Fractal

Ελλάς Ελλήνων μετονομασθέντων δρόμων και πλατειών

Του Βασίλη Δαλκαβούκη // *

 

IMAG0046Το ζήτημα της ονομασίας ή της μετονομασίας ενός δρόμου δεν είναι συνήθως μια αυτονόητη υπόθεση. Συνιστά ένα προνομιακό πεδίο σήμανσης του δημόσιου χώρου, με αποτέλεσμα να προβάλλονται πρότυπα συμπεριφοράς , που εναρμονίζονται με τις εκάστοτε εθνικές, πολιτικές ή άλλες επιδιώξεις των διαχειριστών της εξουσίας, κεντρικής ή τοπικής. Επομένως, η μελέτη των οδωνυμίων, από τη σκοπιά είτε της σύγχρονης ιστορίας είτε της κοινωνικής ανθρωπολογίας, μπορεί να μας δώσει πολύτιμες πληροφορίες για τη μετεξέλιξη των προτύπων αυτών, αλλά και για τον ανταγωνισμό των φορέων εξουσίας , που διαχειρίζονται το δημόσιο χώρο των σύγχρονων πόλεων.

 

Θα πρέπει, ωστόσο, να επισημανθεί ότι το σχετικό αρχειακό υλικό είναι σε γενικές γραμμές περιορισμένο. Πολλοί από τους Δήμους στους οποίους υποβάλλεται αίτημα για τη χρήση του υλικού αυτού αρνούνται -περισσότερο ή λιγότερο ευγενικά- να το παραχωρήσουν, ενώ σε άλλους Δήμους το υλικό αυτό είναι εξαιρετικά περιορισμένο και πρόσφατο. Τέλος, σε άλλους το αρχείο ονοματοθεσίας ξεκινά από τη δεκαετία του 1960 με την επισήμανση μάλιστα, σε ορισμένες περιπτώσεις, της καταστροφής του παλαιότερου υλικού από τις δυνάμεις Κατοχής. Υπάρχουν, ωστόσο, και κάπως πληρέστερα αρχεία σε ορισμένους Δήμους, που ξεκινούν από τη δεκαετία του 1930, αν και όχι πλήρη.

Το παράδειγμα της Βέροιας

Η περίοδος της Χούντας σηματοδότησε, για τις πόλεις της ελληνικής περιφέρειας τουλάχιστον, μια τεράστια ανάπτυξη της οικοδομικής δραστηριότητας. Αυτό προκάλεσε, όπως ήταν φυσικό, μια επείγουσα ανάγκη ονοματοθεσίας των νέων δρόμων ,που προέκυψαν από τη διαδικασία αυτή. Στη Βέροια, για παράδειγμα, το 1971 ονοματοθετούνται συνολικά 109 ανώνυμες οδοί της πόλης. Πρόκειται για το μεγαλύτερο έγγραφο ονοματοθεσίας ως τη στιγμή αυτή, με δεδομένο ότι σ’ ολόκληρη την περίοδο (1967-1974) ονομάζονται 111 ανώνυμες οδοί και μετονομάζεται μόλις μία (οι ενοποιημένες πλέον Κολοκοτρώνη και Μ. Μπότσαρη σε Μ. Μπότσαρη), ενώ συνολικά τα οδωνυμία της πόλης δεν ξεπερνούν -σήμερα- τα 500! Η πλειονότητα των οδωνυμίων αυτών προήλθε κατά μείζονα λόγο από την αρχαιότητα και δευτερευόντως από τους εθνικούς αγώνες της νεότερης και σύγχρονης εποχής. Έτσι , η Βέροια μετασχηματίστηκε ουσιαστικά σε μια «αρχαιόπληκτη» πόλη (το 40% του συνολικού αριθμού των οδωνυμίων της αφορά την αρχαιότητα, πράγμα που σημαίνει ότι η ίδια πρακτική ακολουθήθηκε και στη συνέχεια), σε αντίθεση με τον υστεροβυζαντινή και μεταβυζαντινή φυσιογνωμία της πόλης, με γνώμονα τα μνημεία της.

