Fractal

Τρία ποιήματα

Του Πέτρου Καζακίδη // *

 

 

 

Το Αιγαίο (ο δρόμος του Ήλιου, περικοπή 1η)

 

Γέμισαν ψαροπούλια οι σταυροί απ’ τα ξωκλήσια.
Πάνω τους προσκυνούν το λευκό τ’ Αγίου
και το Γαλάζιο του ορίζοντα.

Κι η θάλασσα
του Γραίγου, του Γαρμπή και του Μαϊστρου
λουλούδι του Αιολικού Θεού
σαν γέρνει σ’ Ουρανό τα γαλανά τα πέταλά,
πάντα θα του φιλά το μέτωπο, να τον τιμήσει
που σμίξανε.

Κι ο Ήλιος,
της Χρυσοποίκιλτης Ανατολής ο Γιος,
σαν κάθε Μέρα θα διαβαίνει το ποτάμι της Δημιουργίας
από Εκεί,
απ’ το Αιγαίο.
Θα συναντά ζευγάρια Θεών ενωμένα
να γιορτάζουν για την τόση Ομορφιά που φτιάξαν
και θα τους στεφανώνει με την Ελλάδα.

 

 

Το Αιγαίο (Οι άνθρωποι, περικοπή 2η)

 

Πήραν τα θυμητάρια της Παναγιάς για φυλαχτά
κι ανοίχτηκαν,
κάναν τάματα στα κύματα να’ ναι καλή η ψαριά
και την Αγία στο τιμόνι βοηθό τους βάλαν.

Δυο δελφίνια που τους χαμογέλασαν κι απάντηση δεν πήραν
τους ακολούθησαν παρεξηγημένα,
μα εκείνοι το μυαλό τους στη φαμίλια και τα δίχτυα
με τη Αγία στο τιμόνι Αρχόντισσα κι Ελπίδα.

Όλη τη μέρα τους πύρωνε Εκείνος ο πυρσός,
κι έλιωνε στο μελανό η σάρκα η ψημένη,
αλμύρα, ήλιο κι αφρό της σκισμένης θάλασσας
στου ακρόπρωρου, της Γοργόνας το μαχαίρι.

Από πάνω τους ο Χρυσός
φχαριστιόταν που τα κορμιά τους ίδρωνε
όρτσα, εκείνοι επίθεση στις Τραμουντάνες,
ώσπου ποτίστηκε μόχθο η κουπαστή και βάρυνε η γάστρα

Κι ήρθε μετά τ’ απόβραδο
και ρόδισε το κατάστρωμα χρωμάτων αρχοντιά
στολίσματα πορφυρογέννητα, μαβιά και γαλανά
τα δίχτυα τους βλογούσαν.

Άρχισαν πάλι το τραγούδι το ναυτικό
το φτιαγμένο από των Γοργογέννητων το στόμα.
Για καλή Τύχη, άναψαν τα φανάρια
έκαναν το Σταυρό τους κι άρχισανε ν’ απλώνουν

Σαν το πρωί πάτησαν στεριά
φίλησαν τα φυλαχτά και με γυμνά τα πόδια
ανηφόρισαν τη Σκάλα
κι αφέθηκαν στην αγαπημένη αλμύρα που ασήμιζ’ επάνω τους,
ασήμιζε και τη ζωή τους.

 

 

Το Αιγαίο (Στο Νησί, περικοπή 3η)

 

Στο λουλακί το τρούλο

καθισμένο τ’ αηδονάκι,

συναγώνισμα του Όρθρου το χαρωπό του το κελάηδισμα

κι από πάνω η καμπάνα.

 

Χύθηκ’ η Θεία η Λαλία

κι άνοιξαν τα πλατύγελα

τα παραθύρια του Γιαλού

κι όρμησ’ η Αύρα στα νοικοκυριά.

 

Αντήχησαν σιμά οι ζευγμένες

με τον ασβέστη πέτρες

στο ροβολητό τους για την εκκλησιά,

κατάνυξη μαζί και πίστη.

 

Κι ύστερα και μέχρι το μεσημέρι

γέμισ’ η ακρογιαλιά χαρές, βουτιές και παιχνιδίσματα

διάπλατα στην άμμο, στις αρμυρήθρες των κατάγερων βράχων

και στις σπηλιές του Ακρωτηριού που ζουν μαζί Νύφες και Άνθρωποι.

 

Κι όσοι σ’ απάνω πήδηξαν αγκάθια και ασφάκες

ποιος πρώτος θα ανάψει το κερί στο ακροκκλήσι

και γέμισαν τα πόδια τους ξερό Αιγαιοπελαγίτικο χώμα

μάλωσαν με γλάρους και μαυροπετρίτηδες.

 

Μα σαν φθάσαν σύρθηκαν ασθμαίνοντας στης ξερολιθιάς τη πεζούλα

άνοιξαν τα στήθη και στις Όστριες παρέδωσαν.

Σαν να είδαν τότ’ εκεί στις κορυφές των Κυριακάτικων σπιτιών

που φούρνιζαν ψωμί και ευτυχία

την Ελλάδα να τραγουδά το τραγούδι του Πελάγου.

 

[Τρία ποιήματα από τη συλλογή «Αιγαίο»]

 

 

* Ο Πέτρος Καζακίδης γεννήθηκε στη Καβάλα στις 18/10/1964, σπούδασε Παιδαγωγικά στη ΖΠΑ Αλεξανδρούπολης και Νομικά στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Εργάζεται ως δικηγόρος στη πόλη της Καβάλας και ασχολείται με τη λογοτεχνία, τη μελέτη ιστορικών σπουδών και τη μουσική.  Μουσικά του έργα έχουν παρουσιαστεί σε θεατρικές παραστάσεις και τοπικές συναυλίες.

 

 

 

Ετικέτες:
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top