Fractal

ΜΟΥΝΤΙΑΛ 1934: Ο φασισμός ανακαλύπτει το ποδόσφαιρο (Α΄ μέρος)

του Τάκη Κατσιμάρδου //

 

Για 1ο Α

Η αφίσα της FIFA για το Μουντιάλ του 1934

Μέρες του Μουντιάλ, και πάμε πίσω την εποχή του μεσοπολέμου. Τότε, που γεννιόταν ο θεσμός, και η ελληνική εθνική ομάδα ποδοσφαίρου έδινε για πρώτη φορά αγώνα στο πλαίσιο του Παγκοσμίου Κυπέλλου. Τότε, που ο Μουσολίνι πρώτος έθετε το ποδόσφαιρο στην υπηρεσία του φασισμού, διαβλέποντας τη δύναμη και την απήχησή του.

Πριν από170 χρόνια (1934) ο θεσμός έκανε τα πρώτα βήματα στη σκιά της μεγαλύτερης παγκόσμιας κρίσης του 20ού αιώνα.
Μετά την Ουρουγουάη, όπου εγκαινιάστηκε μετ’ εμποδίων (1929), την μπάλα είχε η Ιταλία. Το φασιστικό καθεστώς του Μουσολίνι είχε επιδιώξει την ανάληψη διεξαγωγής των αγώνων, με θεμιτά και αθέμιτα μέσα, ύστερα από ομόφωνη απόφαση της FIFA. Για να το πετύχει υποσχέθηκε σχεδόν τα πάντα. Τόσα, που η Στοκχόλμη, για παράδειγμα −αντίπαλη υποψηφιότητα−, αποσύρθηκε από τη διεκδίκηση και ψήφισε, τελικά, υπέρ της Ρώμης! Μετά τη διάσκεψη της FIFA όπου ανατέθηκε το Μουντιάλ, ο πρόεδρος της ιταλικής ομοσπονδίας ποδοσφαίρου προδιέγραψε την πορεία: «Δεν μπορώ να το κάνω εγώ, αλλά η Ιταλία πρέπει να κερδίσει το Μουντιάλ. Είναι διαταγή!»

 

Παγκοσμιοποίηση

Για 1ο Β

Η ιταλική αφίσα για το Μουντιάλ. Απευθείας παραπομπή στο φασιστικό ιδεώδες.

Η απήχηση του πρώτου Μουντιάλ και η εμφάνιση της «νέας θρησκείας» είχαν εκτοξεύσει το ενδιαφέρον για το ποδόσφαιρο. Συντελούνταν στον χώρο αυτό μία από τις πρώτες «παγκοσμιοποιήσεις», μαζί με τους Ολυμπιακούς αγώνες. Έσπευσαν να δηλώσουν συμμετοχή 32 από τις 50 χώρες που συγκαταλέγονταν στη δύναμη της Παγκόσμιας Ποδοσφαιρικής Ομοσπονδίας (στην Ουρουγουάη πήραν μέρος μόλις 13 εθνικές ομάδες). Έτσι, κρίθηκε απαραίτητο να διεξαχθούν προκριματικοί αγώνες για να επιλεγούν οι ομάδες που θα έπαιρναν μέρος στην τελική φάση. Ανάμεσά τους και η Ελλάδα.
Η «ποδοσφαίρισις» στην Ελλάδα είχε αναδειχθεί από την προηγούμενη δεκαετία στο κατεξοχήν λαϊκό άθλημα. Η αλματώδης ανάπτυξη είχε οδηγήσει στη δημιουργία της Ελληνικής Ομοσπονδίας Ποδοσφαίρου (1926) και αμέσως μετά στη συγκρότηση της πρώτης εθνικής ομάδας.
Καταρτισμένη αντιπροσωπευτική ελληνική ομάδα εμφανίστηκε για πρώτη φορά σε Πανσυμμαχικούς Αγώνες στο Παρίσι (1919) και στους Ολυμπιακούς αγώνες της Αμβέρσας την επόμενη χρονιά. Αλλά για Εθνική Ελλάδας, ουσιαστικά, λόγος μπορεί να γίνει από το 1929, με την καθιέρωση του Βαλκανικού Κυπέλλου − μία περιφερειακή απάντηση στο ήδη οργανωμένο κεντροευρωπαϊκό και αγγλικό ποδόσφαιρο.
Όταν την ίδια χρονιά αρχίζουν οι διαδικασίες για το Μουντιάλ της Ουρουγουάης, στη χώρα μας δεν παρατηρείται κάποια κίνηση ή διάθεση για συμμετοχή. Οι λόγοι ήταν οικονομικοί. Για την ίδια αιτία μικρή ήταν και η συμμετοχή ευρωπαϊκών χωρών − στο Μοντεβίδεο βρέθηκαν μόνο Γαλλία, Βέλγιο, Γιουγκοσλαβία, Ρουμανία.