Δεν άρεσε ο Οιδίποδας και τη θέση κατέλαβε η Αγία Αικατερίνη

Δεν άρεσε ο Οιδίποδας και τη θέση κατέλαβε η Αγία Αικατερίνη

Στα αξιοσημείωτα συμβάντα της περιόδου αυτής θα πρέπει να εντάξουμε και την απόπειρα μετονομασίας της οδού Μ. Μπότσαρη σε οδό 21ης Απριλίου από το διορισμένο Δημοτικό Συμβούλιο της Χούντας τον Οκτώβριο του 1967. Η απόφαση ωστόσο δεν εγκρίθηκε από το τότε Υπουργείο Εσωτερικών, αφού «το όνομα της λεωφόρου είναι ιστορικό και επιβάλλεται να διατηρηθεί». Στην προτροπή του Υπουργείου να δοθεί το όνομα της «21ης Απριλίου» σε άλλη οδό, το Δημοτικό Συμβούλιο ,τελικά, κώφευσε, αφού τέτοιο όνομα δε δόθηκε ποτέ σε οδό της πόλης.
Ανάλογη πρακτική φαίνεται ότι ακολουθήθηκε και στο Δήμο Καρδίτσας, αφού από τις δύο αποφάσεις που διαθέτουμε από την περίοδο της χούντας με τις οποίες ονομάζονται ή μετονομάζονται συνολικά 104 οδοί της πόλης , παρατηρείται απουσία του οδωνυμίου της «21ης Απριλίου». Στο Δήμο Συκεών Θεσσαλονίκης, αντίθετα, αυτό συνέβη το 1968 με τη μετονομασία της οδού Καυκάσου. Η κατάρρευση, πάντως, της Χούντας το καλοκαίρι του 1974 και η επαναφορά του κοινοβουλευτισμού στην Ελλάδα έδωσαν το έναυσμα σε πολλά από τα δημοτικά συμβούλια της περιφέρειας να προχωρήσουν σε μια άμεση «αποχουντοποίηση» των οδωνυμίων των πόλεών τους. Έτσι, και στο Δήμο Συκεών, ήδη από τον Αύγουστο του 1974, η διαταραχή αποκαταστάθηκε από το υπηρεσιακό Δημοτικό Συμβούλιο, που διαδέχτηκε το διορισμένο από τη Χούντα, με την επαναφορά του αρχικού οδωνυμίου στο δρόμο.

Από τον Παναγούλη στο Λαμπράκη

Ωστόσο, αυτή η αμυντική πρακτική, σε ορισμένες τουλάχιστον περιπτώσεις δημοτικών συμβουλίων δε στάθηκε αρκετή. Έτσι, τόσο στο Δήμο της Καρδίτσας όσο και στο Δήμο της Βέροιας τα -εκλεγμένα πλέον στις διπλές Δημοτικές Εκλογές του 1975 (30 Μαρτίου και 7 Απριλίου)- δημοτικά συμβούλια προχώρησαν κατά πλειοψηφία σε αποφάσεις , που φαίνεται να στοιχειοθετούν στα πρώτα ήδη βήματα της Μεταπολίτευσης το αίτημα μιας άλλης κοινότητας μνήμης να διαμορφώσει συμβολικά το δημόσιο χώρο. Στην απόφαση αρ. 403/10-11-1975 του δημοτικού συμβουλίου του Δήμου Καρδίτσας, για παράδειγμα, διαβάζουμε:
«Εγκρίνει την μετονομασίαν διαφόρων οδών και πλατειών της πόλεως διά των κάτωθι ονομασιών ήτοι:

