Fractal

«Το αληθινό νερό σε τιμωρεί, το αληθινό νερό πρέπει να παλέψεις για να το κατακτήσεις, να το δαμάσεις. Το αληθινό νερό μπορεί να σε σκοτώσει»

της Ελένης Γκίκα //

 

Mparakounta«Μπαρακούντα» του Χρήστου Τσιόλκα. Μετάφραση: Άννα Παπασταύρου. Εκδ. «Ωκεανίδα», σελ. 584

 

«Συγχώρεσέ τη, σκέφτηκε ο Ντάνι, πήγαινε έτσι απλά στο κρεβάτι της αύριο και ψιθύρισέ της το. Φαντάστηκε πως η συγχώρεση ήταν σαν να πετάς, πως σ’ έκανε να αιωρείσαι στα ύψη. Φαντάστηκε πως έμοιαζε με αετό, μ’ ένα ασημένιο αστροπελέκι στον ουρανό, πώς ήταν καθαρό φως». Το «Μπαρακούντα» είναι ένα βιβλίο που ξεκινά αντιφατικά. Είναι ολόκληρο μια αντίφαση, είναι η αντίφαση ολόκληρη. Υποτίθεται ότι είναι η ζωή και το όραμα του Ντάνι Κέλι, του κολυμβητή. Παιδί μεταναστών που χάρη σε μια υποτροφία, αλλάζει σχολείο κι αλλάζει ζωή. Εξάλλου είναι ο πρώτος, είναι ο πιο δυνατός, ο Ντάνι είναι γεννημένος πρωταθλητής. Αλλά ταυτοχρόνως είναι και το αμερικάνικο όνειρο που αλλάζει πρόσωπο, χώρα, συντεταγμένες, επιδιώξεις, ταξιδεύει στην Αυστραλία, όπως ταξιδεύει παντού.

Ο συγγραφέας του, ο βραβευμένος Χρήστος Τσιόλκας δεν παίζει παιχνίδια με τον αναγνώστη, του το φωνάζει ήδη εξ αρχής. Εκείνο που επιδιώκει είναι η ήττα, η ήττα ενός φαινομενικά νικητή. Η ταυτότητα, τα χίλια κομματάκια της κάθε ζωής. Και η μεταμέλεια, η άφεση, η καλοσύνη, το φως στη σχιζοφρένεια μιας ζωής που έχει θέση μονάχα για τον πρώτο, τον νικητή. Εξ ου και ο τίτλος. Όχι σκυλόψαρο, Μπαρακούντα, ψάρι επιθετικό για να επιβιώσει, της ανοιχτής θάλασσας, του ωκεανού. Αλλά το προσωνόμι, ανήκει στους άλλους, ποτέ δεν υπήρξε η δική του επιλογή. Εκείνος «ήταν – αυτός, ο Ντάνι Κέλι, ο Ψυχάκιας Κέλι, ο Ντάνι δε Γκρικ, ο Έλληνας, ο Ντίνο, ο Νταν, ο Μπαρακούντα-, ήταν καλός άνθρωπος; Έπρεπε πρώτα ν’ απαντήσει σ’ αυτό, κι έπειτα όλα θα ξεκαθάριζαν».

Ο Ντάνι Κέλι που ζει μια σχιζοφρενική ζωή: στο σπίτι, ο νταλικέρης πατέρας του. Στο κολλέγιο όλοι αυτοί που τον κοροϊδεύουν. Μόνο στο νερό μπορεί να είναι ψάρι, ο πιο γρήγορος, να γίνει πουλί. Στο σπίτι τον συνετίζουν: «Ποιος νομίζεις πως είσαι; Τι σ’ έπιασε κι ονειρεύεσαι, αγόρι μου; Κάτι σαν εμάς δεν μπορούν να ονειρεύονται». Αλλ’ εκείνος ελπίζει: «Είχα ένα μέλλον κι ετοιμαζόμουν να γίνω ένας από τους σπουδαιότερους κολυμβητές που υπήρξαν ποτέ». Γνωρίζει ήδη και μας το λέει «χωρίς το όνειρό μου, ήμουν μόνο ένα κενό, μια απουσία, αυτό ήμουν όλο κι όλο». Το βλέπουμε, εξάλλου, ζούμε τον θρίαμβο «ήταν ότι μπορούσα να πετάω μες στο νερό, δεν ήταν υγρό για μένα, ήταν αέρας». Αλλά γνωρίζουμε ήδη ότι έχει φάει μια μεγάλη ήττα, πώς έπαιξε κι έχασε, πώς είναι ήδη καμένο χαρτί απ’ την αρχή. Επειδή «Το αληθινό νερό σε τιμωρεί, το αληθινό νερό πρέπει να παλέψεις για να το κατακτήσεις, να το δαμάσεις. Το αληθινό νερό μπορεί να σε σκοτώσει». Και το νερό, ο ωκεανός, είναι η ίδια αυτή καθ’ εαυτή η ζωή.

