Fractal

Ο Γύρος του κόσμου σε 80 ημέρες

Γράφει η Μάριον Χωρεάνθη //

 

gyros1

 

Ο ΓΥΡΟΣ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ ΣΕ 80 ΗΜΕΡΕΣ του Ιουλίου Βερν από το Θεατρικό Εργαστήρι του Δήμου Καλλιθέας στο Δημοτικό Θέατρο Καλλιθέας (Απρίλιος 2016) // Διασκευή-Σκηνοθεσία: Γιώργος Γαλάντης

 

Ο Γύρος του κόσμου σε 80 ημέρες δεν χρειάζεται συστάσεις: βιβλίο κοσμαγάπητο και χιλιοδιαβασμένο, πολυδιασκευασμένο για τη μικρή και τη μεγάλη οθόνη, καθώς και για το θέατρο (έχει επίσης υπάρξει ως μιούζικαλ – σε παραγωγή και κείμενο του Όρσον Ουέλς και στίχους τραγουδιών του Κόουλ Πόρτερ – και πιο πρόσφατα ως βιντεοπαιχνίδι). Πέρα απ’ την καταιγιστική δράση, τη συναρπαστική ζωντάνια και το χιούμορ του, που ακόμα και σήμερα ελκύουν αναγνώστες και θεατές παγκοσμίως, το άτυπο (εφόσον ξεφεύγει απ’ το πεδίο της επιστημονικής φαντασίας, όπου διακρίθηκε κυρίως ο συγγραφέας του) αυτό μυθιστόρημα του Ιουλίου Βερν προσφέρει και μια ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα ιστορική εικόνα των μέσων συγκοινωνίας και τρόπων ταξιδιού στα τέλη του 19ου αιώνα. Το σχεδόν αδιανόητο στοίχημα του εμβληματικού ήρωά του, Φιλέα Φογκ, με το χρόνο είναι ταυτόχρονα και στοίχημα του Βερν με την εποχή του – την κρίσιμη εκείνη καμπή όπου η Βιομηχανική Επανάσταση προετοίμαζε το έδαφος για τη ραγδαία τεχνολογική πρόοδο του 20ού αιώνα, αλλάζοντας ριζικά τον τρόπο με τον οποίο ο άνθρωπος έμελλε στο εξής να βιώνει την καθημερινότητά του.

Η μεταφορά ενός τέτοιου έργου στη σκηνή συνιστά άλλο ένα, άκρως φιλόδοξο στοίχημα. Αν τόσο οι γλαφυρές περιγραφές όσο και οι ευφυείς, καίριοι διάλογοι του πρωτοτύπου βοηθούν στη μετατροπή του σε θεατρικό κείμενο, η αδιάκοπη διαδοχή χώρων, χωρών, κόσμων και πολιτισμών που υπαινίσσεται ή/και απαιτεί παρουσιάζει κάθε άλλο παρά αμελητέες τεχνικές δυσκολίες. Στους δύσβατους καιρούς μας, άλλωστε, το κόστος της κυριολεκτικής σκηνικής απεικόνισής της και μόνο θα ήταν μάλλον απαγορευτικό.

 

Ιούλιος Βερν

Ιούλιος Βερν

 

Για τον διασκευαστή και σκηνοθέτη της πρόσφατης παρουσίασης του Γύρου του κόσμου σε 80 ημέρες στο Δημοτικό Θέατρο Καλλιθέας Γιώργο Γαλάντη (ιδρυτή της πρωτοποριακής ομάδας “Χορίκιος”, καθηγητή θεατρικής αγωγής και καλλιτεχνικό διευθυντή του Θεατρικού Εργαστηρίου του Δήμου Καλλιθέας), ωστόσο, χάρη στο καινοτόμο αμάλγαμα συμβατικών και υπερβατικών στοιχείων σκηνικής έκφρασης – είτε γνήσια θεατρικών είτε δανεισμένων από την παντομίμα, το χορό, το μιούζικαλ, ακόμα και το βαριετέ – που αποτελεί και το σήμα κατατεθέν της δουλειάς του, τα προβλήματα αυτά δεν είναι προβλήματα. Γίνονται μάλιστα η αφορμή και η ευκαιρία για να εξερευνηθούν τολμηρές εναλλακτικές λύσεις και εκδοχές. Οι κοινοί τόποι της επικοινωνίας μεταξύ έργου και θεατών επανεφευρίσκονται σε νέες βάσεις “αλληλοκατανόησης” και παιγνιώδους συνενοχής, αποδομώντας κομψά τους τύπους προκειμένου να αναδειχθεί η ουσία.

 

gyros2

 