1) Την πλατείαν Βαρουσίου εις πλατεία Εθνικής Αντιστάσεως. Ο Δήμος θεωρεί απαραίτητον να τιμήση την Εθνικήν Αντίστασιν του Ελληνικού λαού κατά των κατακτητών καθ’ όσον αύτη υπήρξεν καθολική και έτυχε της ομοφώνου αναγνωρίσεως εκ μέρους του λαού. Επίσης πρέπει να τιμηθούν και οι επώνυμοι και ανώνυμοι νεκροί της Εθνικής Αντιστάσεως και όλοι όσοι υπέστησαν μαρτύρια σε στρατόπεδα και φυλακές των τυράννων. Η Εθνική Αντίστασις ανεξάρτητα από τα πολιτικά φρονήματα των μετασχόντων αυτής αποτελεί ορόσιμον εις την ιστορίαν της χώρας και συνέβαλεν αποφασιστικά στο να επαναστήση η Πατρίδα μας την ελευθερίαν της.
2) της οδού Κωλέττη εις οδόν Ηρώων Πολυτεχνείου. Ελάχιστον φόρον τιμής του Δήμου προς τα νιάτα της Ελλάδος που αγωνίστηκαν και έχυσαν το αίμα των διά την ανατροπή του λαομίσητου δικτατορικού καθεστώτος αποτελεί η μετονομασία της οδού Κωλέττη σε Ηρώων Πολυτεχνείου [.] είναι γνωστό σε όλους ότι, αν δεν υπήρχε, Πολυτεχνείον δεν θα αναπνέομεν σήμερα τον αέρα της Ελευθερίας και της Δημοκρατίας [.] οι Ηρωικοί νεκροί του Πολυτεχνείου πότισαν με το αίμα τους το δένδρο της Ελευθερίας και καταξιώθηκαν στη συνείδηση του Ελληνικού Λαού.
3) Την οδό Λαρίσσης από Δ. Εμμανουήλ μέχρι τέρματος εις Λεωφόρον Δημοκρατίας. Επί τη συμπληρώσει έτους από της Πανηγυρικής εγκαθιδρύσεως της Αβασιλεύτου Δημοκρατίας στη χώρα μας μετά από άψογον, δημοψήφισμα κατά το οποίο ο Ελληνικός Λαός με συντριπτική πλειοψηφία κατήργησε την μοναρχία, πέραν αυτού θεωρεί ότι η Δημοκρατία δεν είναι μόνο πολίτευμα αλλά τρόπος ζωής του ανθρώπου, ενέχει δε ιδιαίτερη σημασία η προβολή της ώστε να γίνη βίωμα και συνείδηση όλων των Ελλήνων.
4) Την οδόν Π. Βούλγαρη εις οδόν Γεωργίου Παπανδρέου. Όπως [είναι] γνωστόν ο Γεώργιος Παπανδρέου υπήρξεν άξιος ηγέτης της Δημοκρατίας και προσέφερεν ύψιστες υπηρεσίας στη χώρα ιδιαίτερα δε κατά την περίοδο της δικτατορίας υπήρξε ο λαϊκός ηγέτης που ενέπνευσε το λαό, ο δε θάνατός του και η κηδεία του υπήρξεν η πρώτη σημαντική αντιστασιακή κίνηση κατά των δικτατόρων. Ακόμη και το μνημόσυνό του το Νοέμβριο του 1973 ήταν ο προάγγελος του Πολυτεχνείου που μας οδήγησε στην απελευθέρωση της χώρας και στην εγκαθίδρυση Δημοκρατίας (…)»

οδος 2Στο αμέσως επόμενο έγγραφο του αρχείου ονοματοθεσίας του Δήμου Καρδίτσας (αρ. απ. 178/ 31-5-1976) διαβάζουμε επίσης στο ίδιο μήκος κύματος:
«Εγκρίνει την μετονομασίαν της οδού Ρούφου εις οδόν Αλεξάνδρου Παναγούλη διότι θεωρεί υψίστας τας υπηρεσίας τας οποίας προσέφερε ούτος στον αγώνα υπέρ της Ελευθερίας και της δημοκρατίας κατά την διάρκειαν της επταετούς τυραννίας αγωνισθείς δι’ όλην (sic) [όλων] των μέσων διά την ανατροπήν της και υποστάς πλείστα βασανιστήρια και κακοποιήσεις αναδειχθείς εις Ήρωα της αντίστασης. Επίσης διά τους αγώνας του ως Βουλευτού διά την εδραίωσιν της δημοκρατίας και την κάθαρσιν του δημοσίου βίου».

