Fractal

13 Oκτωβρίου – Τάσσος

Επιμέλεια: Δήμητρα Ντζαδήμα //

Ο Τάσσος (πραγματικό όνομα Αναστάσιος Αλεβίζος) που έφυγε σαν σήμερα το 1985, ήταν ένας από τους πιο εμβληματικούς χαράκτες της νεοελληνικής καλλιτεχνικής δημιουργίας που εξιστορεί με το έργο του την νεοελληνική περιπέτεια στα πιο κρίσιμα χρόνια του περασμένου αιώνα. Τα έργα του χαρακτηρίζονται από την τεχνική αρτιότητά τους και την συγκινησιακή — τρυφερή αλλά και δωρική — απόδοση της μορφής των απλών ανθρώπων του μόχθου και του πόνου.

 

Το 1930, σε ηλικία δεκαέξι ετών, έγινε δεκτός στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας. Εκεί παρακολούθησε μαθήματα γλυπτικής και ζωγραφικής στα εργαστήρια του Θ. Θωμόπουλου, του Ουμβ. Αργυρού και του Κ. Παρθένη.Μετά την αποφοίτησή του παρακολουθεί μαθήματα χαρακτικής δίπλα στο Γιάννη Κεφαλληνό (εκεί συνδέεται φιλικά με τους Γιάννη Μόραλη, Γιάννη Τσαρούχη, Χρήστο Καπράλο και Νίκο Εγγονόπουλο), αλλά και στο εξωτερικό, στη Γαλλία και την Ιταλία.

Το ταλέντο του στην χαρακτική αναγνωρίστηκε πολύ γρήγορα· στην Πανελλήνια Έκθεση του 1938 έλαβε το Βραβείο Χαρακτικής και δύο χρόνια αργότερα (1940) τιμήθηκε με το Κρατικό Βραβείο Χαρακτικής.

Από το 1930 είχε ενταχθεί στο ΚΚΕ, αρχικά στην νεολαία του κόμματος (ΟΚΝΕ) και αργότερα ως πλήρες μέλος. Με την κήρυξη του Ελληνοϊταλικού Πολέμου το 1940, ο Τάσσος και πολλοί άλλοι μαθητές του Γ. Κεφαλληνού φιλοτέχνησαν προπαγανδιστικές αφίσες για την εμψύχωση του ελληνικού λαού. Στα χρόνια της Κατοχής, εντάχθηκε στην ΕΠΟΝ και στο ΕΑΜ Καλλιτεχνών, για να συνεχίσει την (παράνομη πλέον) δημιουργία προπαγανδιστικού υλικού κατά των κατακτητών. Μετά την απελευθέρωση, άρχισε να ασχολείται και με άλλα θέματα πέρα από τα επικά του πολέμου, όπως γυμνά, νεκρές φύσεις και πορτρέτα, ενώ ταυτοχρόνως άρχισε να χρησιμοποιεί και χρώμα στις ξυλογραφίες του.Είχε επίσης μια ιδιαίτερη αγάπη για το βιβλίο και τις γραφικές τέχνες

Ο καλλιτέχνης δημιουργεί τη δική του ιδιαίτερη γραφή στη δεκαετία 1955-65. Αφού ολοκληρώνει την ενότητα με τις περισσότερο περιγραφικές και γεμάτες ρυθμό έγχρωμες συνθέσεις της περιόδου 1953-1960 υιοθετεί σταδιακά τις δυναμικές, λιτές ασπρόμαυρες μορφές και προχωράει σε συνθέσεις όπου αφαιρείται κάθε στοιχείο μη απαραίτητο. Είναι έργα που μεταμορφώνουν πρόσωπα της καθημερινότητας σε προσωπικούς του ήρωες (1960-1966).Οι μορφές αυτών των ηρώων διατηρούν την ίδια ηρεμία, στωικότητα και δύναμη και μετά το 1967 μεταμορφώνονται σε αποφασισμένους μαχητές και σύγχρονους αθέατους μάρτυρες, που πρωτοστατούν ή συνθλίβονται από τη βιαιότητα της σύγχρονης ιστορίας.

Συνέχισε να εργάζεται σκληρά μέχρι τις τελευταίες ημέρες της ζωής του. Πέθανε, αφήνοντας ημιτελή μία σειρά οκτώ συνθέσεων στο Δημαρχείο του Βόλου. Το 1987, η Εθνική Πινακοθήκη τον τίμησε με μία δεύτερη μεγάλη αναδρομική έκθεση έργων του.

 

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top