Πιστή στο πνεύμα όπως και στο γράμμα του μυθιστορήματος, η παράσταση του Εργαστηρίου συμπυκνώνει μια χορταστική ιστορία διακοσίων πενήντα σελίδων σε ένα συναπτό δίωρο, χωρίς “βολικές” εκπτώσεις ούτε “αναγκαίες” θυσίες. Απ’ τη στιγμή που ο “ζωντανός πίνακας” της έναρξης μπαίνει σε κίνηση σαν κουρδισμένος από αόρατο χέρι, ο σκηνικός χρόνος συναιρείται ακολουθώντας ένα αδιάλειπτο τέμπο – ένα είδος εσωτερικού μετρονόμου συντονισμένου με το άτεγκτο χρονόμετρο του Φογκ. Συχνά η δράση χωρίζεται σε παράλληλες λωρίδες, που πότε αλληλεπιδρούν και πότε επιτρέπουν σε πολλαπλές γραμμές πλοκής να εκτυλίσσονται συγχρόνως ή σε αντίστιξη (τέχνασμα κινηματογραφικό, το οποίο εδώ λειτουργεί άψογα ως σκηνικό εύρημα), ενώ αφηγηματικά τμήματα του πρωτότυπου κειμένου εκφωνούνται από ένα “ομιλούν κάδρο” στο βάθος της σκηνής. Το περιβάλλον, στατικό ή μη, διαρρυθμίζεται επί τόπου και δηλώνεται με τα απολύτως απαραίτητα αντικείμενα, ορισμένες ειδικές κατασκευές (ο “ελέφαντας” είναι μια πολύ χαριτωμένη νότα) και τις μεταβολές των φωτισμών – όχι σπάνια όμως και από τους ίδιους τους ηθοποιούς, που τραγουδούν, χορεύουν, παίζουν ζωντανά μουσική και μεταδίδουν τη μαγεία της ταξιδιωτικής περιπέτειας μιμούμενοι τους ήχους και την κίνηση τρένων, πλοίων και αμαξιών.

Αξιοπρόσεκτη είναι η σημειολογία των ονομάτων και των συστατικών προσωπικότητας που επέλεξε ο Βερν για τους πρωταγωνιστές του έργου του, διακωμωδώντας καλοπροαίρετα τις στερεοτυπικές αντιλήψεις για την εθνικότητα του καθενός τους. Ο Άγγλος τζέντλεμαν Φογκ (“ομίχλη”) είναι άκρως φλεγματικός και προβλέψιμος, προσκολλημένος στις συνήθειές του σε βαθμό ψυχαναγκαστικής διαταραχής. Στον αντίποδά του, ο νεοαποκτηθείς Γάλλος υπηρέτης του με το εύγλωττο – και εύλογο – παρατσούκλι “Πασπαρτού” είναι υπερκινητικός και υπερδραστήριος, “χύμα” στη συμπεριφορά αλλά καλόψυχος και αφοσιωμένος. Ο δαιμόνιος αστυνομικός της Σκότλαντ Γιαρντ, Φιξ (“προσηλωμένος/εμμονικός”), πάλι, ο οποίος έχει βαλθεί με υπερβάλλοντα ζήλο να χρεώσει εγκληματικά κίνητρα στον Φογκ, παρακολουθεί διαρκώς από το παρασκήνιο σαν “επίθημα” του κάθε στιγμιοτύπου, ενώ η αιθέρια, ευγενής στην καταγωγή και στους τρόπους Ινδή Άουντα (όνομα γερμανικής – όχι ινδικής – προέλευσης, σημαίνει “πλούτος” ή “αρμονία”) υποβάλλει με την καρτερική ηρεμία της μια ευπρόσδεκτη λείανση εντάσεων και αντιθέσεων. Οι Νικήτας Δημητρόπουλος, Κώστας Τσούκας, Αντώνης Νίτης και Δήμητρα Πανταζή ενσαρκώνουν τα αντίστοιχα πρόσωπα με εξαιρετική πειστικότητα και μεταδοτικό κέφι, πλαισιωμένοι από τα υπόλοιπα μέλη του Εργαστηρίου (Αθηνά Ασημάκη, Αλέξη Γεωργόπουλο, Νία Γεωργοπούλου, Μάρθα Δρίβα, Ειρήνη Δρόσου, Ιουλία Καστρίτση, Εύα Κουντουρά, Γιώργο Κυριαζή, Νατάσα Κυριακοπούλου, Νίκο Λιβανό, Άρη Μανιάτη, Κυριάκο Οικονόμου, Δημήτρη Νομικό, Βαγγέλη Σμυρναίο και Κώστα Φουστέρη) που αξιοποιούνται τόσο εμφανισιακά όσο και χαρακτηρολογικά σε πλειάδα ρόλων.

 

gyros3

 

Οι μουσικές επιλογές του Γιώργου Γαλάντη μαζί με την πρωτότυπη επένδυση από τον Γιώργο Μισετζή συνοδεύουν και ενίοτε σχολιάζουν τα δρώμενα, ενώ ακούγονται και τραγούδια ερμηνευμένα από τη Μαρία Καλαγκιά, τον Δημήτρη Νομικό και τον ίδιο τον Γιώργο Γαλάντη. Οι φωτισμοί (Μιχάλης Μιχαλόπουλος) και οι κατασκευές (Αντώνης Νίτης και Κώστας Τσούκας) επισφραγίζουν την ατμόσφαιρα παραμυθιού και τη διάθεση παιχνιδιού που διέπουν το σύνολο της παράστασης, παρακινώντας μας να επιστρατεύσουμε την “παιδική” μας ευρηματικότητα ώστε να (ανα)συνθέσουμε νοερά ό,τι δεν βλέπουμε άμεσα ή ως υλική παρουσία στη σκηνή. Γιατί σε τελική ανάλυση, ο Γύρος του κόσμου είναι αυτό ακριβώς – ένα παιχνίδι το οποίο καλούμαστε κι εμείς να παίξουμε ως αναγνώστες ή θεατές, ένα στοίχημα του πραγματιστή και “βολεμένου” ενήλικου εαυτού μας με το περίεργο, ευφάνταστο παιδί και τον παράτολμο έφηβο που πάντα θα κρύβουμε μέσα μας.

 

Οι φωτογραφίες από την παράσταση είναι της Βερίνας Χωρεάνθη.

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top