Από τις παραπάνω μετονομασίες των δύο αποφάσεων δεν εγκρίθηκε, όπως ήταν αναμενόμενο, από τη Νομαρχία -που διαδέχτηκε με τη Μεταπολίτευση το Υπουργείο Εσωτερικών ως επιβλέπουσα αρχή- καμία. Το δημοτικό συμβούλιο, πάντως, επανήλθε με την απόφαση 153 / 9-6-1982, με μερικές ωστόσο αλλαγές: αντί να λάβει το όνομα του Γεωργίου Παπανδρέου, η οδός Βούλγαρη μετονομάζεται σε οδό Ειρήνης, και η οδός Ρούφου, αντί να λάβει το όνομα του Αλέξανδρου Παναγούλη, μετονομάζεται σε Γρηγορίου Λαμπράκη. Για μια ακόμη φορά, όμως, η Νομαρχία αρνήθηκε να επικυρώσει την απόφαση, παρόλο που επρόκειτο για εισήγηση της αρμόδιας επιτροπής του Δήμου , που είχε στο μεταξύ θεσμοθετηθεί. Για το λόγο αυτό το δημοτικό συμβούλιο του Δήμου Καρδίτσας επανέρχεται εκ νέου με την απόφαση 225 / 15-9-1982, που ελήφθη και πάλι κατά πλειοψηφία, να επιβεβαιώσει την προηγούμενή της απόφαση. Στο πρακτικό της συζήτησης του δημοτικού συμβουλίου διαβάζουμε:
«Όπως ήδη σε προηγούμενη συνεδρίαση του σώματος σας ανακοίνωσα, η Νομαρχία (…) ακύρωσε την απόφασή μας αυτή, γιατί όπως αναφέρει δεν αναπτύχθηκαν λεπτομερώς οι εξαιρετικοί λόγοι που να δικαιολογούν τις μετονομασίες, ώστε τότε και μόνο να κριθεί αν πράγματι είναι αξιόλογοι οι λόγοι για να εγκριθούν οι μετονομασίες αυτές!! Όπως αντιλαμβάνεστε, η γραφειοκρατία σε όλο της το μεγαλείο και οι διακηρύξεις για μη ανάμειξη στις αποφάσεις της Τ.Α. και τα περί ελέγχου της νομιμότητας και όχι της σκοπιμότητας, πάνε περίπατο. Ξανά σε μία εγκύκλιο για να γίνει δεκτή η μετατροπή, πρέπει τα παλιά ονόματα να αφορούν πρόσωπα της πρόσφατης ή και της παλαιότερης χούντας των δικτατόρων Παπαδόπουλου και Μεταξά.».

Η «περιπέτεια» των οδωνυμίων της Εθνικής Αντίστασης, του Αλέξανδρου Παναγούλη και του Γρηγόρη Λαμπράκη, πάντως, φαίνεται να είναι ανάλογη και στην περίπτωση της Βέροιας. Με την απόφαση 176/ 19-10-1964 το Δημοτικό Συμβούλιο αποφασίζει να τιμήσει την Εθνική Αντίσταση, αφού, όπως διαβάζουμε στο σκεπτικό, η κυβέρνηση είχε ήδη αποφασίσει να γιορτάζεται η Εθνική Αντίσταση και ο Δήμος της Αθήνας είχε ονοματοθετήσει ανάλογα κάποια οδό. Το ζήτημα, όμως .φαίνεται να παραμένει στάσιμο – προφανώς η απόφαση δεν εγκρίνεται από το Υπουργείο Εσωτερικών – αφού το Δημοτικό Συμβούλιο επανέρχεται στο ζήτημα με την απόφαση 251/ 17-9-1976, οπότε και ονομάζεται οριστικά οδός Εθνικής Αντίστασης ένας ανώνυμος δρόμος μεταξύ των οδών Μπουμπουλίνας και Λουτρού. Το συμβάν αυτό, παρά τον περιορισμένο και αποσπασματικό του χαρακτήρα, υπαινίσσεται ωστόσο με σαφήνεια τόσο την αδυναμία της Ένωσης Κέντρου ως κυβέρνησης να ελέγξει πλήρως τον κρατικό μηχανισμό, όσο και τον πρώιμο χαρακτήρα της όποιας «αποκατάστασης» της ΕΑΜικής αντίστασης στα μέσα της δεκαετίας του 1960. Οι εξελίξεις άλλωστε από το 1965 ως το 1974 φαίνεται να συνάδουν με την εκτίμηση αυτή.

