Fractal

Λούις Τίκας: Ο «ζόρικος» Έλληνας που έγινε σύμβολο στις ΗΠΑ

της Κατερίνας Δουρίδα και της Αρετής Κολλάτου-Τζαβέλλα //

 

tikasMourn with me, my sisters and my brothers, for a leader lying silent in the grave.
(Frank Manning, τραγουδοποιός)

 

Το όνομα του Τίκα ήταν Ηλίας Σπαντιδάκης. Γεννήθηκε στη Λούτρα Ρεθύμνου το 1886. Το 1906 μετανάστευσε στις ΗΠΑ και εγκαταστάθηκε στο Ντένβερ. Εκεί μετέτρεψε το όνομά του σε Λούις Τίκας (Lοuis Tikas). Ήταν φωτεινός άνδρας, δυνατός. Η γυναίκα που ο Λούις φώναζε «Μάνα» στην ξενιτιά, η θρυλική Μητέρα Τζόουνς είπε πως αν συναντούσες τον «Λούι τον Έλληνα» δεν επρόκειτο ποτέ να τον ξεχάσεις.

Το 1910 ορκίστηκε Αμερικανός πολίτης και άνοιξε καφενείο σε μια εργατική γειτονιά που έγινε η τοπική Greektown. Την εποχή εκείνη στο Ντένβερ ζούσαν 240 Έλληνες. Το 1912 ο Λούις Τίκας εγκατέλειψε το καφενείο. Ανεξήγητα. Τον Νοέμβριο του 1912 βρισκόταν στα ορυχεία του Φρέντερικ στο Κολοράντο, που ήταν σκλαβοπάζαρο. Και στις 19 Νοεμβρίου ήταν επικεφαλής των 63 Ελλήνων που κατέβηκαν σε απεργία. Ίσως εκείνη τη στιγμή συνέβη και η μεταστροφή του σε ηγέτη.

«Ο Λούις Τίκας κατάφερε σε μια δύσκολη εποχή να ενώσει ανθρακωρύχους από 26 εθνικότητες, που δεν γνώριζαν ούτε την αγγλική γλώσσα. Κατάφερε να συνεννοηθεί μαζί τους, αλλά και να τους κάνει να τον πιστέψουν και να τον ακολουθήσουν σε έναν μεγάλο αγώνα», λέει ο Γιώργος Σταυρουλάκης.

Ο «Λούις ο Έλληνας» (Louis the Greek) ή ο «Λίο ο Κρητικός» (Leo the Cretan), όπως τον αποκαλούσαν, έγινε θρύλος. Όμως, δεν ήταν συνειδητός ριζοσπάστης. Οι ενέργειές του ξεκινούσαν από το παραδοσιακό ελληνικό φιλότιμο.

Η απεργία στα ανθρακωρυχεία ξεκίνησε στις 13 Σεπτεμβρίου του 1913 με αίτημα καλύτερες συνθήκες εργασίας.

Στις 23 Σεπτεμβρίου 1913 μπαίνει στο χορό των απεργών και η πόλη Λάντλοου, με 13.000 ανθρακωρύχους και επικεφαλής τον Τζον Λόζον και τον Λούι Τίκα.

Στις αρχές της απεργίας η εταιρεία, για να την καταπνίξει, προέβη σε έξωση των απεργών από τα οικήματα στα οποία τους στέγαζε και προσέλαβε απεργοσπάστες. Οι απεργοί δεν πτοήθηκαν. Έστησαν σκηνές σε στρατηγικό σημείο, ώστε να εμποδίζουν τους απεργοσπάστες να μπουν στα ορυχεία.
Τον Οκτώβριο, ο καταυλισμός των απεργών λειτουργούσε σαν πόλη: πεντακόσιοι άνδρες, τριακόσιες πενήντα γυναίκες, τετρακόσια πενήντα παιδιά, ελληνικός φούρνος, ελληνικό καφενείο.