 

Άρτος, θέαμα και ακρόαμα

Για 1ο Γ

Με διαταγή του Μουσολίνι το παγκόσμιο κύπελλο στα χέρια της ιταλικής ομάδας.

Η Ρώμη του Μουσολίνι, αναλαμβάνοντας τη διεξαγωγή του δεύτερου Μουντιάλ, θέλησε να εντυπωσιάσει για τη δύναμη του ολοκληρωτικού καθεστώτος και την ισχύ της Ιταλίας. Ο φασισμός και ο Ντούτσε βρίσκονταν στο απόγειό τους. Ξοδεύτηκαν υπέρογκα χρηματικά ποσά και ανθρώπινες δυνάμεις για να δοξαστεί η φασιστική ιδέα και οι ενσαρκωτές της.
Στο κλασικό ρωμαϊκό δίπτυχο «άρτος και θεάματα», οι μελανοχίτωτες πρόσθεσαν και το «ακρόαμα», αφού οι αγώνες μεταδίδονταν και ραδιοφωνικά, με τους ανάλογους σχολιασμούς.
Σε μια εποχή που στο δίλημμα «δικτατορία ή κοινοβουλευτισμός» η απάντηση δεν ήταν αυτονόητη , οι Ιταλοί φασίστες ήταν αποφασισμένοι να εντυπωσιάσουν και μέσα στα γήπεδα. Όλα ήταν υποταγμένα στους στόχους του καθεστώτος. Ακόμη και οι νόμοι «έπρεπε να ερμηνεύονται σύμφωνα με τον φασισμό» (απόφαση του Ανωτάτου Ιταλικού Δικαστηρίου!)
Η ιταλική ομάδα ήταν μεν ισχυρή, αλλά υπήρχαν ισχυρότερες, αν και οι λατινοαμερικάνικες χώρες απουσίαζαν − εξαίρεση αποτελούσε η αδύναμη ακόμη ποδοσφαιρικά Βραζιλία.
Η Ουρουγουάη −η μεγαλύτερη δύναμη της περιόδου και κάτοχος του πρώτου Παγκοσμίου Κυπέλλου− δεν θα προσερχόταν στην Ιταλία, σε αντίποινα για τη μικρή ευρωπαϊκή συμμετοχή στο δικό της Μουντιάλ, αλλά και για την «κλοπή» παικτών της από τους Ιταλούς.
Η Αργεντινή, συντασσόμενη με τη διαμαρτυρία, θα έστελνε μια ομάδα δεύτερης κατηγορίας.
Βεβαίως, αντίπαλοι όπως η Αυστρία (η περίφημη Βούντερτιμ-ομάδα θαύμα) , η Τσεχοσλοβακία, η Ουγγαρία, η Ισπανία διεκδικούσαν τον τίτλο. Αλλά γι’ αυτές υπήρχε υπέρ των Ιταλών ο παράγοντας έδρα και, φυσικά, η διαιτησία και οι εξωγηπεδικές συναλλαγές.