Η ιστορία κινείται σε δύο επίπεδα, με διαρκή φλας μπακ, από τον απόλυτο θρίαμβο και την ελπίδα στην ήττα, σε μια μεγάλη ανομολόγητη καταστροφή. Παρακολουθούμε τον Ντάνι να δουλεύει σε σούπερ μάρκετ, να διαβάζει γιατί μόνο μέσα από τις ιστορίες ζει, να βοηθά ανθρώπους με κινητικά προβλήματα, να ντρέπεται για κάτι, αλλά ακόμα δεν μας το έχει πει:

«”Μπράβο σου, Ντάνι”, λέει πάλι. “Κάνεις κάτι στ’ αλήθεια καλό, φροντίζεις για τους αδικημένους της κοινωνίας”. Όμως πάω στοίχημα πως σκέφτεται: Τέλειο πράγμα για έναν αποτυχημένο σαν κι αυτόν, να φροντίζει άλλους αποτυχημένους». Τον Ντάνι να προσπαθεί να μάθει και πάλι να αναπνέει, το μυθιστόρημα αυτό ακριβώς είναι και το λέει: «εισπνοή», «εκπνοή». Τον Ντάνι να θριαμβεύει και να σκοντάφτει, τον Ντάνι κάποια στιγμή να αποδέχεται και να κατανοεί: «Δεν ξέρω και πολλά, ένα πράγμα όμως ξέρω, ότι το σώμα μπορεί να εκπαιδευτεί, ότι το σώμα μπορεί ν’ αλλάξει, ότι το σώμα είναι σε κίνηση, δεν είναι ποτέ στατικό. Και ξέρω ότι μερικές φορές το σώμα θα χυμήξει βρυχώμενο έξω από τα όριά του, θα σου πει ότι δεν έχει να πάει παρακάτω, ότι κάποιες πιθανότητες δεν πρόκειται ποτέ να υλοποιηθούν, όσο κι αν το λαχταράς, το ελπίζεις και το επιδιώκεις. Και το σώμα αποτυχαίνει επίσης».

Τον Ντάνι να συνοδεύει τη μάνα του στην ετοιμοθάνατη μάνα της, τον Ντάνι να συμφιλιώνεται, ένας μικρός καθημερινός άγιος επί της γης. Τον Ντάνι να ξαναρχίζει πάλι και πάλι από την αρχή:

«Το όχι τώρα τού είναι αρκετό, όχι τώρα είναι το μόνο που χρειάζεται. Να ζει το σήμερα, την κάθε μέρα».

Ένα μυθιστόρημα – ποταμός για την ανθρώπινη εμπειρία, για τους μετανάστες, τους Ολυμπιακούς, την εκπαίδευση, την ταξική πάλη, την ταυτότητα, τον ρατσισμό, τον έρωτα, το καλό και το κακό, τους φόβους και τα διλήμματα, την ίδια τη ζωή. Ψυχολογικό και πολιτικό, υπαρξιακό και κοινωνικό, ποιητικό και σπαρακτικό, ιαματικό ταυτοχρόνως. Ένα βιβλίο που ξαναθέτει τα ξεχασμένα αξιακά ερωτήματα από την αρχή. Από έναν συγγραφέα που του αρέσουν τα δύσκολα και το ξέρουμε:

Tsiolkas* Ο Χρήστος Τσιόλκας γεννήθηκε στη Μελβούρνη το 1965. «Παιδί Ελλήνων μεταναστών της εργατικής τάξης, αριστερός και ομοφυλόφιλος», δηλώνει. Και έχει ήδη έχει χαρακτηριστεί σαν «ένας από τους κορυφαίους σύγχρονους μυθιστοριογράφους της Αυστραλίας». Τιμήθηκε με πολλά βραβεία, μεταξύ των οποίων και το βραβείο καλύτερου μυθιστορήματος από την εφημερίδα «The Age» για το «Νεκρή Ευρώπη». Το φθινόπωρο του 2009, με το τελευταίο του βιβλίο «Το χαστούκι» («The Slap»), κέρδισε το βραβείο του καλύτερου συγγραφέα των χωρών-μελών της Βρετανικής Κοινοπολιτείας, ενώ το 2010 ήταν υποψήφιος για το βραβείο Booker. Στα ελληνικά κυκλοφορούν τα βιβλία του «Κατά μέτωπο» (Οξύ, 1999), «Ο άνθρωπος του Ιησού» (Οξύ, 2001), «Το χαστούκι» (Ωκεανίδα, 2010), «Νεκρή Ευρώπη» (Printa, 2010). Το «Μπαρακούντα» κυκλοφόρησε πρόσφατα, ο Χρήστος Τσιόλκας έρχεται συχνά στην Ελλάδα, είναι και «δικό μας παιδί».

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top