Η εταιρεία ζήτησε την παρέμβαση της εθνοφρουράς και ο κυβερνήτης του Κολοράντο συμφώνησε. Οι συγκρούσεις ήταν βιαιότατες.

tikas2Στις 20 Απριλίου 1914 η εθνοφρουρά θα εισέβαλλε στον καταυλισμό. Τότε ο Τίκας ζήτησε να δει τον επικεφαλής της εθνοφρουράς λοχαγό Καρλ Λίντερφελντ, κρατώντας λευκή σημαία. Οι δυο τους συναντήθηκαν στον λόφο και μίλησαν για λίγο. Έπειτα –κατά αυτόπτες μάρτυρες− ο αξιωματικός χτύπησε με πρωτοφανή αγριότητα τον Τίκα στο κεφάλι με την καραμπίνα του. Η καραμπίνα έσπασε στα δύο, όπως και το κρανίο του Τίκα. Οι εθνοφρουροί εισέβαλαν στον καταυλισμό, ρίχνοντας αδιακρίτως. Έδιωξαν τους απεργούς, σκότωσαν 18 άτομα, 10 εκ των οποίων ήταν παιδιά από τριών μηνών ως έντεκα ετών, και έκαψαν τις σκηνές τους.
Κατά μία άλλη αφήγηση, ο Λούις Τίκας, κατά την επίθεση στον καταυλισμό, «[…] προσπάθησε να βοηθήσει όσους μπορούσε. Βγήκε ζωντανός από τη μάχη, παραμένοντας από τους τελευταίους στον καταυλισμό, εμψυχώνοντας, προσπαθώντας να γλιτώσει όσους γινόταν. Όταν η εθνοφρουρά μπήκε μέσα και παρέδωσε τις σκηνές στις φλόγες, τον πιάσαν ζωντανό. Τον παρέδωσαν στον υπολοχαγό Λίντερφελτ. Τον υποχρεώσαν να γονατίσει. Ο Λίντερφελτ του έσπασε το κρανίο με τον υποκόπανο του όπλου του. Μετά, τον πυροβόλησαν πισώπλατα. Άφησαν τη σορό του επί τρεις μέρες μες στον ήλιο, σε σημείο που να φαίνεται από τα περαστικά τρένα…»
Μετά τη σφαγή στο Λάντλοου, οι συγκρούσεις των εργατών με την εθνοφρουρά σε όλη την Πολιτεία του Κολοράντο έλαβαν τεράστιες διαστάσεις. Τα συνδικάτα κάλεσαν τους εργάτες να εξοπλιστούν με «όλα τα όπλα και τα πυρομαχικά που μπορούσαν να αποκτήσουν νόμιμα» και άρχισε πραγματικός ανταρτοπόλεμος ανάμεσα στην εθνοφρουρά και στα συνδικάτα, που διήρκεσε δέκα ημέρες.

Το χρονικό αυτής της απεργίας δε γράφτηκε ποτέ. Είχε σχεδόν ξεχαστεί, ώσπου το 1944 ο τραγουδιστής Γούντι Γκάθρι έγραψε ένα τραγούδι με τίτλο «The Ludlow Massacre». Τη ζωή του Τίκα επανέφερε στο προσκήνιο ο Ελληνοαμερικανός συγγραφέας Ζήσης Παπανικόλας το 1991 γράφοντας τη βιογραφία του. Το 2001, ο Αμερικανός τραγουδοποιός Φρανκ Μάνινγκ, στηριγμένος στις αναμνήσεις του παππού του που συμμετείχε στην απεργία του Λάντλοου, έγραψε το τραγούδι «Λούις Τίκας», που βραβεύτηκε στον διαγωνισμό «Γούντι Γκάθρι».
Η ιστορία έρχεται εκ νέου στο φως από τον Γιώργο Σταυρουλάκη, ανιψιό του Λούι Τίκα, ο οποίος κατέγραψε τη ζωή του προγόνου του σε ένα βιβλίο με τίτλο «Λούις Τίκας: Ο ήρωας της ξενιτιάς» (1998), και με το ντοκιμαντέρ της Λαμπρινής Θωμά (σενάριο) και του Νίκου Βεντούρα (σκηνοθεσία) με τίτλο Palikari – Ο Λούις Τίκας και η σφαγή στο Λάντλοου (2014).

Στη μνήμη του αξέχαστου Θανάση Αντωνόπουλου, ευρυμαθούς και έγκριτου δημοσιογράφου, ο οποίος μας γνώρισε τον Λούι Τίκα.

Πηγές: 
Λούης Τίκας: Έλληνας συνδικαλιστής στο Κολοράντο
Λουης (Λουι) Τικας – το ρεπορταζ
Ο Λούις Τίκας, Οι Έλληνες Ανθρακωρύχοι της Αμερικής και η Σφαγή του Λάντλοου (1914)
(από Άπατρις 11:02, Κυριακή 5 Φεβρουαρίου 2012)

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top