 

Προεξόφληση του τελικού

ΓΙΑ 1ο Δ

Οι Ιταλοί πανηγυρίζουν μετά τη νίκη τους στον τελικό.

Την προεξόφληση της επιτυχίας ανέλαβε η Φασιστική Ομοσπονδία Αθλητισμού.
Ένα πρώτο «αθλητικό μέτρο» για τη μεγάλη νίκη προς τη «δόξα » ήταν η «ιταλοποίηση» Νοτιαμερικανών άσων του ποδοσφαίρου. Αυτοί αποτέλεσαν τη σπονδυλική στήλη της ιταλικής ομάδας.
Πριν απ’ όλα, έπρεπε να διασφαλιστεί όμως η ιταλική συμμετοχή στους τελικούς. Καθώς οι αγώνες ήταν νοκ άουτ, αντίπαλος της ιταλικής ορίστηκε η ελληνική. Πώς έγινε αυτό είναι κάπως θολό, αλλά η σκοπιμότητα είναι κάτι παραπάνω από εμφανής. Η νεαρή ελληνική ομάδα ήταν η πιο αδύνατη από τις 32, κρίνοντας από τις επιδόσεις της.

Ο πρώτος αγώνας Ιταλίας- Ελλάδας ορίστηκε να διεξαχθεί στο Μιλάνο. Όπως όλοι προβλέπανε, η ελληνική ομάδα γνώρισε την ήττα με σκορ 4-0. Όπως επίσης αναμενόταν, η Ιταλία έφθασε στον τελικό.
Στον μικρό τελικό αναμετρήθηκαν Γερμανία-Αυστρία και στον τελικό Ιταλία-Τσεχοσλοβακία. Η «τύχη» δεν ήθελε να είναι οι Γερμανοί με τους Ιταλούς τελικοί αντίπαλοι. Ήθελε, όμως, τον «μικρό τελικό να κερδίσουν οι Γερμανοί (σκορ 3-2) και τον τελικό οι Ιταλοί ( 2-1, στην παράταση, με προκλητικά ευνοϊκή διαιτησία).

 

Μετά ήταν η σειρά της Αιθιοπίας

Ο ίδιος ο Μουσολίνι απένειμε το χρυσό κύπελλο «Ζιλ Ριμέ» (ο Γάλλος εμπνευστής του Μουντιάλ) στους παίκτες της ιταλικής ομάδας, μέσα σε έξαλλους πανηγυρισμούς. Συμπληρώνοντας το σκηνικό, οι Γερμανοί θα έπαιρναν τα μετάλλιά τους παρελαύνοντας με δύο σημαίες − τη γερμανική και τον ναζιστικό αγκυλωτό σταυρό.
Ο φασισμός κάλπαζε, προς δυστυχία του αθλητισμού και των λαών.
Η ιταλική «ανωτερότητα» θα εκδηλωθεί λίγο αργότερα και εκτός γηπέδων, με την εισβολή στην Αιθιοπία.

Το Μουντιάλ του 1934 στην Ιταλία προανήγγειλε όσα θα συνέβαιναν δύο χρόνια μετά στην Ολυμπιάδα του Βερολίνου. Παρά τη διαφορετική κλίμακα, η «δομή» ήταν η ίδια. Οι θεσμοί χειραγωγήθηκαν ως οχήματα για τη φασιστική- ναζιστική προπαγάνδα. Το κατεξοχήν λαϊκό άθλημα, όπως το ποδόσφαιρο, χρησιμοποιήθηκε για εσωτερική κατανάλωση, αλλά και προς εξαγωγή. Το ίδιο θα επαναληφθεί και στο μέλλον από άλλα καθεστώτα.

 

Διαβάστε το Β΄ μέρος: ΜΟΥΝΤΙΑΛ 1934: Η Ελλάδα πρώτο θύμα του φασισμού στο ποδόσφαιρο >>
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top