κόκκινη σταγόνα που κυλούσε αργά στο πιγούνι μου. Έλιωσα εκεί, στο κάθισμα… Χάθηκα…

Τα φώτα αναβόσβησαν και ένας παρατεταμένος στριγγός ήχος βούτηξε σαν λεπίδα στους ωτικούς μου πόρους. Τρύπησε το μυαλό μου. Οι νέον λάμπες εξακολουθούσαν να παίζουν ζαλιστικά παιχνίδια για κάμποσα δευτερόλεπτα όσο το τρένο ανέπτυσσε ιλιγγιώδη ταχύτητα για να ξεφύγει από ένα απρόσμενα απειλητικό σκοτάδι. Το φως σταθεροποιήθηκε. Ανοιγόκλεισα τα μάτια μου επιχειρώντας ξαφνιασμένη να βγω από τη δίνη της παραίσθησης. Κοίταξα το ρολόι μου. Οι δείκτες ήταν καρφωμένοι στην ώρα που τους άφησα την τελευταία φορά που τους είδα· την ώρα που έτρεχα σαν παλαβή να προλάβω το μετρό. Απορημένη έψαξα το χέρι του. Δεν υπήρχε. Το γόνατό μου, ξεγυμνωμένο, φάνταζε έρημο πάνω στο κάθισμα. Η γυναίκα που καθόταν δίπλα μου είχε το πρόσωπο της κολλητής μου. Ο άντρας «μου», το άλλο μου μισό, εκείνος που επικοινωνούσαμε δίχως να μιλάμε, είχε εξαφανιστεί. Δεν τον είχα ποτέ γνωρίσει.

“Ήπιες πολύ Αγάπη. Ζαλίζεσαι ακόμα;” με ρώτησε η φίλη μου.

“Ζαλίζομαι…” μουρμούρισα σαστισμένα. Ο χρόνος είχε θρυμματιστεί σε άπειρα μικροσκοπικά κομμάτια. Το ίδιο κι η καρδιά μου.

 

 

Αφροδίτη Φραγκιαδουλάκη είναι συγγραφέας, κυκλοφορεί το πρώτο της μυθιστόρημα με τίτλο «το ραντεβού», έπεται μια ερωτική νουβέλα, η «Κερασία» και μια συλλογή με μικρά ποιήματα και χαϊκού. Τη βρίσκετε στο φέισμπουκ με το όνομά της και στο τουίτερ ως @afroui.

 

 

Ετικέτες:
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top