Η οδός Γρηγορόπουλου στα Εξάρχεια ίσως σηματοδοτεί μια άλλη διάσταση της μετονομασίας των δρόμων

Η οδός Γρηγορόπουλου στα Εξάρχεια ίσως σηματοδοτεί μια άλλη διάσταση της μετονομασίας των δρόμων

Από τις μνημονικές μάχες στις πραγματικές…

Ο ανταγωνισμός πάντως ανάμεσα σε τοπική και κεντρική εξουσία, συνεχίζεται στη Βέροια και μετά την αποκατάσταση της κοινοβουλευτικής τάξης στη χώρα. Η αποτυχημένη απόπειρα μετονομασίας της οδού Ξάνθης σε οδό Αλέξανδρου Παναγούλη (αρ. απ. 197/ 29-6-1976) και στη συνέχεια σε Αντωνίου Αντωνιάδη (αρ. απ. 230/ 28-6-1977) συνεχίζεται με δύο άλλες επίσης αποτυχημένες απόπειρες μετονομασίας της οδού Εδέσσης σε οδό Δημ. Μούμογλου (αρ. απ. 466/ 31-10-1978 και αρ. απ. 267/ 19-6-1979). Στις τρεις από τις τέσσερις απορριπτικές αποφάσεις της Νομαρχίας επαναλαμβάνεται μονότονα το σκεπτικό ότι «η συχνή αλλαγή των ονομάτων των οδών επιφέρει σύγχυση και ανωμαλία μεταξύ των υπηρεσιών και των πολιτών», ενώ στην περίπτωση του ονόματος του Αλέξανδρου Παναγούλη υιοθετείται η μάλλον υποκριτική δικαιολογία ότι ο Παναγούλης πρέπει να τιμηθεί από το Δήμο καταγωγής του. Η κορύφωση της αντίθεσης αυτής φαίνεται να επέρχεται λίγο αργότερα, όταν η Νομαρχία Ημαθίας εγκρίνει τις 10 από τις 11 ονομασίες ανώνυμων οδών που αποφάσισε το Δημοτικό Συμβούλιο (αρ. απ. 408/ 14-10-1980), απορρίπτοντας μόνο το όνομα του Γρηγόρη Λαμπράκη με το σκεπτικό ότι «η ονομασία αυτή δημιουργεί κινδύνους αναζωπυρώσεως των πολιτικών παθών». Απ’ ό,τι φαίνεται, όμως, τα πολιτικά πάθη ήταν ήδη αρκετά οξυμένα την εποχή αυτή, αφού το Δημοτικό Συμβούλιο επέλεξε να προσφύγει κατά της απόφασης (8-1-1981), για να δικαιωθεί αργότερα από τη νέα ηγεσία του Υπουργείου Εσωτερικών (9-2-1982), στο πλαίσιο της γενικότερης «αποκατάστασης» μιας αριστερής κοινότητας μνήμης που ολοκληρώθηκε αργότερα, στη δεκαετία του 1990, με μια συμφιλιωτική συμπερίληψη και της μνήμης του Εμφυλίου.

Τα τελευταία χρόνια, πάντως, αυτό που φαίνεται να κυριαρχεί στο ζήτημα της ονοματοθεσίας των δρόμων είναι η απουσία τόσο ενός λόγου πολιτικού, όπως εκείνος των πρώτων χρόνων της Μεταπολίτευσης, όσο και ενός χαρακτήρα συγκρουσιακού ανάμεσα σε διαφορετικές κοινότητες μνήμης. Είναι η απουσία ενός πολιτικού διακυβεύματος που προκαλεί αυτή την εξέλιξη; Ή μήπως οι «μνημονικές μάχες» για την προβολή της μιας ή της άλλης άποψης δεν έχουν πλέον περιεχόμενο; Νομίζω πως το παράδειγμα της πρόσφατης -άτυπης- μετονομασίας της οδού Μεσολογγίου στα Εξάρχεια σε οδό Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου ανοίγει εκ νέου αυτή τη συζήτηση, αλλά με άλλους όρους: μήπως η πολιτική δε φοβάται πια τις μνημονικές μάχες αλλά τις πραγματικές;

 

* Ο Βασίλης Δαλκαβούκης είναι επίκουρος καθηγητής στο Τμήμα Ιστορίας και Εθνολογίας του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top