Fractal

Τρία ποιήματα

Της Ελένης Μανιωράκη // *

 

 

 

 

ΓΕΡΟΝΤΙΚΟΣ ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ

 

-Θα το σπάσω του τηλέφωνου το στόμα,

δεν γελά, δεν ανασαίνει, δε φιλά,

λίγα χρόνια που μου μείνανε ακόμα

θέλω λόγια από χείλη αληθινά

 

-Δεν τα θέλω τα αέρινα τα λόγια

δε χορταίνουν δε ζεσταίνουν την καρδιά,

προτιμώ να μου μιλούν χείλη και μάτια,

τέτοια λόγια έχουν αγάπης ευωδιά

 

-Πώς περάσανε τα ανθρώπινα τα χρόνια!

που ψιθύριζαν τα χείλη «σ’ αγαπώ»

και συνήγοροι τα μάτια εμελώναν

της αγάπης τον ερωτικό σκοπό

 

-Τώρα λόγια και φιλιά ως και τα χάδια

ανταλλάσσονται εν μέσω συσκευών,

χέρια, χείλη, μάτια, στόμα καταργούνται

στο ανόητο παιχνίδι των βουβών.

 

-Ξεψυχήσανε οι ζωντανές κουβέντες

«Το αντίο» «το μου λείπεις» «τις ευχές»

στο email έτσι απλά τα αναθέτουν.

«καραγκιόζηδες εμείς κι αυτό ο μπερντές».

 

-Τι θα θέλω τα πτυχία και τους τίτλους

για αναλφάβητος κι αγράμματος περνώ

της καινούριας εποχής να εννοήσω

τα επιτεύγματα δε γίνεται ΓΕΡΝΩΩΩΩΩ!.

 

Η γριά συντρόφισσα του που στον πόνο

τόσα χρόνια ήταν δίπλα του εσαεί

στο αυτί το κουφαμένο του φωνάζει

πως «γηράσκω διδασκόμενη αεί»

 

Παίρνει τότε τον παππού χέρι, χεράκι,

να του μάθει τα νέα κόλπα των καιρών,

πώς με email να ζητήσει μία θέση

στον παράδεισο των ορατών θεών

 

Τα λιπόσαρκα της δάχτυλα απλώνει

στου κομπιούτερ τον παγκόσμιο ιστό

κι ο παππούς διαβάζει τότε στην οθόνη

«γέρο -μάγκα μου ακόμη σ’ αγαπώ.

 

 

ΑΝΑΣΤΡΟΦΗ ΡΟΛΩΝ

 

-Μην κρεμιέσαι από τα κάγκελα θα πέσεις.

Μη λερώνεις με τα πόδια το χαλί.

Μην πειράζεις τα συρτάρια μου σου είπα.

Μες τα πόδια μην είσαι, θα ’ρθει η φίλη μου η Λιλή

 

-Μην αγγίζεις με τα χέρια σου τους τοίχους.

Μην αφήσεις μεσ’ το πιάτο φαγητό.

Μη μιλάς με ενοχλείς και έχω νεύρα.

Μη ρωτάς γιατί το πότε και το πώς.

 

Σέρνει η γριά τα γερασμένα της τα πόδια

στο δωμάτιο κουβαλά την μοναξιά της

και θυμάται χρόνια πριν, ίσως πενήντα

αυτά τα ‘λεγε εκείνη στα παιδιά της.

 

Μα αυτή έντυνε τα «όχι» της μ’ αγάπη

και τα «μη» αυτά που πετούσε στα παιδιά της

τα πασπάλιζε μ’ ολόγλυκο σιρόπι

αρμεγμένο απ’ τις ρόγες της καρδιάς της .

 

Τώρα τα «όχι» και τα «μη» ηχούν μαστίγια

στης γερόντισσας τα αυτιά τα κουφαμένα

κι ούτε μια σταλιά δεν κρύβουν τρυφεράδα,

τα χαμόγελα κι αυτά αφανισμένα.

 

Κι είχε κάποτε αγκαλιά μεγάλη η μάνα

που χωρούσε και τα πέντε τα παιδιά της

τώρα πέντε αγκαλιές και δε χωράνε

να στεγάσει η γριά τα γερατειά της.

 

 

ΑΣ ΣΥΣΤΗΘΟΥΜΕ

 

-Τον σκύλο μας Ερμή τον ονομάσαμε,

την γάτα την χαδιάρα Ερμιόνη,

τον παπαγάλο μας τον φλύαρο Διόνυσο

και την αργή χελώνα Αντιγόνη.

 

– «Χαίρω πολύ» τι όμορφα ονόματα!

φερμένα λες απ’ τον καιρό τ’ Ορφέα,

σίγουρα της δικής σου οικογένειας

τα ονόματα θα είναι εξίσου ωραία.

 

– Ναι τον πατέρα Νώντα τον φωνάζουμε

και την μαμά χαϊδευτικά Μπιλίτσα,

την αδερφή μου Ραφαέλα, Λάζαρο

τον αδερφούλη μου που είναι μια σταλίτσα.

 

– Απίστευτο αυτό που συμβαίνει φίλη μου

τα αρχαιόφωνα ονόματα τα γνήσια

στα ζώα σας με ασκεψία δώσατε

και στολιστήκατε εσείς με τα γατίσια.

 

-Σε Νώντα τον Επαμεινώντα τρέψατε

Μπιλίτσα είπατε την Πηνελόπη

ονόματα που είχανε οι Έλληνες

τότε που ήτανε σε όλα πρώτοι

 

-Αριστοτέλης, Ηρακλής, Αλέξανδρος,

Μίνωας, Αριάδνη και Μυρσίνη,

δώσετε στα παιδιά σας τέτοιο όνομα

που γεύση ελληνική στα χείλη αφήνει

 

Ποιος τη συσκότιση στο νου μας έφερε,

ποιος λεηλάτησε την άγια σκέψη,

την άλωση μας πώς επιτρέψαμε

κι η λήθη αφήσαμε καρπούς να θρέψει.

 

Φωνή ξεχύνεται απ’ τ’ Ολύμπια δώματα,

φωνή τ’ απώτερου μας παρελθόντος

«με φως ελληνικό λουστείτε Έλληνες»

για να μη γίνει αυτή η φωνή «ΦΩΝΗ ΒΟΩΝΤΟΣ».

 

 

* Η Ελένη Μανιωράκη είναι δασκάλα.

 

 

Ετικέτες:
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top